Η πρώτη μεγάλη συζήτηση για το μέλλον της Ευρωζώνης στη χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup κατέδειξε ότι ο δρόμος για τη μεταρρύθμισή της νομισματικής ένωσης έχει ανοίξει. Είναι, όμως, στρωμένος με αγκάθια. Ποιες οι μεγάλες προκλήσεις.
Aνάλυση
της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Η πρώτη μεγάλη συζήτηση για το μέλλον της Ευρωζώνης στη χθεσινή συνεδρίαση του Eurogroup κατέδειξε ότι ο στόχος της βαθύτερης οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης έχει πολλά εμπόδια μπροστά του. Αν και η εκλογή του Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία και οι διαβεβαιώσεις της Γερμανίδας καγκελαρίου Μέρκελ ότι οι δύο χώρες θα εργαστούν από κοινό για αυτό το σκοπό είχαν γεννήσει υψηλές προσδοκίες, αυτές φαίνεται να τώρα να διαψεύδονται.
Ο γαλλογερμανικός άξονας δεν λειτουργεί ακόμη, όπως θα έπρεπε, ενώ την κατάσταση έρχονται να περιπλέξουν οι εξελίξεις στη Ιταλία. Οι ψηφοφόροι στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της νομισματικής ένωσης έστειλαν σαφή μηνύματα για τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στην Ευρωζώνη και το κοινό νόμισμα. Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποια θα είναι η σύνθεση της νέας ιταλικής κυβέρνηση. Ωστόσο με βάση τα δεδομένα της κάλπης, αυτή θα κινείται μεταξύ έντονου ευρωσκεπτικισμού και επιφυλάξεων απέναντι στα βήματα περισσότερης ολοκλήρωσης.
Όταν Βερολίνο, Παρίσι, Βρυξέλλες συμφωνούσαν ότι η ενοποίηση θα πρέπει να προχωρήσει «με όσους θέλουν και όσους μπορούν» έδειχναν σαφώς προς τους απρόθυμους του πρώην Ανατολικού μπλοκ ή τους λεγόμενους «αδύναμους κρίκους». Δεν υπολόγιζαν, όμως, ότι στους «όσους δεν θέλουν» θα μπορούσε να περιλαμβάνεται και η τρίτη ισχυρότερη δύναμη του μπλοκ.
«Τίποτα δεν είναι ποτέ εύκολο όσον αφορά στην οικοδόμηση της Ευρώπης» παραδέχθηκε χθες ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρουνό Λεμέρ. Θέλησε, ωστόσο, να διασκεδάσει τις ανησυχίες, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι οι δυσκολίες «θα μας οδηγήσουν τελικά σε ακόμη ταχύτερα και πιο ουσιαστικά βήματα ολοκλήρωσης». Είναι απολύτως αναγκαίο «να παρουσιάσουμε ουσιαστική πρόοδο» σε αυτό το μέτωπο, διεμήνυσε. Ποιος όμως τον ακούει;
Ακόμη και εάν ξεπεραστούν τα ιταλικά εμπόδια, ακόμη και εάν τηρηθεί η δέσμευση του Μάριο Σεντένο να παρουσιαστεί ένα πακέτο μέτρων στη Σύνοδο του Ιουνίου, οι επίμονες γερμανικές ενστάσεις δύσκολα θα καμφθούν. Η επιλογή του Σοσιαλδημοκράτη, Όλαφ Σολτς, στο υπουργείο Οικονομικών δύσκολα θα σηματοδοτήσει την αλλαγή πλεύσης, που πολλοί προσδοκούν. Ο ίδιος άλλωστε ξεκαθάρισε ότι δεν σκοπεύει να έρθει σε σύγκρουση με τους Χριαστιανοδημοκράτες της καγκελαρίου.
Η Γερμανία θέλει τη βαθύτερη ολοκλήρωση, αλλά την αντιλαμβάνεται πολύ διαφορετικά από τη Γαλλία και άλλες χώρες. Μπορεί να αποδέχεται τις προτάσεις για σύσταση υπουργείου Οικονομικών της Ευρωζώνης με έναν κοινό προϋπολογισμό, αλλά δημοσιονομικές μεταβιβάσεις, που θα στέλνουν τα χρήματα των φορολογούμενών της στις χώρες του Νότου δύσκολα θα εγκρίνει. Μπορεί να μην αποκλείει την έκδοση των «ασφαλών ομολόγων», που έχει προτείνει η Κομισιόν, αλλά ξεκαθαρίζει ότι αμοιβαιοποίηση χρέους και ρίσκου δεν θα υπάρξει. Και για να πει το ναι ακόμη και σε πραγματική τραπεζική ένωση με ενιαίο σύστημα εγγύησης καταθέσεων θα πρέπει πρώτα να διασφαλίσει άλλα εχέγγυα.
Ο δρόμος για τη μεταρρύθμισή της Ευρωζώνης έχει πράγματι ανοίξει. Είναι, όμως, στρωμένος με αγκάθια.