Η Κίνα και οι εμπορικές πολιτικές της στοχοποιήθηκαν για άλλη μία φορά από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικών συνομιλιών που είχε με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο ομόλογό του Εμανουέλ Μακρόν κι ενώ άρχισε να διαφαίνεται απόκλιση απόψεων από Γερμανία και Γαλλία σχετικά με το πώς θα ανταποκριθεί η Ευρώπη σε πιθανή επιβολή δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα από τον Αμερικανό πρόεδρο.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιάννη Παγκαλιά
[email protected]
Η Κίνα και οι εμπορικές πολιτικές της στοχοποιήθηκαν για άλλη μία φορά από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, κατά τη διάρκεια τηλεφωνικών συνομιλιών που είχε με τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο ομόλογό του Εμανουέλ Μακρόν κι ενώ άρχισε να διαφαίνεται απόκλιση απόψεων από Γερμανία και Γαλλία σχετικά με το πώς θα ανταποκριθεί η Ευρώπη σε πιθανή επιβολή δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα από τον Αμερικανό πρόεδρο.
Σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ο πρόεδρος Τραμπ συμφώνησε με τους ηγέτες της Γερμανίας και της Γαλλίας να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν τις πρακτικές της Κίνας και σύμφωνα με το Reuters η Άγκελα Μέρκελ υπογράμμισε την ανάγκη εμπορικών συναλλαγών Ε.Ε. - ΗΠΑ σε μία βάση κανόνων ενός διεθνούς εμπορικού συστήματος. Το ενδιαφέρον είναι πως οι επαφές της Γερμανίδας καγκελαρίου και του Γάλλου προέδρου με τον Αμερικανό πρόεδρο έγιναν ενώ δεν υπάρχει ταύτιση απόψεων Γαλλίας - Γερμανίας για την αντίδραση της Ευρώπης σε περίπτωση που οι ΗΠΑ επιβάλουν δασμούς. Η Γερμανία εμφανίζεται πιο διαλλακτική και είναι έτοιμη να συζητήσει με την Ευρωπαϊκή Ένωση μέτρα για να αντιμετωπιστεί η απειλή της εφαρμογής του μέτρου. Η Γαλλία, από την άλλη, δεν θέλει το μπλοκ να κάνει καμία παραχώρηση.
Το Βερολίνο είναι υπέρ οποιασδήποτε συμφωνίας που θα καλύπτει νέους κανονισμούς για δασμούς σε μια σειρά από προϊόντα, μεταξύ των οποίων αυτοκίνητα και φάρμακα, με το Παρίσι να θέλει να εστιάσει στην άσκηση πίεσης στην Κίνα για θέματα όπως οι επιδοτήσεις και η υπερπροσφορά.
Νωρίτερα, προς εξομάλυνση φαίνεται ότι όδευαν οι εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ - Κίνας, αφού τόσο η Ουάσιγκτον όσο και το Πεκίνο προσπαθούν να ανοίξουν όλο και περισσότερους διαύλους επικοινωνίας, δείχνοντας εκατέρωθεν διάθεση να αποτραπεί ένας εμπορικός πόλεμος.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Wall Street Journal», οι ΗΠΑ μέσω του υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν και του Αμερικανού εκπροσώπου για θέματα Εμπορίου Ρόμπερτ Λαϊτχάιζερ, ζητούν από την Κίνα για να υπάρξει πρόοδος στις συνομιλίες, να μειώσει τους δασμούς στα εισαγόμενα αυτοκίνητα, να επιτρέπει στις ξένες επιχειρήσεις να αποκτούν πλειοψηφικά ποσοστά σε εταιρείες χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, αλλά και να αγοράζει περισσότερους ημιαγωγούς αμερικανικής προέλευσης. Οι όροι αυτοί περιλαμβάνονται σε επιστολή που στάλθηκε στο Πεκίνο την περασμένη εβδομάδα, όπως αναφέρει το δημοσίευμα.
Ο σύμβουλος του Λευκού Οίκου για θέματα Εμπορίου Πίτερ Ναβάρο επιβεβαίωσε ότι ο πρόεδρος Τραμπ ζήτησε από τον Μνούτσιν και τον Λαϊτχάιζερ να προσπαθήσουν να επιλύσουν τις εμπορικές διαφορές με την Κίνα. «Ελπίζουμε ότι η Κίνα θα εργαστεί μαζί μας για να αντιμετωπίσουμε ουσιαστικά κάποιες από αυτές τις πρακτικές», δήλωσε ο Ναβάρο στην τηλεόραση του CNBC.
Η εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Χούα Τσουνγίνγκ δήλωσε ότι η πόρτα της Κίνας είναι πάντα ανοιχτή σε συνομιλίες, αλλά αυτό χρειάζεται να γίνει στη βάση της ισότητας και του αμοιβαίου σεβασμού με αμοιβαία επωφελή έκβαση. Η Κίνα επιβάλλει δασμούς ύψους 25% στα αμερικανικά οχήματα και έχει πρόσφατα αναφερθεί σε μείωσή τους, ενώ ο Τραμπ έχει συχνά υποστηρίξει ότι οι αμερικανικοί δασμοί στις εισαγωγές επιβατικών αυτοκινήτων είναι μόνο 2,5%. Οι κινεζικές εισαγωγές οχημάτων αμερικανικής κατασκευής ανήλθαν στα 10,6 δισ. δολάρια το 2017, ενώ οι εισαγωγές ημιαγωγών από τις ΗΠΑ έφτασαν τα 2,6 δισ. δολάρια.
Οι κινεζικές ρυθμιστικές αρχές προχωράνε ταχέως σε νέες ρυθμίσεις έως τον Μάιο, έτσι ώστε να επιτρέπεται σε ξένους χρηματοπιστωτικούς ομίλους να αποκτούν πλειοψηφικά μερίδια σε χρηματιστηριακές εταιρείες της χώρας. Όλα αυτά στο πλαίσιο της προσπάθειας της κυβέρνησης Τραμπ να μειώσει άμεσα κατά 100 δισ. δολάρια το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα ύψους 375 δισ. δολαρίων.