Την ανάγκη να ληφθούν αποφάσεις για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους στο Εurogroup της 21ης Ιουνίου επισημαίνει ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, ενώ απορρίπτει κατηγορηματικά την πρόταση για προληπτική γραμμή. Αναγνωρίζει ότι μετά το πρόγραμμα η χώρα θα βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, ενώ υπόσχεται ότι ο δημοσιονομικός «χώρος» των 3,5 δισ. ευρώ, που θα προκύψει έως το 2022, θα κατευθυνθεί σε ελάφρυνση των φόρων και κοινωνικές δαπάνες. Για τη στάση της Γερμανίδας καγκελαρίου σχολιάζει ότι θα μπορούσε να «είναι πιο τολμηρή».
Την ανάγκη να ληφθούν αποφάσεις για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους στο Εurogroup της 21ης Ιουνίου επισημαίνει ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, ενώ απορρίπτει κατηγορηματικά την πρόταση για προληπτική γραμμή. Αναγνωρίζει ότι μετά το πρόγραμμα η χώρα θα βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, ενώ υπόσχεται ότι ο δημοσιονομικός «χώρος» των 3,5 δισ. ευρώ, που θα προκύψει έως το 2022, θα κατευθυνθεί σε ελάφρυνση των φόρων και κοινωνικές δαπάνες.
Σε συνέντευξή του στην ηλεκτρονική έκδοση της Die Zeit o κ. Τσακαλώτος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Είναι εξαιρετικά σημαντικό για μας, στα οικονομικά φύλλα της Handelsblatt, της Wall Street Journal και των Financial Times να μην γραφτεί στις 22 Ιουνίου ότι το Eurogroup μετέθεσε εκ νέου το πρόβλημα και δεν διευθέτησε το ζήτημα το ελληνικού χρέους. Εάν συμβεί αυτό, προφανώς δε θα έχουμε πρόσβαση στις χρηματαγορές». Όσο για το ρόλο του ΔΝΤ, σημειώνε ότι το Eurogroup κατέστησε σαφές ότι προτίθεται να βοηθήσει την Ελλάδα στην επάνοδό της στις χρηματαγορές ανεξαρτήτως της συμμετοχής του Ταμείου.
Στο σχόλιο του δημοσιογράφου ότι μία προληπτική γραμή θα μπορούσε να καθησυχάσει τις αγορές, ο κ. Τσακαλώτος ξεκαθαρίζει ότι έχει αποφασιστεί ήδη από το Eurogroup του Ιουνίου του 2017 μία άλλη στρατηγική. «Θα δημιουργηθεί ένα ταμειακό απόθεμα. Αυτό λειτουργεί ως υποκατάστατο και όχι ως συμπληρωματικό μίας προληπτικής γραμμής πίστωσης» εξηγεί και προσθέτει: «Το δεύτερο επιχείρημά μου είναι το εξής: Δεν είναι προς το συμφέρον ούτε της Γερμανίας ούτε της Ελλάδας να συνεχίσουμε να έχουμε προγράμματα διάσωσης. Γιατί μια τέτοια πιστωτική γραμμή δεν θα ήταν τίποτε άλλο παρά ένα νέο πρόγραμμα, με όρους και προαπαιτούμεν».
«Κάποια στιγμή θα πρέπει να δείξει κανείς σε μια χώρα εμπιστοσύνη ότι λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις ευθύνες της» σχολιάζει ο υπουργός και συνεχίζει: «Ήμασταν οκτώ χρόνια σε πρόγραμμα και τώρα θέλουμε να βγούμε από αυτό. Ας πάρουμε λοιπόν όλοι μία βαθιά ανάσα και να δούμε πώς εμείς – η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση και οι κοινωνικοί εταίροι στην Ελλάδα – μπορούμε να φερθούμε με υπευθυνότητα, ώστε να μην επιστρέψουμε στις παλιές συνήθειες».
