Καταφύγιο στις μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης αναζητούν οι επενδυτές, καθώς τα εμπορικά πυρά εξακολουθούν να πληγώνουν τις αγορές. Ποιες άλλες επενδύσεις προσφέρουν «προστασία», ποιες κρύβουν παγίδες.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Καταφύγιο στις αμερικανικές μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης αναζητούν οι επενδυτές, καθώς τα εμπορικά πυρά εξακολουθούν να πληγώνουν τις αγορές. Περί τα 6 δισ. δολάρια υπολογίζεται ότι εισέρρευσαν σε αμοιβαία κεφάλαια και διαπραγματεύσιμα αμοιβαία (ETFs), που συνδέονται με μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης το διάστημα Μαΐου- Ιουλίου, κατά το οποίο τα μετοχικά αμοιβαία αμερικανικών μετοχών υψηλής κεφαλαιοποίησης ήρθαν αντιμέτωπα με εκροές, όπως προκύπτει από στοιχεία της Morgning Star.
Χάρη στη στροφή αυτή των επενδυτών ο δείκτης μικρής κεφαλαιοποίησης Russell 2000 καταγράφει κέρδη 11% από τις αρχές του έτους, την ώρα που ο S&P 500 έχει ενισχυθεί περίπου 5%. Ο Russell κινείται έτσι σε επίπεδα ρεκόρ, με τους αναλυτές να εμφανίζονται πάντως διχασμένοι για την πορεία του στο εξής.
Μερίδα αναλυτών εκτιμά ότι η ελκυστικότητα των εταιρειών μικρής κεφαλαιοποίησης θα διατηρηθεί όσο μαίνεται ο εμπορικός πόλεμος, πλήττοντας τα κέρδη πολυεθνικών κολοσσών με μεγάλη εξάρτηση από τις πωλήσεις τους σε αγορές εκτός ΗΠΑ. Ήδη από τις 25 Ιουνίου η Morgan Stanley έδωσε σήμα σε όσους επενδυτές αναζητούν ασφάλεια σε αυτή την ταραχώδη περίοδο, να στραφούν στην «μικρότερη γωνιά» της αγοράς μετοχών, εκτιμώντας ότι είναι αυτή που θα επηρεαστεί λιγότερο από τις εμπορικές φουρτούνες.
Ωστόσο άλλοι προειδοποιούν ότι πολύ σύντομα ο αντίκτυπος του εμπορικού πολέμου θα γίνει αισθητός και στις μικρότερες επιχειρήσεις, οι οποίες και έχουν μικρότερα περιθώρια αντίδρασης. Μία τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να πυροδοτήσει ταχεία φυγή κεφαλαίων από τα funds των μετοχών μικρής κεφαλαιοποίησης.
Προς το παρόν οι μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης αναδεικνύονται σε πρωταγωνιστές της αγοράς και σε ένα καταφύγιο, που φαίνεται να προσελκύει όσους φοβούνται να στραφούν στα ομόλογα ή νομίσματα όπως το γιεν.
Τα δύο νομίσματα της σταθερότητας
Από το Φεβρουάριο, όταν άρχισαν οι πρώτες αναταράξεις, και πολύ περισσότερο το τελευταίο τρίμηνο, οι επενδυτές στρέφονται στα δικαιώματα αγοράς (call options) γιεν και φράγκου. Το ιαπωνικό και το ελβετικό νόμισμα, παραδοσιακά καταφύγια στην αγορά, είναι τα μόνα στα οποία οι επενδυτές ποντάρουν έναντι του αμερικανικού δολαρίου αυτή τη στιγμή. Η τάση αναμένεται να έχει συνέχεια τους επόμενους μήνες, παρά το γεγονός ότι το ιαπωνικό νόμισμα δέχθηκε ελαφρές πιέσεις τον τελευταίο μήνα. Εμπόδια στα κέρδη του στάθηκε η επιμονή της Τράπεζας της Ιαπωνιάς σε υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική, την ώρα που η Fed προχωρά με σταθερά, δυναμικά βήματα σε επιτοκιακές αυξήσεις. Σε κάθε περίπτωση πάντως το στάτους του ως επενδυτικού καταφυγίου δεν αμφισβητείται. Ακόμη και εάν η ιαπωνική κεντρική τράπεζα αλλάξει ρότα, οι επενδυτές μπορούν πάντα να υπολογίζουν μεσοπρόθεσμα σε σταθερή πορεία του ιαπωνικού νομίσματος.
Και η παγίδα των ομολόγων
Εδώ και χρόνια οι ειδικοί προειδοποιούν για "φούσκα" στην αγορά ομολόγων, ύστερα από πολυετή άνοδο των τιμών και κατακόρυφη πτώση των επιτοκίων τους. Το 2018 ίσως να είναι τελικά το έτος, κατά το οποίο η φούσκα των ομολόγων θα σπάσει ή έστω θα σταματήσει να διευρύνεται. Οι ενδείξεις είναι ήδη σαφείς: Η απόδοση του αμερικανικού δεκαετούς είναι σταθερά κοντά στο 3% και μερίδα αναλυτών να προειδοποιεί ότι θα μπορούσε να υπερβεί το 4%, αλλά και η απόδοση του γερμανικού κρατικού ομολόγου κινείται ανοδικά τον τελευταίο μήνα. Παρόλα αυτά στο 0,38% εξακολουθεί να είναι αρκετά χαμηλή, με αποτέλεσμα τα γερμανικά ομόλογα να εξακολουθούν να προσελκύουν ως ασφαλές καταφύγιο μεγάλη μερίδα επενδυτών. Αναλυτές προειδοποιούν πως ακόμη και το χρέος μίας τέτοιας ισχυρής οικονομίας θα μπορούσε να αποδειχθεί παγίδα, καθώς το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, που συμπίεζε προς τα κάτω το κόστος δανεισμού, φτάνει στο τέλος του.