Εν αναμονή της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των stress tests, που έχει προγραμματιστεί για το Σάββατο 5 Μαΐου και ώρα 11.00, τελούν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. Kαι παρά το γεγονός πως και τα τέσσερα πιστωτικά ιδρύματα γνωρίζουν σε μεγάλο βαθμό τα αποτελέσματα, εντούτοις υπάρχει ένα πλήθος ενεργειών που θα πρέπει να οργανώσουν στο πλαίσιο των όσων τα tests θα καταγράψουν για την κάθε τράπεζα χωριστά.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ειρήνης Σακελλάρη
[email protected]
Εν αναμονή της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των stress tests, που έχει προγραμματιστεί για το Σάββατο 5 Μαΐου και ώρα 11.00, τελούν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες. Kαι παρά το γεγονός πως και τα τέσσερα πιστωτικά ιδρύματα γνωρίζουν σε μεγάλο βαθμό τα αποτελέσματα, εντούτοις υπάρχει ένα πλήθος ενεργειών που θα πρέπει να οργανώσουν στο πλαίσιο των όσων τα tests θα καταγράψουν για την κάθε τράπεζα χωριστά.
Μετά τις σχετικές ανακοινώσεις, οι συστημικές τράπεζες της χώρας θα συμπεριλάβουν κρίσιμα συμπεράσματα των tests στις παρουσιάσεις τους -σε ξένους και Έλληνες θεσμικούς επενδυτές-, όπως επίσης και τον τρόπο με τον οποίο θα ενσωματώσουν στα προγράμματά τους προς αντιμετώπιση τις προκύπτουσες από την άσκηση αδυναμίες, οι οποίες εντοπίστηκαν και περιγράφηκαν μέσα από την άσκηση.
Ας σημειωθεί πως το περιεχόμενο της άσκησης θα χρησιμοποιηθεί εν πολλοίς και από τους οίκους αξιολόγησης, που θα αξιολογήσουν το προσεχές χρονικό διάστημα τόσο το αξιόχρεο της Ελλάδας όσο και -σε έναν δεύτερο χρόνο- τις ελληνικές τράπεζες.
Λίγο νωρίτερα από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, και για την ακρίβεια την παραμονή, ο SSM θα έχει καταλήξει με σύγκληση του supervisory board στις σχετικές με τα αποτελέσματα των tests διευκρινίσεις.
Μολονότι οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών έχουν ήδη ειδοποιηθεί για τα αποτελέσματα της άσκησης, δεν αποκλείεται να υπάρχουν κάποιες οριακές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τους αρχικούς υπολογισμούς που έχουν πραγματοποιηθεί. Τα καταρχήν αποτελέσματα των tests σε μεγάλο βαθμό έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, η κεφαλαιακή επάρκεια των τεσσάρων συστημικών τραπεζών σε επίπεδο Core Tier I, σε ό,τι αφορά το δυσμενές σενάριο, κινείται σε μία κλίμακα με κατώτερο όριο λίγο χαμηλότερο του 6%, ενώ το ανώτερο όριο της ίδιας κλίμακας προσδιορίζεται λίγο κάτω από 10%.
Αυτή η άσκηση, όπως επίσης έχει καταγραφεί, διαφέρει από τις υπόλοιπες διότι ο επόπτης δεν ορίζει εάν οι τράπεζες «προβιβάζονται» ή όχι. Εν προκειμένω όλες οι ελληνικές τράπεζες «προβιβάζονται». Η διαφοροποίηση θα υπάρξει στην ποιότητα της κεφαλαιακής επάρκειας που προκύπτει για την καθεμία απ’ αυτές.
Εάν για κάποια ή για κάποιες τράπεζες απαιτηθεί αργότερα μέσα στο έτος αύξηση κεφαλαίου, αναμένεται να δοθεί από τον επόπτη όλος ο απαραίτητος χρόνος προκειμένου να οργανωθεί η σχετική έκδοση και να καλυφθεί η αύξηση αυτή.
Ορισμένα από τα πιστωτικά ιδρύματα, ούτως ή άλλως, προετοιμάζονται άμεσα για την έκδοση υβριδικών ή βραχυπρόθεσμων ομολόγων.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι τράπεζες θα πρέπει να εστιάσουν στα «κόκκινα» δάνεια και να επιταχύνουν τις διαδικασίες απομείωσης των NPLs. Για το θέμα αυτό η εποπτική αρχή θα συνεχίσει να είναι πολύ πιεστική. Μάλιστα, επειδή έχει εντρυφήσει στο δανειακό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών, αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στις κινήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων ακόμη και επί συγκεκριμένων δανείων.
Το προσεχές λοιπόν διάστημα το σημαντικό στοίχημα για τις ελληνικές τράπεζες θα είναι η αποτελεσματική διαχείριση των NPLs, που είναι αυτή η οποία θα κάνει τη διαφορά. Πέραν δε της ενεργητικής διαχείρισης, θα παίξουν ρόλο και ο τρόπος με τον οποίο οι τράπεζες θα διαμορφώσουν εκ νέου τις προβλέψεις τους.
Ένα δεύτερο θέμα στο οποίο οι τράπεζες θα «τρέξουν» είναι τα προγράμματα ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων πέραν των «κόκκινων» δανείων. Και εκεί ο επόπτης έχει επισημάνει κάποιες καθυστερήσεις σε ορισμένα πιστωτικά ιδρύματα έναντι άλλων.
Το σύνολο των παραπάνω θεμάτων θα διαμορφώσει την ατζέντα των τραπεζών μέχρι το τέλος του έτους.