Τα συμφέροντά τους στο Ιράν έχουν αρχίσει να ζυγίζουν οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές, εν αναμονή της κρίσιμης αποψινής απόφασης του Ντόναλντ Τραμπ για απόσυρση ή μη των ΗΠΑ από την πολυμερή συμφωνία για το Ιράν. Οι περισσότερες αναζητούν τρόπους να τα διατηρήσουν ακόμη και σε περίπτωση νέων αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων στην Τεχεράνη.
Τα συμφέροντά τους στο Ιράν έχουν αρχίσει να ζυγίζουν οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές, εν αναμονή της κρίσιμης αποψινής απόφασης του Ντόναλντ Τραμπ για απόσυρση ή μη των ΗΠΑ από την πολυμερή συμφωνία για το Ιράν. Οι περισσότερες αναζητούν τρόπους να τα διατηρήσουν ακόμη και σε περίπτωση νέων αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων στην Τεχεράνη.
Οι επιχειρήσεις της Γηραιάς Ηπείρου είχαν σπεύσει να εκμεταλλευθούν τις νέες ευκαιρίες, που ανοίχτηκαν στην αγορά του Ιράν, μία από τις σημαντικότερες στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, αμέσως μετά τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του 2015. Κινήθηκαν πολύ πιο γρήγορα και αποφασιστικά από τις αμερικανικές ανταγωνίστριές τους, καθώς ειδικά στον ενεργειακό κλάδο, καθώς αρκετές από αυτές είχαν σημαντική παρουσία και δεσμούς στη χώρα και στο παρελθόν.
Τώρα καταρτίζουν σχέδια έκτακτης ανάγκης, θέλοντας να είναι προετοιμασμένες για ένα δυσμενές σενάριο, αλλά δεν δεν φαίνονται διατεθειμένες να εγκαταλείψουν την ιρανική αγορά.
Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της γαλλικής πετρελαιοβιομηχανίας Total, η οποία ανακοίνωσε ότι ευελπιστεί να διατηρήσει τη συμφωνία ύψους 1 δισ. δολαρίων για την ανάπτυξη offshore κοιτασμάτων φυσικού αερίου, ακόμη και εάν επιβληθούν αμερικανικές κυρώσεις. Όπως επισημαίνει υπέγραψε τη συμφωνία, όταν δεν βρίσκονταν σε ισχύ καθόλου κυρώσεις εκ μέρους των Αμερικανών ή των Ευρωπαίων. Επομένως δεν μπορεί να την εγκαταλείψει τώρα, επειδή η αμερικανική πλευρά άλλαξε γνώμη. Έχει εξάλλου φροντίσει να μην χρησιμοποιήσει στο project καθόλου αμερικανικά προϊόντα και να μην έχουν εμπλοκή σε αυτό οι αμερικανικές δραστηριότητές της.
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, η οποία επικαλείται πηγές, που δεν κατονομάζει ο διευθύνων σύμβουλος της Total έχει ζητήσει από τη γαλλική κυβέρνηση να παρέμβει για να εξασφαλίσει εξαίρεση του project, που ονομάζεται South Pars, από ενδεχόμενες κυρώσεις.
Φέρεται επίσης να εξετάζει διάφορα σενάρια για τις κοινοπραξίες της με την ιρανική National Iranian Oil Co. και την κινεζική China National Petroleum Corp στη χώρα. Δεν αποκλείεται να επιχειρήσει να μεταβιβάσει το μερίδιο 50,1% στην κοινοπραξία CNPC.
Από την πλευρά της η Royal Dutch Shell υπέγραψε το 2016 συμβόλαιο για την πώληση πετροχημικής τεχνολογίας σε Ιρανούς εταίρους. Η εταιρεία φέρεται να έστειλε κορυφαίο στέλεχός της στο Ιράν τον Απρίλιο προκειμένου να καθησυχάσει τους Ιρανούς αξιωματούχους, ότι δεν σχεδιάζει να εγκαταλείψει τη χώρα- υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι θα της επιτραπεί να έχει δραστηριότητα σε περίπτωση νέων κυρώσεων.
Σε ανακοίνωσή της υπογράμμισε ότι θα συνεχίσει να ενδιαφέρεται για το ρόλο, που μπορεί να παίξει στην ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα του Ιράν.
Από την πλευρά τους η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία Renault και ο αεροναυπηγικός κολοσσός Airbus, είχαν το τελευταίο διάστημα, σύμφωνα με πληροφορίες συναντήσεις με Γάλλους αξιωματούχους, προκειμένου να ενημερωθόυν για τις εξελίξεις και να επιδιώξουν περισσότερη σαφήνεια για το τι ακριβώς θα μπορούσαν να σημαίνουν ενδεχόμενες νέες κυρώσεις. Η Renault υπέγραψε το 2017 συμφωνία με ιρανικές εταιρείες για τη δημιουργία κοινοπραξίας, που θα κατασκευάζει 150.000 αυτοκίνητα ετησίως. Από την άλλη η Airbus έχει δεχθεί παραγγελία για 100 αεροσκάφη αξίας 20 δισ. δολαρίων από την Iran Air.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από Wall Street Journal