Οικονομία & Αγορές
Δευτέρα, 21 Μαΐου 2018 16:07

Καρλ Άιγκινγκερ: Η στρατηγική για την Ελλάδα του 2030

Ώρα να αφήσετε τη συζήτηση για το παρελθόν και να δείτε πώς θα προχωρήσετε στο μέλλον, να εστιάσετε στους παράγοντες που θα «αλλάξουν το παιχνίδι» στην Ελλάδα. Αυτό είναι το μήνυμα που στέλνει μιλώντας στη «Ναυτεμπορική» ο Καρλ Άιγκινγκερ, καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Βιέννης, π. πρόεδρος του Αυστριακού Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών (WIFO) και πρόεδρος του Policy Crossover Centre - Vienna - Europe. 

Από την έντυπη έκδοση 

Συνέντευξη στη Νατάσα Στασινού
[email protected]

Ώρα να αφήσετε τη συζήτηση για το παρελθόν και να δείτε πώς θα προχωρήσετε στο μέλλον, να εστιάσετε στους παράγοντες που θα «αλλάξουν το παιχνίδι» στην Ελλάδα. Αυτό είναι το μήνυμα που στέλνει μιλώντας στη «Ναυτεμπορική» ο Καρλ Άιγκινγκερ, καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Βιέννης, π. πρόεδρος του Αυστριακού Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών (WIFO) και πρόεδρος του Policy Crossover Centre - Vienna - Europe. 

Ο διακεκριμένος Αυστριακός οικονομολόγος, o oποίος υποστηρίζει σταθερά όλα αυτά τα χρόνια την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ, μας περιγράφει μια στρατηγική για το πώς μπορεί να αναδειχθεί η χώρα σε «κέντρο παραγωγής, εμπορίου, εξαγωγών σε μία άκρως δυναμική γεωγραφική περιοχή» και ενδεχομένως στην "πρώτη απανθρακοποιημένη" οικονομία της Ευρώπης».

«Τα μέσα εστιάζουν περισσότερο στα προβλήματα παρά στις αλλαγές, που έχουν γίνει ή έρχονται… και στο αίσθημα της κοινής γνώμης κυριαρχεί το βάρος της αλλαγής, που έχει πέσει στους ώμους (άλλοτε αναπόφευκτα και άλλοτε άδικα) των νέων και των νοικοκυριών χαμηλού εισοδήματος, που υποεκπροσωπούνται στη μεταρρυθμιστική διαδικασία» σχολιάζει στη «Ν» ο κ. Άιγκινγκερ, προσθέτοντας ωστόσο ότι σημασία τώρα έχει να χαραχθεί μία στρατηγική για το πού θα βρίσκεται η Ελλάδα το 2030.

Τα πλεονεκτήματα
Όπως εξηγεί ο Αυστριακός οικονομολόγος (ο οποίος επισκέφθηκε τη χώρα μας για να συμμετάσχει στο διεθνές συνέδριο που οργάνωσε το Κέντρο Αριστείας Ζαν Μονέ του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, σε συνεργασία με το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης) είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι οι γειτονικές, κοντινές χώρες της Ελλάδας, από την Τουρκία έως τις χώρες της Βόρειας Αφρικής και σε μικρότερο βαθμό εκείνες των Δυτικών Βαλκανίων και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, αναπτύσσονται ταχύτατα - τουλάχιστον σε περιόδους ειρήνης. Σε αυτή τη δυναμική περιοχή η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί σε οικονομικό κέντρο. «Η χώρα διαθέτει πληθυσμό υψηλού μορφωτικού επιπέδου, νέους με γνώσεις σε ICT και επιχειρηματικές δυνατότητες, που γίνονται ορατές από επιχειρηματίες σε ολόκληρο τον κόσμο» αναφέρει, τονίζοντας ότι «θα πρέπει να αξιοποιηθούν όλα αυτά προκειμένου να ηγηθείτε στις τεχνολογικές εξελίξεις στη Νότια Ευρώπη». Αυτό, ωστόσο, απαιτεί «εσωτερικές μεταρρυθμίσεις και νέες στρατηγικές συμμαχίες με τις γειτονικές χώρες και την κοινωνία των πολιτών» ξεκαθαρίζει, εξηγώντας πως η αποβιομηχάνιση που έλαβε χώρα τις δύο προηγούμενες δεκαετίες, θα πρέπει να δώσει τη θέση της σε νέες επιχειρήσεις και στη δημιουργία μιας οικονομικής ζώνης, που θα στηρίζεται στα λιμάνια και τα δίκτυα μεταφορών.

