Τα 3,3 δισ. ευρώ προσέγγισε το 2017 η αξία των συγχωνεύσεων και εξαγορών στην Ελλάδα, έναντι 4,9 δισ. ευρώ το 2016, σημειώνοντας υποχώρηση, η οποία όμως αποδίδεται στο ότι το 2016 έγινε η πώληση της Finansbank.
Από την έντυπη έκδοση
Τα 3,3 δισ. ευρώ προσέγγισε το 2017 η αξία των συγχωνεύσεων και εξαγορών στην Ελλάδα, έναντι 4,9 δισ. ευρώ το 2016, σημειώνοντας υποχώρηση, η οποία όμως αποδίδεται στο ότι το 2016 έγινε η πώληση της Finansbank. Τα προαναφερόμενα στοιχεία αποτελούν βασικά συμπεράσματα της ετήσιας μελέτης της PwC Ελλάδας για τις Εξαγορές και Συγχωνεύσεις επιχειρήσεων στην Ελλάδα το 2017. Για την τρέχουσα χρονιά, ο ελεγκτικός οίκος εκτιμά ότι οι εξαγορές και συγχωνεύσεις θα κινηθούν σχετικά ανοδικά, παραμένοντας σε αυτά τα «αναιμικά» επίπεδα σε σχέση με την ανάλογη δραστηριότητα στην Ευρώπη.
Συνολικά, όπως επισημαίνει η μελέτη, πέρυσι, οι ελληνικές επιχειρήσεις προσέλκυσαν κάτι λιγότερο 5,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 1,6 δισ. ευρώ αφορούσε Εξαγορές και Συγχωνεύσεις (Ε&Σ) και 1,7 δισ. ευρώ αποκρατικοποιήσεις. Επίσης, σε 1,9 δισ. ευρώ έφτασε το ύψος των εκδόσεων εταιρικών ομολόγων, ενώ μόλις 251 εκατ. ευρώ συνδέθηκαν με αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που καλύφθηκαν από στρατηγικούς επενδυτές.
Από τις συνολικά 36 συναλλαγές Ε&Σ που πραγματοποιήθηκαν, οι πέντε μεγαλύτερες άγγιξαν το 1,2 δισ. ευρώ επί συνόλου 1,6 δισ. ευρώ και αφορούσαν σε αποεπενδύσεις συστημικών τραπεζών, γεγονός που αποτελεί κύριο φαινόμενο των τελευταίων ετών διατηρώντας 75% του συνόλου της αξίας των συναλλαγών για το 2017.
Όπως αποτυπώνεται στη μελέτη, σταθερή παρέμεινε η αξία των συναλλαγών σε σχέση με το 2016, αν εξαιρεθεί λόγω μεγέθους η συναλλαγή της Finansbank κατά το προηγούμενο έτος. Επίσης, όπως καταδεικνύει η μελέτη, η δραστηριότητα της Ελλάδας σε ό,τι αφορά συναλλαγές Σ&Ε παραμένει πολύ χαμηλή (μικρότερη του 1%του ΑΕΠ) συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου οι 20 μεγαλύτερες συμφωνίες που ανακοινώθηκαν το 2017 ανήλθαν σε 234 δισ. ευρώ, με κυρίαρχο σε αυτές τον φαρμακευτικό κλάδο.
Κυρίαρχος κλάδος σε επίπεδο αξίας συναλλαγών Ε&Σ εξακολουθεί να είναι, από το 2013, εκείνος των Χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (47,2%), ακολουθούμενος για το 2017 από τους τομείς Ενέργειας (23,7%), Τεχνολογίας (6,6%), Βιομηχανίας (6,5%), Υγείας (4,9%), Ακινήτων (4,6%), Υπηρεσιών (3%) και Λιανικής (0,3%). Σε επίπεδο ιδιωτικοποιήσεων, τα έσοδα από τις δύο βασικές αποκρατικοποιήσεις της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και των 14 περιφερειακών αεροδρομίων ανήλθαν σε 1,7 δισ. ευρώ, έναντι στόχου 1,9 δισ. ευρώ του κρατικού προϋπολογισμού. Συνολικά τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις κατά την τελευταία οκταετία ανήλθαν σε 5 δισ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του 2017, 9 ελληνικές εταιρείες εξέδωσαν διαπραγματεύσιμα ομόλογα με κουπόνια που κυμαίνονταν από 2% έως 5% αντλώντας 1,9 δισ. ευρώ έναντι 1,6 δισ. ευρώ το 2016.
