Για να υποχωρήσουν και πάλι κάτω από τό ψυχολογικό όριο του 4%, που θα μπορούσε να γεννήσει προσδοκίες για σταδιακή επιστροφή στις αγορές, έχουν να περάσουν από τις Συμπληγάδες της τουρκικής κρίσης και των επίμονων ιταλικών ανησυχιών, που δημουργούν ένα περιβάλλον έντονης αστάθειας και απομάκρυνσης των επενδυτών από το ρίσκο.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ηρεμία επικρατεί το τελευταίο 48ωρο στην ελληνική αγορά κρατικού χρέους, με την απόδοση του δεκαετούς ομολόγου να έχει αποκλιμακωθεί στο 4,23%, όταν τη Δευτέρα- τελευταία ημέρα επισήμως της οχταετούς οδύσσειας των μνημονίων- είχε σκαρφαλώσει στο 4,34%. Πρόκειται για εξέλιξη αναμφίβολα ενθαρρυντική.
Για να υποχωρήσουν και πάλι κάτω από τό ψυχολογικό όριο του 4%, που θα μπορούσε να γεννήσει προσδοκίες για σταδιακή επιστροφή στις αγορές, έχουν να περάσουν από τις Συμπληγάδες της τουρκικής κρίσης και των επίμονων ιταλικών ανησυχιών, που δημουργούν ένα περιβάλλον έντονης αστάθειας και απομάκρυνσης των επενδυτών από το ρίσκο.
Μερίδα αναλυτών πίστευαν ότι τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τις πιέσεις στα ιταλικά, τα οποία ήρθαν αντιμέτωπα με εκροές 38 δισ. ευρώ από ξένους επενδυτές μόνο τον Ιούνιο. Με δεδομένη την επιμονή της Ρώμης σε μία πολιτική και τακτική μετωπικής σύγκρουσης με τις Βρυξέλλες, τα ελληνικά φαντάζουν ως πιο «ασφαλής» επιλογή για επενδυτικές τράπεζας όπως η SocGen.
Οι συγκρίσεις με τα ιταλικά δεν φαίνεται να συγκινούν ιδιαίτερα προς το παρόν τους επενδυτές. Η Ιταλία εξακολουθεί να λειτουργεί ως εμπόδιο παρά ως ευκαίρια, με τους επενδυτές να αντιστέκονται στις «Σειρήνες» και την ελληνική αγορά κρατικού χρέους να έχει μπροστά της μακρύ ταξίδι.
Εξάλλου το βλέμμα παραμένει σταθερό και στα δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητας, που λένε ότι οι δεσμεύσεις για πρωτογενή πλεονάσματα ρεκόρ, για νέες μειώσεις στις συντάξεις (τις οποίες θα αποφύγουμε μόνο με υπεραπόδοση των ήδη άκρως φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων) και νέες φορολογικές επιβαρύνσεις, συνθέτουν ένα σκηνικό, που δεν επιτρέπει την «απογείωση» της οικονομίας, ύστερα από την πολυετή ύφεση και στασιμότητα.
H απόδοση του ελληνικού δεκαετούς είναι σήμερα περίπου 35 μονάδες υψηλότερα σε σχέση με πριν από ένα μήνα, αλλά και 133 μονάδες μονάδες χαμηλότερα σε σχέση με τον Αύγουστο του 2018. Ακόμη και εάν επιλέξει κανείς να δει την θετική εκδοχή- αυτή της σύγκρισης σε ετήσια βάση- δεν μπορεί παρά να αναγνωρίσει ότι η Ιθάκη είναι ακόμη μακριά.