Οι παρεμβάσεις της Ευρωζώνης βελτίωσαν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, τη διατηρούν αβέβαιη μακροπρόθεσμα. Το μήνυμα αυτό στέλνει το ΔΝΤ στις αγορές, χαρακτηρίζοντας «κλειδί» τον ρεαλισμό στη διαμόρφωση των στόχων για πλεονάσματα και ανάπτυξη. Πάντως, το ΔΝΤ καλωσορίζει «τη συνεχή δέσμευση των Ευρωπαίων εταίρων της Ελλάδας να υποστηρίξουν τη χώρα στο μέλλον, συμπεριλαμβανομένης περαιτέρω ελάφρυνσης χρέους, εφόσον χρειαστεί».
Οι παρεμβάσεις της Ευρωζώνης βελτίωσαν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μεσοπρόθεσμα, ωστόσο, τη διατηρούν αβέβαιη μακροπρόθεσμα. Το μήνυμα αυτό στέλνει το ΔΝΤ στις αγορές, χαρακτηρίζοντας «κλειδί» τον ρεαλισμό στη διαμόρφωση των στόχων για πλεονάσματα και ανάπτυξη. Πάντως, το ΔΝΤ καλωσορίζει «τη συνεχή δέσμευση των Ευρωπαίων εταίρων της Ελλάδας να υποστηρίξουν τη χώρα στο μέλλον, συμπεριλαμβανομένης περαιτέρω ελάφρυνσης χρέους, εφόσον χρειαστεί». Συγκεκριμένα, το Ταμείο χαρακτηρίζει το χρέος βιώσιμο έως το 2038.
Σε πλήρη ισχύ η συμφωνία στα δημοσιονομικά
Στην έκθεση του άρθρου 4 για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, η οποία δημοσιεύτηκε πριν από λίγο, το Ταμείο προαναγγέλλει ότι θα εμπλακεί ενεργά στη μετα-προγραμματική εποπτεία της Ελλάδας. Στο πλαίσιο αυτό, διατυπώνει την εκτίμηση ότι η χώρα δεν χρειάζεται περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση, ωστόσο, λαμβάνει ως δεδομένη την εφαρμογή της μείωσης των συντάξεων το 2019 και της μείωσης του αφορολόγητου το 2020. Ειδικότερα, «καλωσορίζει τη δέσμευση των αρχών να εφαρμόσουν πλήρως το προ-νομοθετημένο δημοσιονομικό πακέτο για το 2019 και το 2020».
Μη αντιστρεψιμότητα των πολιτικών στα εργασιακά
Το Ταμείο σημειώνει ταυτόχρονα ότι θα χρειαστούν περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, για την ώθηση της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και της κοινωνικής συνοχής, υπό την επισήμανση ότι η Ελλάδα συνεχίζει να καταγράφει χαμηλότερες επιδόσεις από τις ομότιμες χώρες στους δείκτες ανταγωνιστικότητας και έχει ακόμη δρόμο να διανύσει στην απελευθέρωση των περισσότερων επαγγελμάτων στον τομέα των υπηρεσιών.
Μιλώντας για την ανάγκη βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, το ΔΝΤ επιμένει αφενός στην προώθηση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και αφετέρου στη διατήρηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, «μέσω μιας συνετής πολιτικής κατώτατου μισθού και μέσω της διατήρησης των μεταρρυθμίσεων στις συλλογικές διαπραγματεύσεις». Σύμφωνα με το Ταμείο, οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα βοηθήσουν να διασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα και να διατηρηθεί το μομέντουμ στην ανάκαμψη της απασχόλησης.
Προς λάθος κατεύθυνση το μίγμα πολιτικής
Σε κάθε περίπτωση, το ΔΝΤ επαναλαμβάνει τις ενστάσεις του για τους υψηλούς στόχους στα πρωτογενή πλεονάσματα, οι οποίοι «κοστίζουν στην ανάπτυξη», καθώς περιλαμβάνουν «υψηλούς φόρους και περιορισμένες κοινωνικές και επενδυτικές δαπάνες». Στο πλαίσιο αυτό, προκρίνει μια στροφή σε ένα μίγμα πολιτικής πιο φιλικό στην ανάπτυξη, το οποίο μέσω μιας περαιτέρω δημοσιονομικής εξισορρόπησης θα μειώσει τους άμεσους φόρους και θα αυξήσει στοχευμένες κοινωνικές δαπάνες για την υποστήριξη της μεγέθυνσης και τη μείωση της «ακόμη υψηλής» φτώχειας.
Θετική προοπτική ανάπτυξης με αστερίσκους
Η έκθεση διαπιστώνει ότι η Ελλάδα «επιτέλους επέστρεψε στην ανάπτυξη», με αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% το 2017. Ωστόσο, «η ανεργία παραμένει υψηλή» και «οι δημόσιοι και ιδιωτικοί ισολογισμοί παραμένουν επιδεινωμένοι». Εξάλλου, η χώρα θα πρέπει «να επιταχύνει τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs)», θέτοντας «πιο φιλόδοξους στόχους» στον συγκεκριμένο τομέα.
Το Ταμείο προβλέπει ανάπτυξη στο 2% το τρέχον έτος και στο 2,5% το 2019. Ανάμεσα στα ρίσκα που εντοπίζει, σε εγχώριο επίπεδο, είναι η πολιτική παράμετρος και η μεταρρυθμιστική κόπωση. Σε διεθνές επίπεδο, η επιβράδυνση του εμπορίου, η επιδείνωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών και η περιφερειακή αστάθεια. Επικεντρώνεται δε, μακροπρόθεσμα, στη γήρανση του πληθυσμού.
naftemporiki.gr