Για το 2018, η αξία των συναλλαγών αναμένεται να ξεπεράσει το 1 δισ. ευρώ με επιπλέον 1,2 δισ. ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις. Παράλληλα ανάλογο αναμένεται να είναι και το ύψος των αποεπενδύσεων κυρίως από τις τράπεζες. Σχετικά με την τρέχουσα χρονιά, η PWC αναμένει τις παρακάτω κινήσεις ανά κλάδο:
1. Χρηματοοικονομικές Υπηρεσίες. Οι αποεπενδύσεις των συστημικών τραπεζών θα συνεχιστεί και το 2018, με την πώληση της Εθνικής Ασφαλιστικής (Εθνική Τράπεζα -χθες υπήρξε μερική ανατροπή της όλης διαδικασίας- βλέπε σχετικό ρεπορτάζ σελ. 15) και της Avis (Τράπεζα Πειραιώς) με συνολική αξία περίπου στα 800 εκατ. ευρώ. Η Τράπεζα Πειραιώς έχει την Avis και άλλες 3 αποεπενδύσεις που εκκρεμούν («Ε. Ντυνάν», Αττική Οδός, υποκατάστημα στη Σερβία). Η Alpha Bank έχει ολοκληρώσει το σχέδιο αποεπενδύσεών της. Η Eurobank ανακοίνωσε ότι θα κρατήσει τις θυγατρικές της στην Κύπρο, στη Βουλγαρία και στη Σερβία, ενώ οι υπόλοιπες αποεπενδύσεις έχουν ολοκληρωθεί.
2. Βιομηχανία. Το κλείσιμο των συμφωνιών της Apivita από τον όμιλο Puig και της Κορρές από την κινεζική εταιρεία Profex Inc και τη Morgan Stanley, παρά την καθυστέρηση, αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο έτος με εκτιμώμενο ποσό 90 εκατ. ευρώ.
3. Υγεία. Το fund CVC Capital Partners ετοιμάζεται να εξαγοράσει το 97,2% στη Γενική Κλινική ΙΑΣΩ General με συνολική αξία περί τα 50 εκατ. ευρώ
4. Τηλεπικοινωνίες. Η εξαγορά της Cyta από τη Vodafone ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο έναντι 118 εκατ. ευρώ. Εκκρεμεί η πώληση της Forthnet με τις τελικές προσφορές να κατατίθενται μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου.
5. Ιδιωτικοποιήσεις. Η εκτίμηση των συνολικών εσόδων το 2018 αγγίζει περίπου το 1 δισ. Η ιδιωτικοποίηση του ΟΛΘ αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο α' τρίμηνο του 2018, καθώς η συμφωνία πώλησης έχει ήδη υπογραφεί για ποσό 232 εκατ. ευρώ. Η πώληση του 66% του ΔΕΣΦΑ είναι πιθανό να ολοκληρωθεί το 2018, καθώς οι τελικές προσφορές έχουν κατατεθεί, με αναμενόμενα έσοδα 188 εκατ. ευρώ. Το έργο ανάπλασης του Ελληνικού προβλέπεται να ξεκινήσει, με το αρχικό καταβληθέν ποσό να αναμένεται στα 300 εκατ. ευρώ. Η επέκταση της παραχώρησης του ΔΑΑ και η πώληση του 5% του ΟΤΕ μπορεί να αποδώσουν από 500 εκατ. ευρώ.
6. Συναλλαγές αναδιάρθρωσης. Οι εξαγορές των Νηρέας και Σελόντα θα ολοκληρωθούν το 2018. Επιπλέον, η Καλογήρου έλαβε προσφορά από το Fais Group και η ΒΙ.Κ.Η βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την Chipita.
Ο κ. Θανάσης Πανόπουλος, Partner και επικεφαλής του τμήματος Deals της PwC Ελλάδας, σχολίασε: «Χαρακτηριστικό στοιχείο του 2017 αποτέλεσαν οι “υποχρεωτικές” συναλλαγές, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις και οι αποεπενδύσεις των τραπεζών, που κυριαρχούν στην ελληνική αγορά Ε&Σ τα τελευταία τρία χρόνια με ετήσιο μέσο όρο συναλλαγών 2,3 δισ. ευρώ, ενώ η δραστηριότητα των τακτικών Ε&Σ βρίσκεται στα μέσα επίπεδα των 911 εκατ. ετησίως. Αξιοσημείωτη είναι επίσης και η μεταστροφή από μικρομεσαίες συναλλαγές της τάξης των 10 - 50 εκατ. ευρώ, σε μικρές συναλλαγές αξίας κάτω των 10 εκατ. ευρώ».
Ο Μάριος Ψάλτης, διευθύνων σύμβουλος της PwC Ελλάδας, δήλωσε σχετικά: «Η ελληνική οικονομία μπαίνει σε τροχιά ανάπτυξης, η οποία για τα επόμενα χρόνια θα είναι αναιμική λόγω έλλειψης χρηματοδότησης. Αυτό θα οδηγήσει σταδιακά σε αύξηση των Ε&Σ τόσο εξαιτίας κλαδικών ενοποιήσεων που θα επέλθουν όσο και λόγω της προσέλκυσης περισσότερων ξένων άμεσων επενδύσεων. Η ομαλή έξοδος από το Πρόγραμμα σε συνδυασμό με την πολιτική σταθερότητα αναμένεται ότι θα διευκολύνει τις επενδύσεις μέσω εξαγορών».