Επείγον ζητούμενο για την Ελλάδα είναι η επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, για τη σταδιακή αναπλήρωση των απωλειών στο εγχώριο προϊόν της, αλλά και προκειμένου να υποστηριχθεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της.
Από την έντυπη έκδοση
Των Ιουλίας Ζαφόλια, Στ. Ζησίμου και Γ. Κανουπάκη
Επείγον ζητούμενο για την Ελλάδα είναι η επιστροφή σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, για τη σταδιακή αναπλήρωση των απωλειών στο εγχώριο προϊόν της, αλλά και προκειμένου να υποστηριχθεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της. Η αναγκαιότητα αυτή κυριαρχεί στη μελέτη του ΙΟΒΕ με τίτλο: «Η χρηματοδότηση μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς και το νέο αναπτυξιακό πρότυπο της Ελλάδας», η οποία παρουσιάστηκε, χθες, στην εκδήλωση που συνδιοργάνωσε το Ίδρυμα με το Χρηματιστήριο Αθηνών με ομιλητές τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, ενώ ακολούθησε συζήτηση στην οποία μετείχαν, επίσης, ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου του Χρηματιστηρίου Αθηνών Σωκράτης Λαζαρίδης και ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ καθηγητής Νίκος Βέττας.
Πυρήνας το Χρηματιστήριο
Όπως τονίστηκε αρμοδίως, την περίοδο 2008-2015 η ελληνική οικονομία απώλεσε το 26,1% του προϊόντος της και μια βασική αιτία για το ότι έως τώρα δεν έχει επιτευχθεί η επιστροφή στην ισχυρή ανάπτυξη του παρελθόντος εντοπίζεται στα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά του αναπτυξιακού προτύπου πριν από το 2008, το οποίο στηρίχθηκε κυρίως στη διεύρυνση της εγχώριας κατανάλωσης. Παράλληλα, η καθαρή συνεισφορά του εξωτερικού τομέα στην ανάπτυξη ήταν αρνητική. Επιπλέον, η αύξηση των καταναλωτικών και των επενδυτικών δαπανών προήλθε κυρίως από τη διόγκωση των δημοσίων δαπανών και ακολούθως του δημοσιονομικού ελλείμματος, καθώς και τη σημαντική διεύρυνση του τραπεζικού δανεισμού του ιδιωτικού τομέα. Η άντληση πόρων σε αυτήν την περίοδο από τη χρηματιστηριακή αγορά ήταν σχετικά περιορισμένη. Επομένως, ο τρόπος με τον οποίο αναπτύχθηκε η ελληνική οικονομία έως το 2007 ήταν μη διατηρήσιμος μακροπρόθεσμα, ενώ η επιστροφή σε αυτό το αναπτυξιακό πρότυπο δεν είναι εφικτή και επιθυμητή. Στον χαιρετισμό του ο πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Αθηνών και πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, Γιώργος Χαντζηνικολάου, τόνισε ότι «οι χρηματιστηριακές αγορές, στην ευρεία έννοιά τους, με πυρήνα το χρηματιστήριο, μπορούν και πρέπει να παίξουν σημαντικό ρόλο στην χρηματοδότηση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας».
Επενδύσεις και εξωστρέφεια
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, για την επαναφορά της ελληνικής οικονομίας σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης χρειάζεται αλλαγή του αναπτυξιακού προτύπου, το οποίο πρέπει να δομηθεί στους εξής βασικούς στόχους: 1) Περιορισμός της σημασίας της καταναλωτικής δαπάνης για την ανάπτυξη, 2) Ενίσχυση του ρόλου των επιχειρηματικών επενδύσεων, 3) Αύξηση «καθαρής» συμβολής του εξωτερικού τομέα, κυρίως με αύξηση εξαγωγών.
