Το 2018 ήταν υποτίθεται η χρονιά, που θα έφερνε «βροχή επιτοκίων», καθώς πέραν της Federal Reserve, και άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη θα έκαναν σημαντικά βήματα για την απομάκρυνσή τους από την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική. Ωστόσο η FED προχωράει πλέον μόνη εναντίον όλων. Η ΕΚΤ, η Τράπεζα της Αγγλίας και η Τράπεζα της Ιαπωνίας αναγκάζονται σε βήμα σημειωτόν.
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Το 2018 ήταν υποτίθεται η χρονιά, που θα έφερνε «βροχή επιτοκίων», καθώς πέραν της Federal Reserve, και άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη θα έκαναν σημαντικά βήματα για την απομάκρυνσή τους από την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική και τα αντισυμβατικά μέτρα, με τα οποία απάντησαν στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Ωστόσο η αμερικανική νομισματική αρχή φαίνεται να οδεύει μόνη πλέον στο μονοπάτι της πιο αυστηρής πολιτικής, έχοντας απέναντί της όλους τους άλλους. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Τράπεζα της Αγγλίας και η Τράπεζα της Ιαπωνίας αναγκάζονται από τις οικονομικές συνθήκες σε βήμα σημειωτόν.
Ο Βίτορ Κονστάνσιο της ΕΚΤ ήταν σήμερα σαφής. Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ, που όπως έδειξαν τα τελευταία στοιχεία όχι μόνο δεν οδεύει προς το στόχο του 2%, αλλά επιβραδύνθηκε στο 1,2%, απαιτεί αργά, προσεχτικά βήματα. Τα στοιχεία της Markit για τη δραστηριότητα στη μεταποίηση και τον τομέα των υπηρεσιών, που αποκαλύπτουν ότι η νοσμιματική ένωση κατεβάζει ταχύτητα σταθερά τους τελευταίους μήνες, αλλά και η έκθεση της Κομισιόν με τα πολλαπλά καμπανάκια έρχονται να συμπληρώσουν την εικόνα μίας οικονομίας, που μετά το απροσδόκητα δυναμικό 2017, έχει χάσει την ορμή της. Δεν λείπουν δε και οι παράγοντες αβεβαιότητας, όπως η εμπορική αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, η οποία θα μπορούσε να αποδειχθεί επώδυνη πρωτίστως για τη Γερμανία, αλλά και η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων για τη μορφή, που θα λάβει η σχέση της κοινότητας των 27 κρατών-μελών με τη Βρετανία, που βρίσκεται στην πόρτα της εξόδου.
Όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι η ΕΚΤ δεν έχει ουσιαστικά άλλη επιλογή από το διατηρήσει σε ισχύ το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης έως το τέλος του έτους και να αποφύγει την όποια κίνηση στο μέτωπο των επιτοκίων έως και τα μέσα του 2019. Aντιμέωπη με ασθενείς επιδόσεις της βρετανικής οικονομίας και η Τράπεζα της Αγγλίας προβλέπεται να αποφύγει για λίγο καιρό ακόμη τις επιτοκιακές αυξήσεις. Eνώ πριν από δύο μήνες οι αγορές θεωρούσαν δεδομένη την αύξηση στη συνεδρίαση του Μαΐου, τώρα θεωρούν απίθανο αυτό το σενάριο, ενώ πολλοί αμφισβητούν εάν θα έρθει ακόμη και το φθινόπωρο. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας, που επίσης είχε δώσει σήμα ότι η εποχή του υπερβολικά φθηνού χρήματος φτάνει στο τέλος, φαίνεται τώρα να έχει δεύτερες σκέψεις, επικαλούμενη την έντονη αστάθεια στις αγορές. Να σημειωθεί δε το ότι η Ιαπωνία είναι μεταξύ των οικονομιών, που δεν πέτυχαν καν προσωρινή εξαίρεση από τους αμερικανικούς δασμούς σε χάλυβα και αλουμίνιο, ενώ εμφανίζεται αποφασισμένη να συγκρουστεί με τις ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
Αυτή τη στιγμή το βασικό επιτόκιο δανεισμού της FED είναι στο εύρος 1,5%-1,75%, την ώρα που το επιτόκιο δανεισμού της ΕΚΤ είναι στο μηδέν και το καταθετικό επιτόκιο στο -0,4% και το βασικό ιαπωνικό επιτόκιο στο 0,1%. Τα αμερικανικά επιτόκια προβλέπεται να φτάσουν στο 2% με 2,25% στα τέλη του έτους, την ώρα που τα υπόλοιπα θα μείνουν μάλλον σταθερά.
Οι προσδοκίες για περαιτέρω άνοιγμα της ψαλίδας αντανακλώνται και στο μέτωπο της αγοράς συναλλάγματος, με το αμερικανικό δολάριο, που πέρυσι υποτιμήθηκε 8%, να ανακτά συνεχώς έδαφος έναντι των μεγάλων ανταγωνιστών του.