Στο 61% ανήλθε το 2017 η χρήση Μη Αδειοδοτημένου Λογισμικού, ποσοστό που είναι το υψηλότερο στη Δυτική Ευρώπη, ενώ είναι υψηλότερο ακόμη και από τον μέσο όρο στο σύνολο της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Αυτό αντιπροσωπεύει μια μείωση κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με την προηγούμενη έρευνα της BSA που δημοσιεύτηκε το 2016. Η εμπορική αξία του μη αδειοδοτημένου λογισμικού που βρίσκεται εγκατεστημένο στην Ελλάδα ανέρχεται στο ποσό των 173 εκατ. δολαρίων.
Από την έντυπη έκδοση
Στο 61% ανήλθε το 2017 η χρήση Μη Αδειοδοτημένου Λογισμικού, ποσοστό που είναι το υψηλότερο στη Δυτική Ευρώπη, ενώ είναι υψηλότερο ακόμη και από τον μέσο όρο στο σύνολο της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Αυτό αντιπροσωπεύει μια μείωση κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με την προηγούμενη έρευνα της BSA που δημοσιεύτηκε το 2016. Η εμπορική αξία του μη αδειοδοτημένου λογισμικού που βρίσκεται εγκατεστημένο στην Ελλάδα ανέρχεται στο ποσό των 173 εκατ. δολαρίων.
Η μείωση του ποσοστού της πειρατείας λογισμικού οφείλεται στις συγκροτημένες ενέργειες προς επιβολή του νόμου τόσο εκ μέρους της BSA, όσο και των κρατικών οργάνων και είναι αποτέλεσμα της αύξησης της Διαχείρισης Πόρων Λογισμικού εκ μέρους των επιχειρήσεων (Software Asset Management), την αύξηση της χρήσης συνδρομητικού λογισμικού και στην περιορισμένη οικονομική ανάκαμψη. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τους CIO’s, κυρίαρχο θέμα ανησυχίας σε επίπεδο συμμόρφωσης αποτελεί η παραβίαση δεδομένων.
Όπως τονίζουν οι αναλυτές της BSA, η κυβερνοασφάλεια είναι ο νούμερο ένα λόγος, για τον οποίο πρέπει να αποφεύγεται η χρήση μη αδειοδοτημένου λογισμικού. Για τη μείωση του κινδύνου των κυβερνοεπιθέσεων και την προαγωγή του τελικού αποτελέσματος, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εξαλείψουν το μη αδειοδοτημένο λογισμικό που βρίσκεται εγκατεστημένο στα δίκτυά τους και να εισάγουν σύστημα Διαχείρισης Πόρων Λογισμικού (Software Asset Management), σύμφωνα με την BSA. Η έρευνα έδειξε ότι οι εταιρείες μπορούν να εφαρμόσουν ισχυρά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων Διαχείρισης Πόρων
Λογισμικού προκειμένου να βελτιώσουν τον τρόπο που διαχειρίζονται το λογισμικό, και ως εκ τούτου να αυξήσουν τα κέρδη, να μειώσουν τους κινδύνους ασφαλείας και να αυξήσουν τις ευκαιρίες.
Mε βάση τα κυριότερα ευρήματα της έρευνας:
Οι αναλυτές της BSA επισημαίνουν πως οι επιχειρήσεις κάνουν χρήση λογισμικού προκειμένου να βελτιώσουν τον τρόπο που δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά, να αυξήσουν τα κέρδη τους, να προσεγγίσουν νέες αγορές και να κερδίσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι CIOs και όπως επιβεβαιώνεται από την ανάλυση της έρευνας που πραγματοποιήθηκε, εάν το λογισμικό είναι μη αδειοδοτημένο, οι επιχειρήσεις διατρέχουν ένα σημαντικό κίνδυνο να αντιμετωπίσουν συχνά-σοβαρές απειλές κατά της ασφάλειας.
Στην πραγματικότητα, οι CIOs παρατήρησαν ότι η κλοπή προσωπικών και εταιρικών δεδομένων είναι το πρωταρχικό μέλημά τους αναφορικά με το κακόβουλο λογισμικό που μπορεί να συνοδεύει μη αδειοδοτημένο λογισμικό.
Κατά συνέπεια, περισσότεροι από τους μισούς CIOs που συμμετείχαν στην έρευνα ανέφεραν τους κινδύνους κυβερνοασφάλειας ως τον νούμερο ένα λόγο για τον οποίο πρέπει να αποφεύγεται το μη αδειοδοτημένο λογισμικό (54%), με δεύτερο λόγο τον μικρότερο κίνδυνο που διατρέχουν λόγω νομικών ζητημάτων (43%).