Η εκτεταμένη νοθεία στα υγρά καύσιμα που εκτιμάται ότι μπορεί να φτάνει ακόμα και στο 40%, και η λαθρεμπορία, εκτός από την επίπτωση στη μακροζωία των κινητήρων των οχημάτων και την ποιότητα του περιβάλλοντος, έχει αξιοσημείωτες απώλειες στα δημόσια έσοδα και την ανάλογη επιβάρυνση του πολίτη.
Αυτό είναι το συμπέρασμα των ομιλιών σε ημερίδα που πραγματοποίησε σήμερα το ECOCITY (εθελοντικός οργανισμός που στοχεύει στην ενημέρωση των πολιτών και στη βελτίωση του επιπέδου ζωής στις μεγάλες πόλεις).
Όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της ημερίδας, ο τζίρος από το λαθρεμπόριο και τη διακίνηση νοθευμένων καυσίμων (πηγή Helleastat) ανέρχεται σε 1,5 δισ ευρώ και η φοροδιαφυγή από το λαθρεμπόριο καυσίμων υπερβαίνει κατά πολύ τα 600 εκατ ευρώ το χρόνο.
Από έρευνα που πραγματοποίησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας και παρουσίασε ο καθηγητής, Διευθυντής Διατμηματικού Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών Ο.Δ.Ε. και Μ.Ε., Γιώργος Πανηγυράκης, για τη νοθεία και το λαθρεμπόριο καυσίμων, πως το βιώνουν οι πολίτες και ποιοι είναι οι παράγοντες που το προκαλούν προκύπτει ότι 47% των οδηγών προμηθεύεται υγρά καύσιμα από πρατήριο που εμπιστεύεται, αν και το 31% θεωρεί ότι όλα τα πρατήρια είναι ίδια ενώ ένας στους τρεις 27% , δηλώνει ότι τα καύσιμα που αγοράζει μπορεί να είναι νοθευμένα.
Το 26% ξοδεύει περισσότερα από 100 ευρώ το μήνα για βενζίνη, ενώ στα σχόλια τους οι ερωτώμενοι αναφέρουν ότι «πολλές φορές δεν έχουμε το χρόνο που θα θέλαμε για να επιλέξουμε σωστά» και ότι «τα πρατήρια αλλάζουν την ποιότητα που προσφέρουν» και προσθέτουν ότι το πρόβλημα της νοθείας του δημιουργεί άγχος. Επίσης η νοθεία σημαίνει αύξηση του κόστους συντήρησης του οχήματος 32% (5 εκατ ευρώ το χρόνο).
Η νοθεία όμως έχει επιπτώσεις και στην υγεία και σύμφωνα με την έρευνα, υπολογίζεται ότι προκαλεί αύξηση των πνευμονικών νοσημάτων. Στην τριετία 2000- 2003 υπολογίζεται η αύξηση των πνευμονικών νοσημάτων στο 3%, ενώ εκτιμάται ότι επίσης κατά ένα 3% θα αυξηθούν τα πνευμονικά νοσήματα μέχρι το 2009. Αυτό σημαίνει, εκτός από την επιβάρυνση στην υγεία των πολιτών, επενδύσεις στην έρευνα για αυτού του τύπου τα νοσήματα (4.000.000 ευρώ), αύξηση της ανάγκης για κλίνες κατά 20%, αύξηση του κόστους για τη χρήση των κλινών κατά 43,4%, αύξηση των δαπανών διοίκησης κατά 8,3% αύξηση του συνολικού κόστους νοσηλείας ανά ασθενή 40%, αύξηση ανάγκης για κλίνες 1,5-3% και επενδύσεις ύψους περίπου 7-10% του προϋπολογισμού του νοσοκομείου και ποσοστιαία μεταβολή σε οικογενειακές δαπάνες 6,7%.