Την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας στο ακανθώδες ζήτημα της διαιτησίας με τις πρακτικές που ισχύουν στις ευρωπαϊκές χώρες ζητούν με κοινή επιστολή τους προς την υπουργό Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου και οι τέσσερις εργοδοτικές οργανώσεις (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ).
Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]
Την εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας στο ακανθώδες ζήτημα της διαιτησίας με τις πρακτικές που ισχύουν στις ευρωπαϊκές χώρες ζητούν με κοινή επιστολή τους προς την υπουργό Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου και οι τέσσερις εργοδοτικές οργανώσεις (ΣΕΒ, ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ). Στην επιστολή, η οποία εστάλη στις 26 Απριλίου 2018 και δημοσιεύει σήμερα η «Ν», οι εκπρόσωποι των τεσσάρων εργοδοτικών οργανώσεων επισημαίνουν μεταξύ άλλων: «Ένα από τα βασικά πεδία του εργατικού δικαίου που δημιούργησε προβλήματα στο σύστημα των εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα είναι ο υποχρεωτικός χαρακτήρας του συστήματος διαιτησίας». Μάλιστα, οι εκπρόσωποι των εργοδοτικών οργανώσεων τονίζουν πως «το σύστημα αυτό δεν συμβαδίζει με την πρακτική που ακολουθείται στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, σύμφωνα, δε, με στοιχεία του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ΔΓΕ) σε καμία από αυτές δεν υφίσταται υποχρεωτικό σύστημα επίλυσης συλλογικών διαφορών».
Όπως επισημαίνεται στην επιστολή, τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του ελληνικού συστήματος διαιτησίας του Ν. 1876/1990 έχει καταδικάσει η «Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων» του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας, η οποία έχει απευθύνει στο παρελθόν δύο απευθείας αιτήσεις προς την ελληνική κυβέρνηση σχετικά με την υποχρεωτική διαιτησία (το 1999 και το 2000) και έχει ζητήσει με την 2261/2003 απόφαση της Επιτροπής Συνδικαλιστικής Ελευθερίας από την πολιτεία να λάβει μέτρα για να θέσει τη νομοθεσία της σε συμφωνία με τις διεθνείς συμβάσεις.
Η απόφαση του ΣτΕ
Στην επιστολή τους οι εργοδοτικές οργανώσεις αναφέρονται και στην καθοριστική απόφαση της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (υπ’ αριθμόν 2307 / 2014), στην οποία τονίζεται ρητά ότι δεν είναι συμβατές με το Σύνταγμα οι διατάξεις που είχαν θεσπιστεί με την Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου το 2012, οι οποίες είχαν αφαιρέσει τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία του ΟΜΕΔ.
Σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ, το άρθρο 22 παράγραφος 2 του Συντάγματος αναφέρεται ρητά στη δυνατότητα προσφυγής στη Διαιτησία από τα συμβαλλόμενα μέρη, δηλαδή, είτε της εργοδοτικής είτε της εργατικής πλευράς στην περίπτωση που τα δύο μέρη αποτύχουν να συμφωνήσουν και να καταλήξουν σε σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Η απόφαση του ΣτΕ ορίζει ρητά τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη Διαιτησία και όχι στη συναινετική προσφυγή σε αυτή, όπως την περιέγραφε η ΠΥΣ η οποία ακυρώθηκε. Επίσης, η διαιτητική απόφαση, σύμφωνα με το ΣτΕ, μπορεί να καθορίζει όρους για όλα τα ζητήματα που αφορούν μια συλλογική διαφορά, δηλαδή και για τους μισθούς και όχι μόνο για συγκεκριμένα θέματα κυρίως θεσμικού χαρακτήρα, όπως οριζόταν στην ΠΥΣ 6/2012.
Τι προβλέπεται σήμερα
Με τον νέο νόμο (άρθρο 4, ν. 4303/2014) που αφορά τα «Διαδικαστικά ζητήματα μεσολάβησης και διαιτησίας συλλογικών διαφορών εργασίας» ρυθμίζεται εκ νέου η νομοθεσία της μεσολάβησης - διαιτησίας ως εξής:
Διαδικασία της μεσολάβησης
Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεσμία 20 εργάσιμων ημερών από την επομένη της ημέρας ανάληψης των καθηκόντων του μεσολαβητή, ο τελευταίος πρέπει να κοινοποιήσει υποχρεωτικά στα μέρη αιτιολογημένη πρόταση μεσολάβησης.
Η προθεσμία δύναται να παραταθεί με συμφωνία των μερών. Στην πρόταση μεσολάβησης πρέπει να αναφέρονται τα εξής:
1) Τα μέρη που θα δεσμεύονται από την προτεινόμενη συλλογική σύμβαση εργασίας και οι εκπρόσωποι αυτών που μετείχαν στη διαδικασία μεσολάβησης.
2) Ο τρόπος προσφυγής στη μεσολάβηση.
3) Τα θέματα που τέθηκαν σε διαπραγμάτευση στη διαδικασία μεσολάβησης.
4) Τα στοιχεία, υπομνήματα κ.λπ., με τα οποία τα μέρη τεκμηρίωσαν τις προτάσεις και αντιπροτάσεις τους.
5) Τα ζητήματα στα οποία επήλθε συμφωνία.
6) Τα ζητήματα στα οποία διατηρήθηκε η διαφωνία και επί των οποίων αιτιολογεί ο μεσολαβητής, την ουσιαστική κρίση της πρότασής του με τεκμηριωμένη αιτιολογία, όπως επιτάσσουν οι νέες διατάξεις και για τις διαιτητικές αποφάσεις.
7) Ρητή διατύπωση όλων των όρων της προτεινόμενης συλλογικής σύμβασης εργασίας, χωρίς παραπομπές σε άλλες ρυθμίσεις.
Μελέτη βάσει απόφασης του ΣτΕ
Πάγια θέση της κυβέρνησης και του υπουργείου Εργασίας στο ακανθώδες ζήτημα της Διαιτησίας είναι ο σεβασμός της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που έκρινε ότι είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη η δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στον Οργανισμό. Το υπουργείο Εργασίας, σύμφωνα με πληροφορίες, στο πλαίσιο της επανεξέτασης του θεσμού της διαιτησίας στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, έχει αναθέσει την εκπόνηση της προβλεπόμενης μελέτης για τις διαδικασίες διαμεσολάβησης και διαιτησίας σε νομικό γραφείο και βασική προϋπόθεση αποτελεί πως το όποιο τελικό αποτέλεσμα υπάρξει θα βρίσκεται σε αρμονία με την απόφαση του ΣτΕ.