Όσον αφορά τη μεταμνημονιακή εποπτεία παραδέχεται ότι θα είναι πιο ενισχυμένη από εκείνη που είχαν η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος. Απαντώντας στο σχόλιο του δημοσιογράφου ότι οι πιστωτές «θέλουν κάποια μορφή ελέγχου» τονίζει: «Η Ευρώπη δεν θα έπρεπε να λειτουργεί μέσω ελέγχου. Μπορεί κανείς να ελέγχει τα πράγματα σε μια κρίση, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να πει: Η κρίση πέρασε και είναι τώρα η ώρα να περάσουμε από τον έλεγχο στη συνεργασία».
Για τη γερμανική στάση
Ο κ. Τσακαλώτος δεν παραλείπει πάντως να σχολιάσει και τη στάση της γερμανικής κυβέρνησης στην αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης και ευρύτερα της κρίσης χρέους. «Η κ. Μέρκελ θα μπορούσε να είναι περισσότερο τολμηρή. Αυτό θα ήταν καλό για τη Γερμανία και για την παρακαταθήκη της ως ευρωπαίας πολιτικού» σημειώνει. «Όταν κανείς εισέρχεται σε μία νομισματική ένωση με την εθνική του οικονομία, εγκαταλείπει ένα σημαντικό όπλο: Δεν έχει πλέον τη δυνατότητα υποτίμησης του νομίσματός του, καθιστώντας έτσι ανταγωνιστικότερη την οικονομία του. Επομένως, χρειάζονται άλλα εργαλεία για να το υποκαταστήσουν, πχ μία περιφερειακή πολιτική, μία ευρωπαϊκή πολιτική κατά της ανεργίας ή μία ευρωπαϊκή στρατηγική επενδύσεων. Δυστυχώς, τα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης περιμένουν πολιτικές κρίσεις όπως αυτή στην Ιταλία, αντί να κοιτάξουν μπροστά και να αποφασίσουν μεταρρυθμίσεις» συμπληρώνει.
Για ιταλικές εξελίξεις
Κληθείς να σχολιάσει τις εξελίξεις στην Ιταλία, ο κ. Τσακαλώτος δηλώνει ανήσυχος και παρατηρεί: «Αν κανείς κοιτάξει τα μεγέθη των περασμένων 20 ετών, η ιταλική οικονομία, με όρους κατά κεφαλήν εισοδήματος, δεν έχει αναπτυχθεί σχεδόν καθόλου. Η χώρα υποφέρει από τεράστιες περιφερειακές ανισότητες. Το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν ψηφίζουν πλέον τα παραδοσιακά κόμματα, οφείλεται στα πολύ έντονα κοινωνικά και περιφερειακά προβλήματα». Παρόλα αυτά, σημειώνει «κάθε πρόβλημα προσφέρει επίσης και μία δυνατότητα, διότι τώρα μπορεί να ξεκινήσει κανείς μια σοβαρή συζήτηση στην Ευρωζώνη γι’ αυτά τα ζητήματα. Ελπίζω ότι η Ιταλία θα συμβάλει στη συνειδητοποίηση του επείγοντος της κατάστασης».
Όσο για το πώς επηρεάζουν οι ιταλικές εξελίξεις τα σχέδια της Ελλάδας σημειώνει ότι «βραχυπρόθεσμα, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων ανέβηκαν, καθιστώντας για μας πράγματι δυσκολότερη τη χρηματοδότηση από τις χρηματαγορές». Ωστόσο ο υπουργός εκτιμά ότι αυτό «δεν είναι κάτι που θα συνεχίζεται αιωνίως». Οι ειδικοί στον ΟΔΔΗΧ, όπως αναφέρει, είναι σε θέση να αποφανθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο σχετικά με το πότε θα είναι κατάλληλες οι συνθήκες για νέο δανεισμό από τις χρηματαγορές.
naftemporiki.gr