Οι ειδικές ζώνες
Για να γίνουν όλα τα παραπάνω, πρέπει η Ελλάδα να προσελκύσει ξένες άμεσες επενδύσεις. Γιατί αυτές δεν έρχονται προς το παρόν; «Μετά την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας των τιμών, το βασικό εμπόδιο για να επενδύσει κανείς στην Ελλάδα παραμένει η αβεβαιότητα σχετικά με τις μακροπρόθεσμες συνθήκες για μία επιχείρηση» αναφέρει και επισημαίνει ότι εάν έστω κάποιες περιοχές της χώρας δείξουν τον δρόμο για καλύτερους, σταθερούς κανόνες, θα ακολουθήσουν εν μέσω ανταγωνισμού και άλλες, στις οποίες ενδεχομένως μεταρρυθμίσεις εμποδίζονται ή καθυστερούν από τοπικά λόμπι και κατεστημένα συμφέροντα. «Η μείωση της γραφειοκρατίας θα αυξήσει την πιθανότατα να επιστρέψουν ταλέντα που μετανάστευσαν, ενώ η καθιέρωση βιομηχανικών ζωνών ή ζωνών μεταρρύθμισης θα ήταν ένας παράγοντας που αλλάζει το παιχνίδι από τη στιγμή που οι επιχειρήσεις υποστηρίζουν πως δεν μπορούν να επενδύσουν στην Ελλάδα εξαιτίας των περίπλοκων διαδικασιών και των χρονοβόρων νομικών αντιπαραθέσεων» υπογραμμίζει ο κ. Άιγκινγκερ, εκφράζοντας την πεποίθηση πως εάν αντιμετωπιστούν αυτά «χάρη στην εξαιρετική γεωγραφική θέση της, η Ελλάδα θα προσελκύσει άμεσες επενδύσεις». Αυτές οι ζώνες, όπως εξηγεί, θα μπορούσαν να καλύπτουν για παράδειγμα για ένα χρόνο το κόστος ενοικίου και ηλεκτρικού ρεύματος για νέες επιχειρήσεις και στη συνέχεια να το ανεβάζουν σταδιακά, σε ορίζοντα τριετίας, σε τιμές αγορές,  να περιλαμβάνουν κέντρα «επώασης» καινοτομιών, να παρέχουν στήριξη σε επίπεδο εξοπλισμού ή ακόμη και γραμματειακής υποστήριξης.

Ο ρόλος των εκπατρισθέντων
Απαραίτητα είναι γενικότερα τα οικονομικά κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις, σημειώνει ο κ. Άιγκινγκερ, δίνοντας έμφαση στον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι εκπατρισθέντες. Το δημόσιο χρήμα θα είναι περιορισμένο στο προσεχές μέλλον, γι’ αυτό και είναι αναγκαία η άντληση ιδιωτικών κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση των μεταρρυθμίσεων. Θα μπορούσαν, όπως αναφέρει, να συγκεντρωθούν κεφάλαια χωρίς την υπόσχεση συγκεκριμένων αποδόσεων, αλλά με μικρά «μπόνους» ως κίνητρα καλής διαχείρισης και τόνωσης της απασχόλησης. Τα ιδιωτικά κεφάλαια που θα αντληθούν θα μπορούσαν, συνεχίζει, να μοιραστούν σε ένα Κοινωνικό Ταμείο, για τη μείωση της φτώχειας, και ένα Venture Capital Fund που θα στηρίζει νέες εταιρείες και start ups, με την προοπτική κάποιων κερδών. Σημειώνει επίσης ότι η Εκκλησία, εφοπλιστές ή ακόμη και ο στρατός θα μπορούσαν να συμβάλουν ως ένδειξη «αναγνώρισης των προνομίων του παρελθόντος».

Οι νέοι
Το κλειδί για το μέλλον της χώρας κρατούν οι νέοι, που «έχουν υποστεί τα περισσότερα από τις αποτυχίες του παρελθόντος και τις τρέχουσες μεταρρυθμίσεις», επισημαίνει ο καθηγητής, και προτείνει ως ακόμη έναν παράγοντα «αλλαγής του παιχνιδιού», έναν διαγωνισμό ιδεών για το πώς θα εξασφαλιστούν περισσότερες ευκαιρίες στους νέους. Αυτός, αναφέρει, θα μπορούσε να οργανωθεί μέσω κοινωνικών δικτύων και οι καλύτερες ιδέες να παρουσιαστούν και να τεθούν σε εφαρμογή από ένα ειδικό συμβούλιο μεταρρυθμίσεων, στο οποίο θα συμμετέχουν βεβαίως και οι νικητές.

