Ασύμφορη είναι για εκατομμύρια φορολογούμενους με χαμηλά ετήσια εισοδήματα η κατοχή και η χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτων. Ο λόγος είναι ότι η εφορία αντιστοιχίζει τα Ι.Χ. αυτοκίνητα με πολύ μεγάλα ποσά τεκμηρίων διαβίωσης, τα οποία ανεβάζουν στα ύψη τα τεκμαρτά φορολογητέα εισοδήματα των εν λόγω πολιτών και εν τέλει γίνονται αιτία να καλούνται να πληρώσουν υπέρογκα ποσά φόρου εισοδήματος τα οποία δεν αντιστοιχούν στα πολύ χαμηλά πραγματικά τους εισοδήματα.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Ασύμφορη είναι για εκατομμύρια φορολογούμενους με χαμηλά ετήσια εισοδήματα η κατοχή και η χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτων. Ο λόγος είναι ότι η εφορία αντιστοιχίζει τα Ι.Χ. αυτοκίνητα με πολύ μεγάλα ποσά τεκμηρίων διαβίωσης, τα οποία ανεβάζουν στα ύψη τα τεκμαρτά φορολογητέα εισοδήματα των εν λόγω πολιτών και εν τέλει γίνονται αιτία να καλούνται να πληρώσουν υπέρογκα ποσά φόρου εισοδήματος τα οποία δεν αντιστοιχούν στα πολύ χαμηλά πραγματικά τους εισοδήματα.
Επιπλέον, σε κάθε τέτοια περίπτωση, με τον συνυπολογισμό του τεκμηρίου του Ι.Χ., το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα εκτοξεύεται στα ύψη, με αποτέλεσμα να έχει πλέον μονιμοποιηθεί το φαινόμενο εκατομμύρια πολίτες με πολύ χαμηλά πραγματικά εισοδήματα να χάνουν φοροαπαλλαγές, δικαιώματα είσπραξης κοινωνικών επιδομάτων και άλλες κοινωνικές παροχές που χορηγούνται με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Στις περιπτώσεις αυτές, τα ετήσια φορολογητέα εισοδήματα των πολιτών υπολογίζονται σε εξωπραγματικά υψηλά επίπεδα με τη... «βοήθεια» των υπέρογκων τεκμηρίων των Ι.Χ. με αποτέλεσμα να υπερβαίνουν κατά πολύ τα εισοδηματικά όρια που προβλέπονται για τη χορήγηση των απαλλαγών, των επιδομάτων και των λοιπών παροχών. Και σαν να μη φθάνουν όλα αυτά, οι εν λόγω φορολογούμενοι επιβαρύνονται στο τέλος κάθε χρόνου και με υπέρογκα ποσά τελών κυκλοφορίας.
Όσοι φορολογούμενοι έχουν πολύ χαμηλά ετήσια πραγματικά εισοδήματα, κυρίως χαμηλόμισθοι, χαμηλοσυνταξιούχοι, άνεργοι, περιστασιακά απασχολούμενοι καθώς και μικρομεσαίοι επαγγελματίες και αγρότες με ζημιές ή πολύ χαμηλά καθαρά κέρδη, θα ήταν καλό να βρουν τρόπο να απαλλαγούν από τυχόν Ι.Χ. αυτοκίνητα που κατέχουν, αποσύροντάς τα από την κυκλοφορία ή μεταβιβάζοντάς τα σε άλλους φορολογούμενους με πολύ πιο υψηλά εισοδήματα, που μπορούν να καλύπτουν τα τεκμήρια και να πληρώνουν κάθε χρόνο και τα αναλογούντα τέλη κυκλοφορίας.
Για να γίνουν καλύτερα αντιληπτά τα όσα προαναφέραμε, παραθέτουμε το παρακάτω αναλυτικό παράδειγμα:
Έστω άγαμος φορολογούμενος, νέος 25 ετών με μηνιαίο μισθό 600 ευρώ από την εργασία του στον ιδιωτικό τομέα. Ο φορολογούμενος αυτός διαμένει σε δωρεάν παραχωρηθέν από τους γονείς του διαμέρισμα 70 τ.μ. και διαθέτει επιπλέον ένα Ι.Χ. 1.400 κ.εκ., παλαιότητας 8 ετών, το οποίο του δώρισαν οι γονείς του. Ο εν λόγω φορολογούμενος κατέχει και το 50% μιας μονοκατοικίας 80 τ.μ. που βρίσκεται στο χωριό των γονιών του.
