Για παγίωση μίας κατάφορης αδικίας εις βάρος των δημοσίων υπαλλήλων, παρά την εξαγγελία ενιαίου τρόπου υπολογισμού των εισφορών και των συντάξεων όλων των ασφαλισμένων, κάνει λόγο σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Εργαζομένων στις ΔΟΥ. Όπως εξηγεί η δυνατότητα για αναγνώριση του χρόνου ανεργίας που μεσολαβεί μεταξύ δύο ασφαλιστικών περιόδων δίνεται σε όλους τους ασφαλισμένους- με μόνη εξαίρεση εκείνους του Δημοσίου.
Για παγίωση μίας κατάφορης αδικίας εις βάρος των δημοσίων υπαλλήλων, παρά την εξαγγελία ενιαίου τρόπου υπολογισμού των εισφορών και των συντάξεων όλων των ασφαλισμένων, κάνει λόγο σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Εργαζομένων στις ΔΟΥ Αττικής και Κυκλάδων. Όπως εξηγεί η δυνατότητα για αναγνώριση του χρόνου ανεργίας που μεσολαβεί μεταξύ δύο ασφαλιστικών περιόδων δίνεται σε όλους τους ασφαλισμένους- με μόνη εξαίρεση εκείνους του Δημοσίου.
Ολόκληρη η ανακοίνωση του Συλλόγου, που υπογράφουν ο πρόεδρος, Βασίλειος- Πέτρος Σπανάκης και ο γενικός γραμματέας, Δημήτριος Μέρκος, έχει ως εξής:
«Παρόλο που με την δημιουργία του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), εξαγγέλθηκε ο ενιαίος τρόπος υπολογισμού των εισφορών και των συντάξεων για όλους τους ασφαλισμένους, ο σχετικός Νόμος 4387/2016 παγίωσε μία δυσμενή διαφοροποίηση εις βάρος των Δημοσίων Υπαλλήλων. Ενώ λοιπόν σε οποιοδήποτε άλλο ταμείο, πλην του Δημοσίου, παρέχεται η δυνατότητα στους ασφαλισμένους του να αναγνωρίσουν, εάν το επιθυμούν, τον χρόνο ανεργίας που μεσολαβεί μεταξύ δύο ασφαλιστικών περιόδων ως συντάξιμο χρόνο, κάτι αντίστοιχο δεν προβλέπεται για όσους εργάζονται στο Δημόσιο.
Για παράδειγμα, ένας ασφαλισμένος του ΤΕΒΕ που μένει άνεργος και μετά από ένα διάστημα ασφαλίζεται στο ΙΚΑ, έχει τη δυνατότητα να αναγνωρίσει το μεσοδιάστημα ως ασφαλιστικό χρόνο, καταβάλλοντας τις προβλεπόμενες εισφορές. Αντίθετα, αν ο συγκεκριμένος εργαζόμενος συνεχίσει τον εργασιακό του βίο, μετά το ΤΕΒΕ στο Δημόσιο, δεν του παρέχεται η δυνατότητα να αναγνωρίσει συνταξιοδοτικά το επίμαχο μεσοδιάστημα.
Το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια να επηρεάζεται δυσμενώς, το καθεστώς συνταξιοδότησης μεγάλου αριθμού Δημοσίων υπαλλήλων και απαιτείται η άμεση ενεργοποίηση των συνδικαλιστικών μας οργάνων για την αντιμετώπιση αυτής της κατάφορης αδικίας, με την άμεση κατάθεση σχετικής Νομοθετικής Ρύθμισης»