Πολιτική λύση στο υπερπλεόνασμα που θα παραχθεί -εφόσον όλα κυλήσουν ομαλά- κατά τη διάρκεια της φετινής χρονιάς θα αναζητήσει η κυβέρνηση προκειμένου να ξεπεράσει με τον πιο ομαλό τρόπο το... επικίνδυνο θέμα της μείωσης αφορολογήτου αλλά και της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Πολιτική λύση στο υπερπλεόνασμα που θα παραχθεί -εφόσον όλα κυλήσουν ομαλά- κατά τη διάρκεια της φετινής χρονιάς θα αναζητήσει η κυβέρνηση προκειμένου να ξεπεράσει με τον πιο ομαλό τρόπο το... επικίνδυνο θέμα της μείωσης αφορολογήτου αλλά και της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις. Κρατώντας «διαπραγματευτικά ορθή στάση», τα κυβερνητικά στελέχη έχουν στοιχηθεί πίσω από την επίσημη γραμμή που ορίζει ότι «τα συμφωνηθέντα θα τηρηθούν απαρέγκλιτα». Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής στρατηγικής το οποίο θα κατατεθεί στο δεύτερο πενθήμερο του Ιουνίου στη Βουλή, θα προβλέπει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις και από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις αλλά και από τη μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο ελπίζουν να επιτύχουν τριπλό στόχο με τις δημοσιονομικές επιδόσεις που αποτυπωθούν στο μεσοπρόθεσμο:
1. Να μην επιμείνει το ΔΝΤ στην απαίτηση να έρθει νωρίτερα η μείωση του αφορολογήτου, δηλαδή να εφαρμοστεί κανονικά από την 1/1/2020 και όχι από την 1/1/2019
2. Να συναποφασιστεί ότι υπάρχει ο δημοσιονομικός χώρος για την ενεργοποίηση των αντίμετρων τόσο κατά το 2019 όσο και κατά το 2020.
3. Να γίνει κοινά αποδεκτό ότι το 2018 μπορεί να υπάρξει δημοσιονομικό περιθώριο για τη διανομή έκτακτου μερίσματος. Πίσω από τις πολιτικές δηλώσεις πολλών στελεχών της κυβέρνησης του τύπου «θα δούμε για το αφορολόγητο μετά τον Αύγουστο και ανάλογα με τις δημοσιονομικές συνθήκες» κρύβεται η ελπίδα ότι θα είναι τέτοια η υπερεκτέλεση του προϋπολογισμού κατά τη διάρκεια του 2018 ώστε να «περισσέψει» ένα ποσό άνω των 500 εκατ. ευρώ. Αυτό το ποσό θα μπορεί να διοχετευτεί προς το τέλος του χρόνου στα νοικοκυριά με έμφαση αυτούς που θα θιγούν περισσότερο από τις αρχές του χρόνου δηλαδή τους συνταξιούχους που θα υποστούν τις μεγαλύτερες απώλειες από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.
Ουσιαστικά στην κυβέρνηση ελπίζουν στην επανάληψη του μοντέλου που εφαρμόστηκε και το 2017. Η κυβέρνηση έσπευσε με το υπερπλεόνασμα της περυσινής χρονιάς να «προκαταβάλει» τη ζημιά που θα υφίσταντο με την αλλαγή του έτους τόσο οι κάτοικοι των ορεινών νομών της χώρας (λόγω της μείωσης του επιδόματος θέρμανσης) όσο και οι κάτοικοι των νησιωτικών περιοχών λόγω της κατάργησης του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ σε 32 νησιά του Αιγαίου. Με βάση αυτό το μοντέλο, θα βρεθεί στο τραπέζι των συζητήσεων το ενδεχόμενο το όποιο έκτακτο κοινωνικό μέρισμα προκύψει για το 2018 να δοθεί στους συνταξιούχους που θα υποστούν τις μεγαλύτερες εισοδηματικές απώλειες τόσο εξαιτίας της νέας περικοπής του ΕΚΑΣ όσο και εξαιτίας της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς.
Το πρώτο κυβερνητικό ζητούμενο -δηλαδή να μην έρθει νωρίτερα η μείωση του αφορολογήτου- θα κριθεί στην πράξη έως τις 15 Ιουνίου στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης του 3ου μνημονίου. Το ΔΝΤ έχει ήδη αναθεωρήσει προς τα πάνω την εκτίμησή του για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 από το 2,9% στο 3,5%, πρόβλεψη η οποία «παρασύρει» και την εκτίμηση για τη δημοσιονομική επίδοση του 2019. Έως τις 15 Ιουνίου (και ενώ εν τω μεταξύ θα έχει ανακοινωθεί η πορεία του ΑΕΠ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2018) θα έχει κριθεί αν το ΔΝΤ εντοπίζει δημοσιονομικό κενό για το 2019 ή όχι. Σε κάθε περίπτωση, το να έρθει νωρίτερα η μείωση του αφορολογήτου θεωρείται πολύ δύσκολο υπό τις παρούσες συνθήκες. Ακόμη και αν το ΔΝΤ επιμείνει στο δημοσιονομικό κενό (υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα) το πιο πιθανό είναι ζητηθεί μερική περικοπή του πακέτου με τα αντίμετρα και όχι πρόωρη μείωση του αφορολογήτου.
