Μεγάλο κομμάτι του επιχειρηματικού κόσμου στη Βρετανία είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εκτιμώντας ότι έχει πολλά να χάσει από το «διαζύγιο». Παρόλα αυτά η ιδέα ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, με στόχο να ανατραπεί το αποτέλεσμα του 2016, δεν φαίνεται να βρίσκει πολλές επιχειρήσεις σύμφωνες. Και τούτο, γιατί όπως προειδοποιούν, χειρότερη ακόμη και από το Brexit θα ήταν μία παρατεταμένη περίοδος αβεβαιότητας.
Μεγάλο κομμάτι του επιχειρηματικού κόσμου στη Βρετανία είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εκτιμώντας ότι έχει πολλά να χάσει από το «διαζύγιο». Παρόλα αυτά η ιδέα ενός δεύτερου δημοψηφίσματος, με στόχο να ανατραπεί το αποτέλεσμα του 2016, δεν φαίνεται να βρίσκει πολλές επιχειρήσεις σύμφωνες. Και τούτο, γιατί όπως προειδοποιούν, χειρότερη ακόμη και από το Brexit θα ήταν μία παρατεταμένη περίοδος αβεβαιότητας.
«Οι επιχειρήσεις θέλουν σιγουριά και σταθερότητα. Δεν βλέπτω λοιπόν πώς η συζήτηση για ένα δεύτερο δημοψήφισμα βοηθά να δημιουργηθεί βεβαιότητα» σχολιάζει χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του στο Bloomberg News ο Μάιλς Σέλικ, διευθύνων σύμβουλος του CityUK.
To τελευταίο διάστημα κερδίζει στη Βρετανία έδαφος η ιδέα να τεθεί στην κρίση των πολιτών η τελική συμφωνία, που θα πετύχει με τις Βρυξέλλες η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι. Σύμφωνα με το Bloomberg δύο πρόσφατες δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν ότι υπάρχει στήριξη της κοινής γνώμης στην πρόταση για ψηφοφορία επί των όρων του Brexit. Δεν είναι, ωστόσο, ακόμη ξεκάθαρο εάν θα μπορούσε να υπάρξει η απαιτούμενη πλειοψηφία στη Βουλή, ώστε να σταλούν και πάλι οι ψηφοφόροι στην κάλπη ούτε και εάν το αποτέλεσμα ενός δεύτερου δημοψηφίσματος θα ήταν διαφορετικό από το πρώτο.
«Τα αιτήματα για δεύτερο δημοψήφισμα και η ανακύκλωση των αντιπαραθέσεων, που είχαμε στον απόηχο του πρώτου δημοψηφίσματος για το Brexit, δεν θα μας βοηθήσουν να πάμε μπροστά» επισημαίνει στο πρακτορείο η Άλι Ρένισον, επικεφαλής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Institute of Directors.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι επιχειρήσεις εμφανίζονται ικανοποιημένες από την πρόσφατη συμφωνία για μία μεταβατική περίοδο 21 μηνών, που θα αρχίσει τον Μάρτιο του 2019 και θα τους δώσει το περιθώριο να προετοιμαστούν για τη νέα σχέση του Λονδίνου με τις Βρυξέλλες. Σύμφωνα με έρευνα της Deloitte, στην οποία συμμετείχαν οικονομικοί διευθυντές, η εταιρική αβεβαιότητα έχει υποχωρήσει σε χαμηλά δύο ετών, μετά τη συγκεκριμένη συμφωνία, ενώ και οι φόβοι για τις επιπτώσεις, που θα έχει η έξοδος από την Ε.Ε. έχουν περιοριστεί.
ΠΗΓΗ: Bloomberg