Χρονιά ευρείας και δυναμικής ανάκαμψης, με ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης και τόνωση της απασχόλησης, ήταν το 2017 για τη ζώνη του ευρώ. Κατώτεροι των προσδοκιών οι ρυθμοί ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, ενώ άκρως απογοητευτικά ήταν τα δεδομένα για την κατανάλωση. Βελτίωση είχαμε στο μέτωπο του κόστους δανεισμού, με τις αποδόσεις των ομολόγων να αποκλιμακώνονται σημαντικά.
Χρονιά ευρείας και δυναμικής ανάκαμψης, με ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης και τόνωση της απασχόλησης, ήταν το 2017 για τη ζώνη του ευρώ, όπως επισημαίνει στην ετήσια οικονομική έκθεσή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία πιστώνεται σε σημαντικό βαθμό τις θετικές εξελίξεις χάρη στην πολιτική της. Ενθαρρυντικά τα μηνύματα και στον χρηματοπιστωτικό τομέα, όπου έχουμε σταθερή μείωση των κόκκινων δανείων, αν και οι κίνδυνοι επιμένουν.
Σημειώνεται ότι η Ευρωζώνη παραμένει σε τροχιά ανάπτυξης επί 18 συναπτά τρίμηνα, στο μακροβιότερο θετικό σερί εδώ και μία δεκαετία, ενώ σύμφωνα με την ΕΚΤ παρουσιάζει την πλέον ευρεία ανάπτυξη εδώ και δύο δεκαετίες.
Κατώτερη των προσδοκιών η εικόνα στην ελληνική οικονομία, που δεν κατάφερε να ακολουθήσει τις δυναμικές επιδόσεις άλλων χωρών, παρά το γεγονός ότι εξερχόμενη από μία βαθιά και πολυετή ύφεση, θα μπορούσε να αναπτύξει υψηλές ταχύτητες. Όσον αφορά στους ρυθμούς ανάπτυξης είχαμε τη χειρότερη επίδοση μεταξύ όχι μόνο το 19 κρατών-μελών του ευρώ, αλλά συνολικά των 28 της Ε.Ε., ενώ άκρως απογοητευτικά είναι τα στοιχεία για την ιδιωτική κατανάλωση.
Το ελληνικό ΑΕΠ (σε όρους chain linked volumes) μεγεθύνθηκε μόλις κατά 1,4%, την ώρα που στη ζώνη του ευρώ συνολικά αναπτύχθηκε 2,3% και στην Ε.Ε. των 28 κατά 2,4%.
Όσον αφορά στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ, έχει περιοριστεί στα 19.900 ευρώ (σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για το 2016), την ώρα που προ κρίσεως, δηλαδή την περίοδο 1999-2008 ήταν στα 20.400 ευρώ. Σε μία σύγκριση με τις άλλες μνημονιακές χώρες στην Πορτογαλία το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι 23.100 ευρώ, στην Κύπρο στα 24.600 ευρώ και στην Ιρλανδία στα 54.600 ευρώ. Μάλιστα στην περίπτωση της Ιρλανδίας έχουμε εντυπωσιακή αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σχέση με τα προ κρίσεως επίπεδα.
Ασθενική η κατανάλωση
Με την ανεργία να παραμένει σε υψηλότατα επίπεδα και το εισόδημα των νοικοκυριών υπό διαρκή πίεση, εξαιτίας και της βαρύτατης φορολογίας, είμαστε η μόνη χώρα, στην οποία η ιδιωτική κατανάλωση παρουσίασε οριακή μόνο άνοδο (0,1%) το 2017, την ώρα που στις υπόλοιπες οικονομίες της κοινότητας αυξήθηκε από 1,1% έως και 10,2%. Στην Ευρωζώνη είχαμε αύξηση 1,6%, ενώ συνολικά στην Ε.Ε. των 28, άνοδο 1,9%. Σε μία σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες του Νότου, να σημειώσουμε ότι στην Κύπρο η ιδιωτική κατανάλωση ενισχύθηκε πέρυσι 4,2%, στην Πορτογαλία αυξήθηκε 2,2%, στην Ισπανία σημείωε άνοδο 1,1% και στην Ιταλία 1,3%. Στη γειτονιά των Βαλκανίων άκρως δυναμικές ήταν οι επιδόσεις στη Ρουμανία (+10,2%), ενώ και στη Βουλγαρία σημείωσε αύξηση 4,8%.
Στο μέτωπο της κρατικής κατανάλωσης είχαμε μάλιστα συρρίκνωση κατά 1,1% πέρυσι και συνολικά κατά 2,7% την περίοδο 2009-2017, ύστερα από ανάπτυξη 3,5% την περίοδο 1999-2008.
Απασχόληση
Στη ζώνη του ευρώ η απασχόληση αυξήθηκε κατά 1,6% και ανήλθε στα υψηλότερα επίπεδα όλων των εποχών το 2017. Συνολικά από τα μέσα του 2013 έχουν προστεθεί 7,5 εκατ. θέσεις εργασίας, οι οποίες και υπερκάλυψαν τις απώλειες κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και κρίσης χρέους. Η Ελλάδα εξακολουθεί να εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας.
Η αγορά ομολόγων
Ενθαρρυντικές είναι πάντως οι ενδείξεις στην αγορά κρατικού χρέους, με τις αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων της χώρας να παρουσιάζουν σταθερή αποκλιμάκωση, αν και πάλι είναι οι υψηλότερες- με διαφορά- μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2017 η μέση απόδοση των ελληνικών μακροπρόθεσμων ομολόγων ήταν στο 6% έναντι 8,4% το 2016. Των γερμανικών διαμορφώθηκε πέρυσι στο 0,3% έναντι 0,1% την αμέσως προηγούμενη χρονιά, των ιταλικών αυξήθηκε στο 2,1% από 1,5% και των γαλλικών στο 0,8% από 0,5%.
naftemporiki.gr