Το ετήσιο πραγματικό καθαρό εισόδημα του συγκεκριμένου φορολογούμενου ανέρχεται σε 8.400 ευρώ (600 ευρώ ανά μήνα επί 14 μηνιαίους μισθούς ανά έτος = 8.400 ευρώ). Το ποσό αυτό, σύμφωνα με την ισχύουσα φορολογική κλίμακα για τους μισθωτούς, είναι αφορολόγητο, δεδομένου ότι είναι χαμηλότερο του ισχύοντος στη συγκεκριμένη περίπτωση αφορολογήτου ορίου των 8.636 ευρώ.
Ωστόσο, για τον συγκεκριμένο φορολογούμενο, προκύπτει τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα σημαντικά υψηλότερο του πραγματικού των 8.400 ευρώ, καθώς στην περίπτωσή του εφαρμόζονται οι διατάξεις για τα τεκμήρια διαβίωσης. Ειδικότερα, ο συγκεκριμένος φορολογούμενος βαρύνεται:
α) με το ελάχιστο τεκμήριο των 3.000 ευρώ που ισχύει για κάθε άγαμο φορολογούμενο
β) με τεκμήριο 2.800 ευρώ για την κύρια κατοικία του (για το δωρεάν παραχωρηθέν διαμέρισμα των 70 τ.μ.),
γ) με τεκμήριο 960 ευρώ για το 50% της δευτερεύουσας κατοικίας στο χωριό και
δ) με τεκμήριο 3.640 ευρώ για το Ι.Χ. αυτοκίνητο των 1.400 κ.εκ.
Το άθροισμα των παραπάνω ποσών τεκμηρίων προσδιορίζει για τον συγκεκριμένο φορολογούμενο συνολικό τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα ύψους 10.400 ευρώ.
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, ο εν λόγω φορολογούμενος, μόνο και μόνο επειδή έχει στην κατοχή του Ι.Χ. αυτοκίνητο 1.400 κ.εκ. που ανεβάζει το συνολικό τεκμαρτό του εισόδημα κατά 3.640 ευρώ, εμφανίζεται με ετήσιο (τεκμαρτό) φορολογητέο εισόδημα 10.400 ευρώ, αντί με 8.400 ευρώ που είναι το πραγματικό δηλωθέν εισόδημά του.
Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής είναι ο φορολογούμενος να υποστεί τις ακόλουθες συνέπειες:
α) Θα κληθεί να καταβάλει στο Δημόσιο φόρο εισοδήματος 388 ευρώ, ο οποίος θα υπολογιστεί επί του τεκμαρτού εισοδήματος των 10.400 ευρώ, επειδή αυτό είναι μεγαλύτερο από το πραγματικό αποκτηθέν εισόδημα των 8.400 ευρώ. Δυνατότητα να αποφύγει την πληρωμή του φόρου αυτού υπάρχει, εφόσον στη φορολογική του δήλωση επικαλεστεί (δηλώσει) περισσεύματα από εισοδήματα παρελθόντων ετών ή άλλες πηγές εσόδων και εισοδημάτων νομίμως κτηθέντων και φορολογηθέντων τα οποία καλύπτουν τη διαφορά μεταξύ δηλωθέντος και τεκμαρτού εισοδήματος. Όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις φορολογουμένων τέτοια δυνατότητα δεν υπάρχει πλέον, καθώς περισσεύματα από εισοδήματα παρελθόντων ετών είναι αδύνατο να σχηματιστούν λόγω των τεράστιων εισοδηματικών απωλειών που έχουν ήδη υποστεί οι περισσότεροι φορολογούμενοι την τελευταία 8ετία εξαιτίας της εφαρμογής άδικων και αντιαναπτυξιακών μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής που προβλέπονταν από τα μνημόνια.
