Μία δεκαετία μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη κινούνται επιτέλους συντονισμένα σε ρυθμούς ανάπτυξης. Για πρώτη φορά, μάλιστα, ύστερα από πολλά χρόνια, η δυναμική της οικονομικής δραστηριότητας και η ανθηρή κερδοφορία των επιχειρήσεων αρχίζουν να αποτυπώνονται και στους μισθούς.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Μία δεκαετία μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη κινούνται επιτέλους συντονισμένα σε ρυθμούς ανάπτυξης. Για πρώτη φορά, μάλιστα, ύστερα από πολλά χρόνια, η δυναμική της οικονομικής δραστηριότητας και η ανθηρή κερδοφορία των επιχειρήσεων αρχίζουν να αποτυπώνονται και στους μισθούς.
Αυτό ήταν το μεγάλο ζητούμενο κυβερνήσεων, κεντρικών τραπεζών, πάσης φύσεως ειδικών, που προειδοποιούσαν πως εάν η ανάκαμψη δεν γίνει αισθητή στην τσέπη των νοικοκυριών, δεν μπορεί κανείς να μιλάει για ουσιαστικά, βιώσιμα αποτελέσματα. Γιατί λοιπόν τρομάζει τόσο τις αγορές;
Οι στάσιμοι ή και σε τροχιά συρρίκνωσης μισθοί ήταν βασική πηγή κοινωνικής δυσφορίας και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ μιλούσε για τους «ξεχασμένους» της παγκοσμιοποίησης αναφερόταν ακριβώς στα νοικοκυριά της μεσαίας και της εργατικής τάξης, που έβλεπαν επί τρεις δεκαετίες το εισόδημά τους να αδυνατεί να ανέβει, την ώρα που οι πλούσιοι της χώρας γίνονταν ακόμη πλουσιότεροι, χάρη στα εντυπωσιακά κέρδη των μετοχών.
Οι οικονομικές ανισότητες και η αδυναμία αύξησης των μισθών θεωρήθηκαν από τους αναλυτές κύριος (αν και όχι μόνος) παράγοντας για την άνοδο του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία και τις ισχυρές εκλογικές επιδόσεις της ακροδεξιάς ανά την Ευρώπη. Ο Μάριο Ντράγκι συχνά τόνιζε πως όσο οι μισθοί και ο πληθωρισμός μένουν υπό πίεση, η ΕΚΤ θα πρέπει να διατηρεί κάθε είδους στήριγμα στην οικονομία. Τους μισθούς έδειχνε και η Τζάνετ Γέλεν της Fed, όταν οι ειδικοί τη ρωτούσαν γιατί δεν κινείται με ταχύτερα βήματα προς την ομαλοποίηση της πολιτικής της, την ώρα που το ποσοστό ανεργίας στις ΗΠΑ έχει υποχωρήσει στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα του 4,1%.
Αυτή η ώρα, που όλοι λοιπόν περίμεναν, έφτασε. Στις ΗΠΑ οι μισθοί παρουσίασαν τον Ιανουάριο μέση αύξηση 2,9% -τη μεγαλύτερη από το 2009- και ύστερα από άνοδο 2,7% τον Δεκέμβριο. Πώς υποδέχθηκε η αγορά την είδηση; Με ένα κύμα ρευστοποιήσεων, που οδήγησε τον S&P 500 έως και 10,2% χαμηλότερα από το ρεκόρ, που είχε καταγράψει στις 26 Ιανουαρίου. Σε υψηλά τεσσάρων ετών εκτινάχθηκε και το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ, με βάση τις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων δεκαετούς διάρκειας.
Μεγάλες οι απώλειες και για την αγορά της Γερμανίας, όπου τα συνδικάτα διεκδικούν με αξιώσεις αυξήσεις της τάξης του 4% για το 2018 και το 2019.
Ποιοι και γιατί ανησυχούν
Οι υψηλότεροι μισθοί μεταφράζονται σε επιτάχυνση του πληθωρισμού και αυτή με τη σειρά της πιθανότατα θα μεταφραστεί σε πιο απότομη αύξηση των επιτοκίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη. Η ΕΚΤ αποκλείει προς το παρόν την όποια επιτοκιακή αύξηση πριν από το 2019, αλλά πολλοί εκτιμούν ότι θα «μαζέψει» πιο σύντομα από ό,τι υπολογιζόταν το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, με το οποίο χάριζε στην αγορά άφθονο, φθηνό ρευστό.
Ο στόχος για πληθωρισμό 2% φαίνεται άλλωστε να είναι πιο κοντινός για τις ΗΠΑ. Στη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη υπάρχουν φόβοι ότι η φορολογική μεταρρύθμιση που προώθησε πρόσφατα ο Ντόναλντ Τραμπ, μειώνοντας δραστικά τον συντελεστή για τις επιχειρήσεις, και το σχέδιο του 1,5 τρισ. δολαρίων για επενδύσεις σε υποδομές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υπερθέρμανση της οικονομίας. «Η κυβέρνηση Τραμπ πετάει οικονομικές φωτιές» σχολίαζε χαρακτηριστικά το CNBC, επισημαίνοντας ότι κάποιος θα πρέπει να τις σβήσει. Αυτός δεν είναι άλλος από την κεντρική τράπεζα.
Νομισματική πολιτική σε ΗΠΑ και Βρετανία
Οι αγορές αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με στοιχεία του Reuters, δίνουν πιθανότητες 87,5% σε αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης στη συνεδρίαση του Μαρτίου. Αυτό σημαίνει ότι μέσα στο έτος ίσως οι αυξήσεις να είναι περισσότερες από τρεις, όπως αρχικά υπολογιζόταν.
Στα ίδια βήματα ακολουθεί και η Τράπεζα της Αγγλίας, καθώς ο πληθωρισμός στη χώρα κινείται σε υψηλά έξι ετών. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Bloomberg, οι πιθανότητες για μία αύξηση μέσα στο πρώτο εξάμηνο του έτους υπερβαίνουν πλέον το 50%.
Έως και πριν από λίγο καιρό οι αγορές προέβλεπαν ότι φέτος τα επιτόκια της στερλίνας θα παραμείνουν σταθερά, με την πρώτη αύξηση να έρχεται τον Φεβρουάριο του 2019. Ωστόσο, την περασμένη εβδομάδα ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, Μαρκ Κάρνεϊ, έδωσε σήμα ότι θα επιταχύνει τον βηματισμό προς πιο περιοριστική νομισματική πολιτική.
Οι 21 από τους τους 41 οικονομολόγους που συμμετείχαν στη μηνιαία δημοσκόπηση του Bloomberg βλέπουν τα επιτόκια να αυξάνονται από το 0,5% στο 0,75% τον Μάιο, ενώ επιπλέον 8 αναμένουν την πρώτη αύξηση τον Αύγουστο.
Αν και οι προοπτικές της βρετανικής οικονομίας εξακολουθούν να παραμένουν εύθραυστες εξαιτίας της αβεβαιότητας για τη συμφωνία στην οποία θα καταλήξουν το Λονδίνο και οι Βρυξέλλες για τη μελλοντική τους σχέση, η επιτάχυνση του πληθωρισμού έχει τρομάξει την κεντρική τράπεζα.
Οι επενδυτές μάλιστα εμφανίζονται ακόμη πιο βέβαιοι για την αύξηση των επιτοκίων, δίνοντας πιθανότητες 75% στο να έρθει μέσα στους επόμενους τρεις μήνες.