Eντελώς απροετοίμαστες είναι οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις για το νέο κανονισμό προστασίας δεδομένων GDPR, που τίθεται σε εφαρμογή σε δύο μέρες.
Απροετοίμαστες είναι οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις για το νέο κανονισμό προστασίας δεδομένων GDPR, που τίθεται σε εφαρμογή σε δύο μέρες. Οι καταναλωτές από την πλευρά τους είναι ανήσυχοι σχετικά με τη διαχείριση των προσωπικών τους στοιχείων. Αυτό προκύπτει από έρευνα που πραγματοποίησε σήμερα η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Εταιρειών Κινητών Εφαρμογών Ελλάδος (ΣΕΚΕΕ) και την Kapa Research.
Σε ενημερωτική εκδήλωση για την εφαρμογή του Νέου Κανονισμού GDPR και τα θέματα που προκύπτουν για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τους καταναλωτές, που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο αμφιθέατρο της ΓΣΕΒΕΕ, επισημάνθηκε η ανάγκη να διαμορφωθεί ένα φιλικό πλαίσιο προσαρμογής των μικρών επιχειρήσεων σε ένα Κανονισμό που επί της αρχής είναι ορθός και σκοπεύει στην ουσιαστική προστασία πολιτών και επιχειρήσεων.
Τα συμπεράσματα της έρευνας είναι τα ακόλουθα:
Μία στις 3 επιχειρήσεις δεν γνωρίζει αν έχει υποχρέωση δήλωσης στην Αρχή προστασίας Προσωπικών Δεδομένων σχετικά με τα αρχεία που τηρεί για τους πελάτες (για το προσωπικό το ποσοστό ανέρχεται στο 39%). Το 43% των επιχειρήσεων δε γνωρίζει τίποτα σχετικά με το νέο Κανονισμό προστασίας προσωπικών δεδομένων, ενώ 1 στις 3 απλά έχει ακούσει σχετικά. Μόνο στις 1 στις 4 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι γνωρίζουν για το νέο Κανονισμό. Επιπρόσθετα, το 47% των επιχειρήσεων δε γνωρίζει ποιες είναι οι υποχρεώσεις της επιχείρησης σχετικά με την τήρηση του νέου Κανονισμού, ενώ ένα μεγάλο ποσοστό αδυνατεί να προσδιορίσει επακριβώς την υποχρέωση που έχει για την απρόσκοπτη τήρηση των αρχείων.
Επιπλέον 4 στις 5 επιχειρήσεις δεν έχουν προβεί σε καμιά ενέργεια για να προετοιμαστούν εσωτερικά για το νέο Κανονισμό, ενώ το 82% δεν διαθέτει ένα σχέδιο έκτακτης δράσης για την παραβίαση των δεδομένων. Το 80% των επιχειρήσεων που τηρούν αρχεία, τα έχουν καταχωρημένα σε ηλεκτρονική μορφή (κυρίως σε υπολογιστικές μονάδες εντός της επιχείρησης).
Ενδεικτικό της σύγχυσης και της ευαλωτότητας των μικρών επιχειρήσεων είναι το γεγονός ότι πάνω από 1 στις 5 επιχειρήσεις έχει δεχτεί κρούση για να καλύψει την υποχρέωση συμμόρφωσης αγοράζοντας υπηρεσίες συμβουλευτικής από ιδιωτικούς παρόχους, οι οποίες υπερβαίνουν τα 1.000 ευρώ ετησίως. Αν ισχύσει αυτή τιμή ως τιμή ισορροπίας στην αγορά, η συντριπτική πλειονότητα των μικρών επιχειρήσεων θα αδυνατεί να ανταποκριθεί, και ένα ποσοστό αυτών ενδεχόμενα εισέλθει στον άτυπο τομέα της οικονομίας για να αποφύγει ένα επιπρόσθετο βάρος (58% δεν μπορεί να αναλάβει αυτό το κόστος προσαρμογής- συμμόρφωσης).
Όπως σημειώθηκε από τους ομιλητές, τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση Βιοτεχνικών και Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (UEAPME), όσο και ισχυρές περιφερειακές οργανώσεις, όπως η PIMEC (της περιφέρειας της Καταλονίας, στην Ισπανία), έχουν επισημάνει τα προβλήματα που δυνητικά θα προκύψουν από την εφαρμογή του νέου Κανονισμού στις μικρές επιχειρήσεις, εξαιτίας του αυστηρού αλλά συγχρόνως και ασαφούς πλαισίου σχετικά με τις υποχρεώσεις που αυτές έχουν προκειμένου να ανταποκριθούν στις νέες απαιτήσεις και τα υψηλά κόστη συμμόρφωσης.
Η ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι η ορθότητα της εφαρμογής ενός τόσο σημαντικού μηχανισμού που θα διασφαλίζει τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών, των καταναλωτών και των επιχειρήσεων δεν θα πρέπει να προσκρούει σε αυστηρές διοικητικές αγκυλώσεις και προτυποποιημένες αγοραίες διευθετήσεις, και καταθέτει ένα πλέγμα προτάσεων που θα προασπίζουν:
- Την ίση μεταχείριση και προστασία πολιτών και επιχειρήσεων
- Τη διαφάνεια και τη λογοδοσία
- Τους ίσους όρους ανταγωνισμού
- Την αναπαραγωγή της πραγματικής οικονομίας, χωρίς επιπρόσθετα κόστη
Στο πλαίσιο αυτό προτείνει:
-Τη δημιουργία ενός μηχανισμού υποστήριξης επιχειρήσεων για τη σταδιακή προσαρμογή τους στο νέο Κανονισμό (ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας),
- Την ανάληψη ενημέρωσης των μικρών επιχειρήσεων από τις μονάδες των συλλογικών φορέων και υπηρεσιών που διαθέτουν, χωρίς κόστος,
- Την έκδοση ενός οδηγού που θα περιλαμβάνει τις υποχρεώσεις των επί μέρους κλάδων για την ορθή τήρηση του αρχείου (π.χ. επιχειρήσεις εστίασης/ κέντρα αθλητισμού, κέντρα περιποίησης, συνεργεία, καταστήματα που ασκούν ηλεκτρονικό εμπόριο κ.ά.).