β) Θα πληρώσει τον ΕΝΦΙΑ με επιπλέον επιβάρυνση. Συγκεκριμένα, θα εμφανιστεί, εξαιτίας του τεκμηρίου του Ι.Χ., να έχει (τεκμαρτό) φορολογητέο εισόδημα 10.400 ευρώ που είναι μεγαλύτερο από το όριο των 9.000 ευρώ μέχρι το οποίο προβλέπεται απαλλαγή από το 50% του ΕΝΦΙΑ για την ακίνητη περιουσία του. Έτσι θα χάσει τη μερική αυτή απαλλαγή και θα κληθεί να καταβάλει το 100% του ΕΝΦΙΑ για το 50% της πλήρους κυριότητας του σπιτιού στο χωριό που του δώρισαν οι γονείς του. Αν υποτεθεί ότι ο ΕΝΦΙΑ, που αναλογεί στο 50% του σπιτιού αυτού είναι 250 ευρώ, τότε ο εν λόγω φορολογούμενος θα κληθεί να πληρώσει ολόκληρο το ποσό αυτό, αντί το 50% ή 125 ευρώ, δηλαδή θα επιβαρυνθεί με επιπλέον 125 ευρώ. Κι όλα αυτά επειδή το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημά του, το οποίο προέκυψε με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης, είναι μεγαλύτερο του εισοδηματικού ορίου των 9.000 ευρώ μέχρι το οποίο χορηγείται η συγκεκριμένη απαλλαγή. Το πραγματικό του εισόδημα είναι μικρότερο των 9.000 ευρώ αλλά δεν μετρά αυτό για να κριθεί εάν δικαιούται την απαλλαγή, επειδή είναι μικρότερο του τεκμαρτού.
γ) Θα χάσει το δικαίωμα ένταξης στο κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ, με συνέπεια να πληρώνει τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος με «καπέλο» 53,8%! Ειδικότερα, ο εν λόγω φορολογούμενος θα εμφανιστεί να έχει φορολογητέο εισόδημα 10.400 ευρώ, που είναι μεγαλύτερο από το εισοδηματικό όριο των 9.000 ευρώ, μέχρι το οποίο παρέχεται το δικαίωμα σε κάθε άγαμο να ενταχθεί στο κοινωνικό τιμολόγιο. Έτσι θα χάσει το δικαίωμα έκπτωσης 35% στο τιμολόγιο του ηλεκτρικού ρεύματος, το οποίο παρέχεται με την ένταξη στο κοινωνικό τιμολόγιο. Αν υποτεθεί ότι το κόστος της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος είναι γι’ αυτόν το φορολογούμενο 200 ευρώ το τετράμηνο, δεν θα πληρώνει 130 ευρώ το τετράμηνο, γιατί δεν θα δικαιούται την έκπτωση του 35%, αλλά θα επιβαρύνεται κανονικά με τα 200 ευρώ, δηλαδή θα επιβαρύνεται με επιπλέον 70 ευρώ ή 53,8% ανά τετράμηνο!
Πέραν των παραπάνω επιβαρύνσεων, ο φορολογούμενος του παραδείγματος θα πρέπει να πληρώνει και ετήσια τέλη κυκλοφορίας ύψους 255 ευρώ για το συγκεκριμένο αυτοκίνητο.
Ζημιά άνω των 1.000 ευρώ
Το συμπέρασμα που προκύπτει από το παραπάνω αναλυτικό παράδειγμα είναι ότι εάν ο χαμηλόμισθος φορολογούμενος δεν είχε στην κατοχή του το Ι.Χ. των 1.400 κ.εκ., τότε το τεκμαρτό του εισόδημα θα περιοριζόταν στα 6.760 ευρώ και θα ήταν μικρότερο από το πραγματικό δηλωθέν εισόδημα των 8.400 ευρώ. Τότε ως ετήσιο φορολογητέο εισόδημα θα λαμβάνονταν υπόψη τα 8.400 ευρώ και δεν θα πλήρωνε καθόλου φόρο εισοδήματος, θα πλήρωνε τον ΕΝΦΙΑ με έκπτωση 50% και το ηλεκτρικό ρεύμα με έκπτωση 35%, καθώς θα μπορούσε να ενταχθεί στο «κοινωνικό τιμολόγιο». Επίσης δεν θα επιβαρυνόταν με τα ετήσια τέλη κυκλοφορίας των 255 ευρώ.
Ουσιαστικά, η ετήσια οικονομική ζημία του εν λόγω φορολογούμενου από την κατοχή του Ι.Χ. αυτοκινήτου μπορεί άνετα να εκτιμηθεί σε ύψος ανώτερο των 1.000 ευρώ. Κι αυτό χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν καθόλου τα ετήσια έξοδα συντήρησης του συγκεκριμένου αυτοκινήτου καθώς και τα ετήσια έξοδα για την πληρωμή των ασφαλίστρων του. Στην ουσία, ο μισθωτός των 600 ευρώ του παραδείγματος χάνει κάθε χρόνο πάνω από 1,5 μισθό εξαιτίας των φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων που του προκαλεί η κατοχή του Ι.Χ.