Υπέρ της σημαντικής μείωσης της χρονικής περιόδου παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να ελέγξει και να επιβάλει φόρους και πρόστιμα σε υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος στις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις τάχθηκε η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Από την έντυπη έκδοση
Υπέρ της σημαντικής μείωσης της χρονικής περιόδου παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να ελέγξει και να επιβάλει φόρους και πρόστιμα σε υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος στις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις τάχθηκε η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 147/2018 γνωμοδότηση που εξέδωσε στις 30 Ιουλίου, η περίοδος παραγραφής στις περιπτώσεις αυτές δεν είναι δεκαπενταετής, αλλά πενταετής, και μπορεί να παραταθεί για άλλα τρία έτη μόνο σε περίπτωση που η εκπρόθεσμη υποβολή της δήλωσης γίνει εντός του τελευταίου έτους της πενταετούς περιόδου παραγραφής.
Η υπ’ αριθμόν 147/2018 γνωμοδότηση της Ολομέλειας του ΝΣΚ συμπίπτει με προηγούμενη γνωμοδότηση που είχε εκδώσει το Β’ Τμήμα του ΝΣΚ και με την οποία είχε κριθεί ότι η υποβολή αρχικής εκπρόθεσμης δήλωσης δεν ισοδυναμεί με τη μη υποβολή δήλωσης, οπότε η περίοδος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την επιβολή φόρου δεν είναι 15ετής στην περίπτωση αυτή, αλλά κατά κανόνα 5ετής, δυνάμενη να παραταθεί κατά επιπλέον 3 χρόνια μόνο εφόσον η εκπρόθεσμη δήλωση υποβάλλεται το τελευταίο έτος της πενταετίας.
Η εν λόγω γνωμοδότηση -υπ’ αριθμόν 111/2018- ερχόταν σε αντίθεση με προηγούμενη του Β’ Τμήματος, η οποία είχε εκδοθεί το 2006 (υπ’ αριθμόν 173/2006) και είχε γίνει αποδεκτή από την τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με τη γνωμοδότηση εκείνη, η εκπρόθεσμη υποβολή δήλωσης εξισώνεται με τη μη υποβολή δήλωσης με αποτέλεσμα το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή φόρου να παραγράφεται μετά την πάροδο 15 ετών και στην περίπτωση αυτή.
Δεδομένης, πλέον, της ύπαρξης δύο αντίθετων γνωμοδοτήσεων, το ζήτημα παραπέμφθηκε για οριστική γνωμοδότηση στην Ολομέλεια του ΝΣΚ, η οποία έκανε δεκτή τη δεύτερη γνωμοδότηση και εν τέλει η προθεσμία παραγραφής των υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος για τις οποίες έχουν υποβληθεί εκπρόθεσμες δηλώσεις μειώνεται από τα 15 στα 5 έτη, εφόσον βεβαίως η τελική γνωμοδότηση της Ολομέλειας του ΝΣΚ γίνει αποδεκτή από τον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλή.
Σημειώνεται ότι η ισχύουσα αυτή τη στιγμή νομοθεσία για τη φορολογία εισοδήματος είναι εξαιρετικά πολύπλοκη ως προς το θέμα της παραγραφής των υποθέσεων, καθώς προβλέπει τέσσερις διαφορετικές περιόδους παραγραφής. Συγκεκριμένα:
α) Η κανονική περίοδος παραγραφής είναι πενταετής. Η πενταετία αρχίζει να «μετράει» αμέσως μετά το τέλος του έτους στο οποίο πρέπει να υποβληθεί η σχετική φορολογική δήλωση. Π.χ. η προθεσμία παραγραφής υποθέσεων φορολογίας εισοδήματος του έτους 2012 λήγει στις 31-12-2018, δηλαδή 5 έτη ακριβώς μετά την 31η-12-2013.
β) Στις περιπτώσεις που οι φοροελεγκτικές αρχές εντοπίζουν, μετά τη λήξη της κανονικής πενταετούς περιόδου παραγραφής, στοιχεία τα οποία θεωρούνται «συμπληρωματικά» και αποδεικνύουν ότι το πραγματικό ύψος του φόρου εισοδήματος που έπρεπε να πληρώσει ο φορολογούμενος είναι μεγαλύτερο, τότε η περίοδος παραγραφής παρατείνεται για 5 ακόμη έτη και γίνεται δεκαετής.
γ) Στις περιπτώσεις που οι φοροελεγκτικές αρχές διαπιστώνουν ότι για κάποιο έτος δεν υποβλήθηκε δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, η προθεσμία παραγραφής γίνεται δεκαπενταετής, παρατείνεται δηλαδή κατά 10 επιπλέον χρόνια μετά τη λήξη της κανονικής (πενταετούς) προθεσμίας παραγραφής.
δ) Τέλος, για τις χρήσεις των ετών 2012 και μετά προβλέπεται εικοσαετής περίοδος παραγραφής, σε περίπτωση διαπίστωσης φοροδιαφυγής.
Σε κάθε μία από τις παραπάνω περιπτώσεις προθεσμιών παραγραφής μπορεί να δοθεί παράταση επιπλέον ενός έτους, εφόσον το τελευταίο έτος της περιόδου εντοπιστούν νέα «συμπληρωματικά στοιχεία» από τα οποία προκύπτει ακόμη μεγαλύτερη φορολογητέα ύλη και συνακόλουθα υποχρέωση για πληρωμή επιπλέον φόρου.