Η ενσωμάτωση των μεταναστών
Ο Καρλ Άιγκινγκερ υπογραμμίζει ακόμη την ανάγκη για ίδρυση ημικρατικών οργανισμών που θα έχουν την ευθύνη για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην κοινωνία και των παιδιών τους στο σύστημα προσχολικής αγωγής και ευρύτερα στο εκπαιδευτικό σύστημα. «Η Ελλάδα έχει ανάγκη τη μετανάστευση, η οποία και τη βοηθά να αναπτύξει δεσμούς με γειτονικές χώρες» σημειώνει, υπενθυμίζοντας ότι αυτοί οι δεσμοί σήμερα είναι «εξαιρετικά χαλαροί», με αποτέλεσμα να εμφανίζει τις χαμηλότερες εξαγωγές προς τις γειτονικές χώρες, από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ε.Ε. 

Η «απανθρακοποίηση»
Η Ελλάδα είναι μία χώρα με μεγάλη εξάρτηση από τον άνθρακα και τα ορυκτά καύσιμα, στηριζόμενη σε εισαγωγές, που πιέζουν βαθιά σε αρνητικό έδαφος το εμπορικό ισοζύγιο. Υπάρχουν προσδοκίες για εκμετάλλευση υδρογονανθράκων και σημαντικά έσοδα. Είναι, όμως, αυτός ο δρόμος στον οποίο πρέπει να κινηθεί η χώρα; Κατά τον κ. Άιγκινγκερ, όχι. Αντιθέτως, όσο και εάν αυτό ακούγεται περίεργο ή υπερβολικά φιλόδοξο, πιστεύει ότι η Ελλάδα πρέπει να επιδιώξει να ηγηθεί στην «απανθρακοποίηση», να γίνει η πρώτη «απανθρακοποιημένη» κοινωνία στην Ευρώπη. «Η ανάπτυξη της αιολικής και ηλιακής ενέργειας και της ενεργειακής αποδοτικότητας θα έπρεπε να είναι κορυφαία προτεραιότητα» τονίζει, με την προοπτική μάλιστα ακόμη και για εξαγωγές σχετικής τεχνολογίας σε χώρες της Ε.Ε., των Δυτικών Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής. Προτείνει δε την απαγόρευση των αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης έως το 2025.
 

Ποιος ο δρόμος για την Ευρώπη 
Αντιμέτωπη με προκλήσεις, ωστόσο, δεν είναι μόνο η Ελλάδα, αλλά συνολικά η Ευρωπαϊκή Ένωση, για την οποία ο κ. Άιγκινγκερ υπογραμμίζει ότι είναι «μοντέλο επιτυχίας σε κρίση μέσης ηλικίας».

«Έχει αναπτυχθεί από μία συμφωνία ελευθέρου εμπορίου, αρχίζοντας από τον άνθρακα και τον χάλυβα, σε μία ενιαία αγορά, μία περιοχή, στην οποία η πλειονότητα των μελών έχουν κοινό νόμισμα, χωρίς στρατιωτικές συγκρούσεις τα τελευταία χρόνια, που προωθεί το Κράτος Δικαίου στις υποψήφιες προς ένταξη χώρες» θυμίζει, προσθέτοντας ωστόσο ότι νέες προκλήσεις έρχονται στο προσκήνιο.  «Η Βρετανία αποφάσισε να φύγει, λαϊκιστικά κινήματα μιλούν για ανελεύθερες δημοκρατίες και το ένδοξο παρελθόν, οι ανισότητες αυξάνονται και η σύγκλιση μεταξύ περιφερειών και κρατών μελών δεν προχωρά όσο γρήγορα περίμενε κανείς» αναφέρει, επισημαίνοντας ότι η Ευρώπη τώρα καλείται να αποφασίσει εάν θα ακολουθήσει τον «χαμηλό δρόμο» ή τον «μεγάλο δρόμο».

Ο πρώτος, εξηγεί, έχει περικοπές σε μισθούς και στάνταρντς. Ο δεύτερος καινοτομία, αύξηση της παραγωγικότητας, στροφή σε νέες τεχνολογίες. «Η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σταυδρόμι» σημειώνει ο κ. Άιγκινγκερ και έχει ανάγκη από εσωτερικές μεταρρυθμίσεις και μία νέα στρατηγική συνεργασία με τη δυναμική γειτονιά της, εάν θέλει να παραμείνει η οικονομική περιοχή με την υψηλότερη ευημερία. «Η εναλλακτική είναι να καταστεί μία απομονωμένη περιοχή με περίπου το 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 5% του πληθυσμού, που θα περικλείεται από ένα 'δαχτυλίδι της φωτιάς', χώρες που θα νοσταλγούν το παρελθόν και νέες ηγεμονικές δυνάμεις με αυταρχικά καθεστώτα (Ρωσία, Τουρκία ή Ιράν)» προειδοποιεί.