Υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης των εσόδων του επιτυγχάνει την τελευταία 3ετία ο κλάδος χονδρικού εμπορίου καυσίμων και λιπαντικών, ενισχυμένος από την εξέλιξη των τιμών και δευτερευόντως από την αύξηση της κατανάλωσης, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της Hellastat:
«Οι συνολικές πωλήσεις 27 επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στο χονδρικό εμπόριο καυσίμων ανέρχονται το 2005 σε €8,8 δισ., αυξημένες κατά 26,4% σε σύγκριση με το 2004. Τα λειτουργικά κέρδη (ΚΠΤΦΑ) ωστόσο παραμένουν ουσιαστικά στάσιμα, στα €231,74 εκ. έναντι €230,2 εκ. το 2004, με τη μέση μεταβολή ανά επιχείρηση να εκτιμάται στο 2,9%.
Ένα από τα χαρακτηριστικά του κλάδου είναι τα χαμηλά περιθώρια καθαρού κέρδους, τα οποία μάλιστα βαίνουν έντονα μειούμενα την τελευταία 3ετία: το 2005 το μέσο καθαρό περιθώριο εκτιμάται στο 0,6%, από 0,7% το 2004 και 1% το 2002.
Η πορεία των επιχειρήσεων το 2005
Η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ αν και εμφανίζει αυξημένο κατά 32,1% κύκλο εργασιών, τα αποτελέσματα της παρουσιάζονται μειωμένα σε επίπεδο λειτουργικών και καθαρών κερδών, καθώς οι ποσότητες πωλήσεων μειώθηκαν κατά 2% σε σύγκριση με το 2004, πιέζοντας το μικτό περιθώριο στο 7,9% από 10,8% το 2004.
Η Shell εμφανίζει αύξηση των καθαρών αποτελεσμάτων κατά 10 φορές, η οποία ωστόσο οφείλεται κατά 80% σε έκτακτα έσοδα από μεταβίβαση οικονομικού δικαιώματος χρήσεως σημάτων. Ωστόσο, η εταιρεία επιτυγχάνει εντυπωσιακή βελτίωση της λειτουργικής κερδοφορίας κατά 79% (παρά τη κάμψη των μικτών κερδών κατά 9%) λόγω της βελτίωσης του δείκτη διοικητικών εξόδων προς πωλήσεις, στο 1,6% από 4,6%.
Τα αποτελέσματα της BP Hellas παρουσιάζουν αύξηση εσόδων κατά 24% αλλά κάμψη του μικτού κέρδους στο 14,6% (18,9% το 2004). Η καθαρή προ φόρων κερδοφορία υποχωρεί κατά 36,4%, κυρίως λόγω της αύξησης των εξόδων διάθεσης (παρά τη βελτίωση του στο 11,9% επί των πωλήσεων, από 14,7%), αλλά και της πτώσης του μικτού περιθωρίου.
Υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης επιτυγχάνουν οι ανερχόμενες σε μερίδια αγορά “μεσαίου μεγέθους” μονάδες: 11 επιχειρήσεις με έσοδα άνω των € 100 εκ. για το 2005 εμφανίζουν μέση αύξηση των πωλήσεων κατά 30,8%, επιταχύνοντας έναντι του μέσου ετήσιου ρυθμού της 3τίας που εκτιμάται στο 23,1%. Οι 7 από τις 11 επιχειρήσεις εμφανίζουν αυξημένα μερίδια αγοράς το 2005 σε σύγκριση με το 2002, φέρνοντας καρπό στις γενναίες επενδύσεις –στην πλειοψηφία των περιπτώσεων- των τελευταίων χρόνων.