Από το πακέτο με τα αντίμετρα του 2019 έχει ήδη «κλειδώσει» η διανομή του επιδόματος στέγασης, προϋπολογισμού περίπου 600 εκατ. ευρώ, το οποίο όμως πολύ δύσκολα θα «φτάσει» σε συνταξιούχους. Το εισοδηματικό όριο των 12.000 ευρώ για ένα ζευγάρι πολύ δύσκολα θα αποδειχτεί αρκετό για να καλύψει ένα ζευγάρι συνταξιούχων, ειδικά αν ληφθεί υπόψη ότι για την πρώτη χρονιά εφαρμογής του το επίδομα θα διανεμηθεί με βάση τα εισοδήματα του 2017.
Μέτρο που ενδιαφέρει τους συνταξιούχους είναι η μείωση της συμμετοχής στα φάρμακα. Προς το παρόν, το υπουργείο Υγείας δεν έχει ανακοινώσει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου, ωστόσο και πάλι εκτιμάται ότι αυτοί που θα επωφεληθούν από τη μείωση ή την πλήρη κατάργηση της συμμετοχής στα φάρμακα δεν θα είναι τα ίδια πρόσωπα που θα υποστούν τις μεγαλύτερες συνέπειες από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.
Υπό αυτές τις συνθήκες αναζητείται ο δημοσιονομικός χώρος για να χρηματοδοτηθεί ένα ακόμη και έκτακτο κοινωνικό μέρισμα το οποίο θα είναι στοχευμένο για τους θιγόμενους από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς. Το προβλεπόμενο πρωτογενές πλεόνασμα του 2018 είναι ακόμη υπό διαπραγμάτευση και θα οριστικοποιηθεί κατά την τελική αξιολόγηση. Ωστόσο, η ελληνική πλευρά ελπίζει ότι οι δανειστές θα αποδεχθούν για φέτος κάτι καλύτερο από την απαισιόδοξη εκτίμηση του ΔΝΤ το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, ανέβασε ήδη τον πήχη του 2018 στο 3,5% του ΑΕΠ. Με πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 4%, δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος ικανός για να καλυφθεί η μισή ζημιά από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.
Για τη μείωση του αφορολογήτου, η κυβέρνηση ελπίζει ότι η υλοποίηση από την 1/1/2020 θα «εξουδετερωθεί» σε πολύ μεγάλο βαθμό από την ενεργοποίηση των φορολογικών αντίμετρων. Πράγματι, οι αρχικές απώλειες των 650 ευρώ που επιφέρει η μείωση του αφορολογήτου μετριάζονται ή και εξουδετερώνονται ακόμη από:
1. Τη μείωση του βασικού συντελεστή της φορολογικής κλίμακας από το 22% στο 20%
2. Τον μηδενισμό της εισφοράς αλληλεγγύης για τους έχοντες εισοδήματα έως και 30.000 ευρώ.
Η εφαρμογή μέτρων και αντίμετρων ουσιαστικά περιορίζει τις απώλειες για τους έχοντες τα χαμηλότερα εισοδήματα στα 350-400 ευρώ, ενώ για τους έχοντες εισοδήματα άνω των 22.000 ευρώ πρακτικά προκύπτει και όφελος το οποίο είναι ανάλογο του εισοδήματος. Όσο μεγαλύτερο το εισόδημα τόσο μεγαλύτερο και το όφελος, το οποίο μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 700 ευρώ.
«Θα λάβουμε όλα τα αναγκαία μέτρα»
Σε πολιτική λύση παραπέμπουν και οι χθεσινές δηλώσεις του υπουργού Περιβάλλοντος Γιώργου Σταθάκη, ο οποίος μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ANT1 υποστήριξε ότι «όσοι επενδύουν στην καταστροφολογία των συντάξεων, τελικώς θα πέσουν έξω». Ο κ. Σταθάκης, αφού υποστήριξε για μια ακόμη φορά ότι η κυβέρνηση θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της, πρόσθεσε ότι «εφόσον έχουμε τα ζητούμενα δημοσιονομικά αποτελέσματα, θα λάβουμε όλα τα αναγκαία μέτρα». Με βάση τα δεδομένα του κ. Σταθάκη, από την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς δεν θα θιγούν τα δύο τρίτα των συνταξιούχων.