«Ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Αλογοσκούφης έχει κάνει συγκεκριμένες αναφορές για την αναδιοργάνωση του φορολογικού συστήματος, από την οποία θα ωφεληθούν οι έλληνες εργαζόμενοι».
Αυτό ήταν το σχολιο του αναπληρωτή κυβερνητικού εκπροσώπου, Ευάγγελου Αντώναρου, σε ερώτηση σχετικά με την απάντηση που έδωσε η Επιτροπή σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΝ Δ. Παπαδημούλη, σύμφωνα με την οποία η φορολογική επιβάρυνση του κεφαλαίου είναι 8,8% χαμηλότερη από τον κοινοτικό μέσο όρο, ενώ της εργασίας είναι 2% υψηλότερη.
Σύμφωνα τον αρμόδιο Επίτροπο κ. Κόβακς, το 2004, ο πραγματικός συντελεστής φορολόγησης του κεφαλαίου, δηλαδή ο δείκτης που είναι ο πλέον ενδεδειγμένος για τη μέτρηση του μέσου πραγματικού φορολογικού βάρους, ήταν 17,0% στην Ελλάδα. Το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο του αριθμητικού μέσου όρου της Ένωσης (25,8% το 2003, ο μέσος όρος των 25 δεν διατίθεται για το 2004). Αντίθετα, ο πραγματικός συντελεστής φορολόγησης της εργασίας ήταν 37,9% το 2004, κατά τι υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (35,9 %).
Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, ο κ. Αντώναρος ανέφερε ότι «η κυβέρνηση εξάντλησε τα χρονικά περιθώρια για την αναγκαία προσαρμογή που απαιτεί την επιβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης» και σημείωσε ότι «αυτή η προσαρμογή έπρεπε να έχει γίνει εδώ και αρκετά χρόνια».
Οπως εξήγησε, «η προηγούμενη κυβέρνηση είχε αμελήσει να προσαρμοστεί στα ευρωπαϊκά πρότυπα και έπρεπε να το είχε κάνει όταν οι τιμές του αργού πετρελαίου διεθνώς ήταν πολύ χαμηλές και άρα, θα ήταν πιο εύκολο για τον καταναλωτή να αντιμετωπίσει αυτή την επιβάρυνση».