Αρνητική για τον κλάδο η μακροπρόθεσμη προοπτική, χωρίς ωστόσο να χάνεται η αξία του δικτύου των εγχώριων επιχειρήσεων
Μακροπρόθεσμα, το μέγεθος της αγοράς πετρελαιοειδών στην Ελλάδα και διεθνώς αναμένεται να περιοριστεί λόγω της βούλησης της διεθνούς κοινότητας να περιορίσει σταδιακά την εξάρτηση από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες, αλλά και να προστατεύσει το περιβάλλον. Οι εναλλακτικές μορφές ενέργειας συνδυάζουν χαμηλότερη τιμή και φιλικότητα προς το περιβάλλον, ενώ ήδη καταγράφονται ανοδικές τάσεις στη χρήση φυσικού αερίου από ιδιώτες και δημόσιες υπηρεσίες, με προοπτικές περαιτέρω διείσδυσης την επόμενη τετραετία.
Ταυτόχρονα, σε πολλές χώρες αναπτύσσονται και οι πρώτες εφαρμογές βιοκαυσίμων (βιοαιθανόλη, βιοντίζελ, βιοαέριο, βιομεθανόλη κλπ), τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην πλειοψηφία των οχημάτων και μηχανημάτων είτε αυτούσια, είτε σε πρόσμιξη με συμβατικά καύσιμα. Η πρώτη πειραματική προσπάθεια παραγωγής βιοντίζελ στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε από την ELINOIL στη Θράκη το 1999.
Ο στόχος που θέτει ο σχετικός νόμος του ΥΠΑΝ για το μερίδιο αγοράς των βιοκαυσίμων και λοιπών ανανεώσιμων καυσίμων ανέρχεται στο 5,75% της αγοράς της βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης έως το τέλος του 2010. Το παρόν χρονοδιάγραμμα αφορά την πρόσκληση του Υπουργείου Ανάπτυξης σε ενδιαφερόμενες εταιρείες να συμμετάσχουν στην κατανομή 91.000 χιλιολίτρων αφορολόγητου βιοντίζελ για το τρέχον έτος.
Η αγορά εναλλακτικών καυσίμων (π.χ. πεπιεσμένο φυσικό αέριο) γνωρίζει πρωτοφανή άνθηση στη διεθνή κοινότητα, ενώ οι πρώτες εφαρμογές πραγματοποιούνται σε οχήματα νέας τεχνολογίας (κυρίως επιχειρηματικοί στόλοι, λεωφορεία αστικών συγκοινωνιών) με κινητήρες που λειτουργούν με καύση φυσικού αερίου. Η διείσδυση του φυσικού αερίου για οικιακή και επαγγελματική χρήση συνεχώς αυξάνεται: το 2005 ο συνολικός αριθμός συνδέσεων στις τρεις ΕΠΑ ανήλθε σε 69.000, ενώ το τρέχον έτος αναμένεται περαιτέρω αύξηση 45%. Οι επενδύσεις για επέκταση του δικτύου προβλέπεται να ανέλθουν σε περίπου €200 εκ.
Επιπλέον, το τρέχον έτος αναμένεται η προκήρυξη τριών διαγωνισμών για την ίδρυση τριών νέων ΕΠΑ (Στερεάς Ελλάδας, Κεντρικής Μακεδονίας και Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης), επεκτείνοντας τη χρήση του φυσικού αερίου στην κεντρική και βόρεια ηπειρωτική Ελλάδα. Αναφορικά με την απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου, καθιερώνεται με το Ν. 3428/2005, σύμφωνα με τον οποίο σταδιακά όλοι οι πελάτες θα μπορούν να επιλέγουν τον προμηθευτή τους έως το τέλος του 2009.
Παρά τη διαφαινόμενη σταδιακή υποκατάσταση του πετρελαίου, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια αγορά μπορούν να μετατρέψουν την απειλή σε ευκαιρία, εκμεταλλευόμενες τόσο το δίκτυο διανομής, αναλαμβάνοντας ωστόσο τις αναγκαίες επενδύσεις, όσο και την ευκαιρία εισόδου στην παραγωγή βιοκαυσίμων, αυτόνομα ή και με συνεργασίες».