Oι χαμένοι από την απόφαση Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από την πολυμερή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι πολλοί. Ο μεγάλοι κερδισμένοι, όμως -βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον- φαίνεται να είναι δύο: η Κίνα και η Ρωσία. Και οι δύο ωφελούνται τα μέγιστα από τις ανατροπές στην αγορά πετρελαίου.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Oι χαμένοι από την απόφαση Τραμπ να αποσύρει τις ΗΠΑ από την πολυμερή συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι πολλοί. Ο μεγάλοι κερδισμένοι, όμως -βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον- φαίνεται να είναι δύο: η Κίνα και η Ρωσία. Και οι δύο ωφελούνται τα μέγιστα από τις ανατροπές στην αγορά πετρελαίου.
Η απόφαση Τραμπ, η οποία και αναμένεται να συνοδευθεί από κυρώσεις, που θα αποκλείσουν το ιρανικό αργό από τη διεθνή αγορά, έρχεται λιγότερο δύο μήνες μετά το ντεμπούτο του «πετρογιουάν», του νέου προθεσμιακού συμβολαίου σε πετρέλαιο, που αποτιμάται σε κινεζικό νόμισμα. Η διαπραγμάτευσή του στο Shanghai International Energy Exhcange (INE) άρχισε στις 26 Μαρτίου, με υψηλές προσδοκίες εκ μέρους του Πεκίνου, αλλά και εν μέσω αμφισβήτησης από τους traders των μεγάλων, καθιερωμένων χρηματιστηρίων ενέργειας σε Λονδίνο και Νέα Υόρκη.
Ο όγκος συναλλαγών κινήθηκε σε χαμηλά, αλλά όχι εντυπωσιακά επίπεδα - έως και την περασμένη Τρίτη. Την επομένη -με την απόφαση Τραμπ να έχει γίνει γνωστή- ο όκγος συναλλαγών εκτινάχθηκε στα επίπεδα ρεκόρ των 242.000 lots και ήταν υπερδιπλάσιος σε σχέση με εκείνον της αμέσως προηγούμενης συνεδρίασης. Σημειώνεται ότι 1 lot ισοδυναμεί με 1.000 βαρέλια πετρελαίου.
Ο όγκος συναλλαγών του πετρογιουάν εξακολουθεί να είναι πολύ μικρότερος σε σχέση με εκείνον του αμερικανικού αργού WTI (που υπολογίζεται σε 1,4 εκατ. lots ημερησίως) ή του μπρεντ που είναι λίγο χαμηλότερος από 1 εκατ. lots. Ωστόσο αν συνεχίσει να αυξάνεται με αυτούς τους ρυθμούς, θα αναδειχθεί σύντομα σε μεγάλο ανταγωνιστή των παραδοσιακών δυνάμεων.
Όπως εξηγούν ειδικοί ήδη Ιρανοί traders, αλλά και κρατικές επιχειρήσεις της Κίνας έχουν στραφεί στο κινεζικό συμβόλαιο για συναλλαγές, ενώ το ίδιο προβλέπεται να αρχίσουν να πράττουν και άλλοι που θα θέλουν να παρακάμψουν τις αμερικανικές κυρώσεις -όταν αυτές τεθούν σε ισχύ- καθώς επηρεάζουν κυρίως τις συναλλαγές σε δολάρια.
Η Κίνα θα μπορούσε να κερδίσει και με άλλους τρόπους από τις εξελίξεις. Οι πετρελαϊκοί κολοσσοί της εμφανίζονται έτοιμοι να πάρουν τη θέση ευρωπαϊκών, που θα αποχωρήσουν λόγω των κυρώσεων από το Ιράν. Ήδη η Τεχεράνη ανακοίνωσε πως σε περίπτωση που αποσυρθεί η γαλλική Total από το project φυσικού αερίου SP11, το κενό θα καλύψει η κινεζική CNPC. Το Ιράν διαθέτει τα δεύτερα μεγαλύτερα κοιτάσματα αερίου παγκοσμίως μετά τη Ρωσία και τα τέταρτα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου. O δράκος δεν θέλει να αφήσει ανεκμετάλλευτες τις ευκαιρίες.
Είναι βέβαιο πως ο Αμερικανός πρόεδρος δεν είχε κατά νου με τις κυρώσεις να δώσει ώθηση στα σχέδια του Πεκίνου για δυναμική παρουσία στην αγορά ενέργειας και διεθνοποίηση του γιουάν. Και μάλλον δεν είχε αντιληφθεί πόσο μεγάλο δώρο πρόσφερε στη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου, για μία χώρα της οποίας η οικονομία εξαρτάται σε τόσο μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές ενέργειας, είναι ευλογία. Στην περίπτωση της Ρωσίας μάλιστα υπερκαλύπτει το κόστος από τις κυρώσεις, που έχουν επιβάλλει οι ΗΠΑ εναντίον της. Πριν από ένα χρόνο με την τιμή του πετρελαίου να κινείται μεταξύ 45 -50 δολαρίων το βαρέλι, η ρωσική οικονομία άρχισε να ανακάμπτει, μετά το ισχυό πλήγμα, που είχε δεχθεί όταν η τιμή είχε καταρρεύσει κάτω από τα 30 δολάρια. Έκτοτε και ενώ η Ουάσιγκτον εντείνει τις οικονομικές πιέσεις στη Μόσχα, η τιμή του πετρελαίου έχει ενισχυθεί περίπου 60% κοντά στα 80 δολάρια, προσφέροντας πολύτιμο στήριγμα.
Από τότε που άρχισε η αγορά να ζυγίζει το ενδεχόμενο απόσυρσης των ΗΠΑ από τη συμφωνία (πριν από περίπου ένα μήνα) η τιμή καταγράφει αύξηση της τάξης των 10 δολαρίων. Με τη Ρωσία να παράγει σχεδόν 11 εκατ. βαρέλια ημερησίως, η άνοδος μεταφράζεται σε πρόσθετα έσοδα ύψους 110 εκατ. δολάρια ημερησίως ή 40 δισ. δολαρίων ετησίως.
Οι προσδοκίες για τα οφέλη από το ράλι του πετρελαίου αποτυπώνονται και στη ρωσική αγορά μετοχών, που τον Απρίλιο είχε δεχθεί σφυροκόπημα. Ο δείκτης RTS έχει ενισχυθεί περισσότερο από 10% από τις 16 Απριλίου έως σήμερα.