Για την επιδίωξη αυτών των στόχων, όπως είπε ο κ. Βέττας, απαιτείται πρωτίστως η διευκόλυνση των επενδύσεων και της εξαγωγικής δραστηριότητας τομέων οι οποίοι καινοτομούν και παράγουν διεθνώς ανταγωνιστικά εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, με υψηλή προστιθέμενη αξία και πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα στην ελληνική οικονομία. Η δυνατότητα του τραπεζικού συστήματος να παράσχει σε αυτούς τους τομείς τους πόρους που χρειάζονται, είναι περιορισμένη. Για την άντληση των απαραίτητων κεφαλαίων για τη μετάβαση στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο, εναλλακτικές ως προς τον τραπεζικό δανεισμό μορφές χρηματοδότησης πρέπει να αναπτυχθούν. Η χρηματοδότηση μέσω της εγχώριας χρηματιστηριακής αγοράς μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί σε μεγαλύτερο βαθμό.
Κατά τους αναλυτές, στους κλάδους με τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης και υψηλή πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων στα προσεχή έτη συγκαταλέγονται εξωστρεφείς κλάδοι της Μεταποίησης, ο τομέας του Τουρισμού, το οικοσύστημα δραστηριοτήτων στις Μεταφορές και την Αποθήκευση και η Ενέργεια. Αυτοί οι κλάδοι έχουν σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα και μπορούν να συμβάλλουν στην αλλαγή του τρόπου ανάπτυξης της Ελλάδας. Η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας αναμένεται να επιδράσει καταλυτικά στην υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων σε αυτές και άλλες δραστηριότητες. Το γεγονός ότι διαχρονικά η ελληνική οικονομία βασίζεται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις περισσότερο από ότι οι υπόλοιπες οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναδεικνύει τον κομβικό ρόλο που θα διαδραματίσουν οι μμε σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο. Επομένως, υπογραμμίζεται ότι οι πολιτικές οι οποίες θα εφαρμοστούν για τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων, αλλά και τα χρηματοδοτικά μέσα τα οποία θα είναι διαθέσιμα για αυτές, θα πρέπει να λαμβάνουν υπ’ όψιν τις ανάγκες, τον τρόπο οργάνωσης κ.λπ. των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Τα χρηματοδοτικά εργαλεία
Υψηλή σημασία από τους επιχειρηματικούς φορείς πανευρωπαϊκά (π.χ. BusinessEurope) για την εύρεση των κεφαλαίων τα οποία χρειάζονται οι νεοσύστατες επιχειρήσεις και οι αναπτυσσόμενες μμε, αποδίδεται στη μη τραπεζική χρηματοδότηση. Στις προτάσεις τους αναδεικνύουν νέα χρηματοδοτικά και διοικητικά σχήματα τα οποία έχουν αναπτυχθεί διεθνώς τα τελευταία χρόνια, όπως οι επιχειρηματικοί άγγελοι (business angels) και η μικροχρηματοδότηση (microfinance). Επίσης, προτιμούν και χρηματοδοτικούς μηχανισμούς οι οποίοι αξιοποιούν νέες τεχνολογίες, όπως οι ψηφιακές πλατφόρμες.
Στα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία μέσω του Χρηματιστηρίου Αθηνών, τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην επίτευξη των παραπάνω στόχων, περιλαμβάνονται η τιτλοποίηση απαιτήσεων, η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, η έκδοση ομολογιών, τα εισηγμένα επενδυτικά κεφάλαια, οι τίτλοι παραστατικών δικαιωμάτων κτήσης μετοχών.
Εξ αυτών, τα τρία πρώτα είναι αξιοποιήσιμα κυρίως από μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις. Από την άλλη πλευρά, η Εναλλακτική Αγορά (ΕΝ.Α.) του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αποτελεί μηχανισμό άντλησης χρηματοδότησης ο οποίος απευθύνεται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικά της ΕΝ.Α. που διευκολύνουν την πρόσβαση σε αυτή είναι τα κριτήρια εισόδου, τα οποία μπορούν να ικανοποιήσουν αρκετές από τις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις εγχωρίως, αλλά και μικρότερες.
Διάσταση απόψεων μεταξύ Ευ. Τσακαλώτου - Γ. Στουρνάρα
Τη διαφορετική τους οπτική για την ανάπτυξη της οικονομίας κατέθεσαν χθες, στη διάρκεια της παρουσίασης της έκθεσης του ΙΟΒΕ για τα χρηματοδοτικά εργαλεία και το αναπτυξιακό πρότυπο, ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας.
Σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, για να επανέλθει η οικονομία σε βιώσιμη τροχιά ανάπτυξης και σε επίπεδα της τάξεως άνω του 2% θα πρέπει να αυξηθούν οι άμεσες ξένες επενδύσεις, η ιδιωτική αποταμίευση και η αξιοποίηση των πόρων του ασφαλιστικού συστήματος (πρώτος πυλώνας). Η αναφορά του διοικητή της ΤτΕ για τον ρόλο της ιδιωτικής αποταμίευσης προκάλεσε το μειδίαμα του υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παίρνοντας τον λόγο είπε ότι θα τρίζουν τα κόκκαλα των αποθανόντων καθηγητών του κ. Στουρνάρα και όσοι είναι εν ζωή θα πέφτουν από τον 5ο όροφο, που η ιδιωτική αποταμίευση μπορεί να στηρίξει μια οικονομία η οποία μόλις βγήκε από την ύφεση.
«Αν δεν υπάρξει ιδιωτική κατανάλωση, πώς μπορούν να υπάρξουν επενδύσεις», σημείωσε σκωπτικά ο υπουργός, λέγοντας ότι έχει στα χέρια του κείμενα του κ. Στουρνάρα που αναφέρουν τα αντίθετα.
Νωρίτερα, ωστόσο, ο κ. Τσακαλώτος, αναφερόμενος στον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι μη συστημικές τράπεζες στη χρηματοδότηση της οικονομίας (συνεταιριστικές και η υπό σύσταση αναπτυξιακή), τόνισε ότι ο κ. Στουρνάρας από τη θέση του υπουργού Οικονομικών δεν έδωσε τη σημασία που θα έπρεπε στις τράπεζες αυτές.
Στη διάρκεια της συζήτησης, ο κ. Τσακαλώτος παραδέχτηκε ότι το αναπτυξιακό σχέδιο έχει καθυστερήσει να παρουσιαστεί, τονίζοντας ότι όταν μια χώρα βρίσκεται σε ύφεση και έχει απωλέσει το 25% του ΑΕΠ, υπάρχει κοινωνική κρίση και βρίσκονται σε εξέλιξη αξιολογήσεις, τότε είναι εκ των πραγμάτων φυσιολογικό να δίνεται βαρύτητα στα επείγοντα θέματα και να μένουν πίσω τα μεσομακροπρόθεσμα. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση στοχεύει σε μια ισόρροπη, βιώσιμη κοινωνική ανάπτυξη, τονίζοντας ότι θα δοθεί έμφαση στους τομείς όπου η Ελλάδα έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα, ενώ διαφώνησε με τον διευθυντή του ΙΟΒΕ Νίκο Βέττα που ανέφερε ότι χρειαζόμαστε πλέον κάθε είδους επένδυση. Στην ίδια γραμμή με τον υπουργό κινήθηκε και ο διευθύνων σύμβουλος του Χ.Α. Σωκράτης Λαζαρίδης.
Ο κ. Τσακαλώτος σημείωσε και τη σημασία που έχει η παγκόσμια και η ευρωπαϊκή οικονομία για τις εξελίξεις στην Ελλάδα και τόνισε ότι πλέον το κλίμα έχει αλλάξει οριστικά. «Πλέον τα πράγματα είναι διαφορετικά και είμαι αισιόδοξος», τόνισε ο υπουργός Οικονομικών και ανέφερε ότι βλέπει τεράστια διαφορά από τους επενδυτές. «Πλέον δεν ρωτούν πότε θα κλείσει η αξιολόγηση, αλλά πού να επενδύσουν». Αναφορικά με το τι θα γίνει με το χρέος, ο κ. Τσακαλώτος (χωρίς να ερωτηθεί) ανέφερε ότι «αυτό που θα γίνει στο τέλος με το χρέος είναι ότι θα μετατραπούμε από μια χώρα με υπερβολικό χρέος σε μια κανονική ευρωπαϊκή υπερχρεωμένη χώρα».