Η δανειοδότηση της κοινοπραξίας κατασκευής του Διαδριατικού Αγωγού Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ) θα τεθεί επί τάπητος στη σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΙΒ). Όπως αναφέρεται στην ατζέντα της συνεδρίασης, η ΕΤΕπ εξετάζει να χρηματοδοτήσει το έργο με ένα ποσό έως 1,5 δισ. ευρώ. Έτσι, αν δώσει το «πράσινο φως», θα πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα δάνεια που έχει χορηγήσει στην ιστορία της.
Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Η δανειοδότηση της κοινοπραξίας κατασκευής του Διαδριατικού Αγωγού Φυσικού Αερίου (ΤΑΡ) θα τεθεί επί τάπητος στη σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΙΒ). Όπως αναφέρεται στην ατζέντα της συνεδρίασης, η ΕΤΕπ εξετάζει να χρηματοδοτήσει το έργο με ένα ποσό έως 1,5 δισ. ευρώ. Έτσι, αν δώσει το «πράσινο φως», θα πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα δάνεια που έχει χορηγήσει στην ιστορία της.
Η δανειοδότηση του ΤΑΡ είχε αρχικά προγραμματιστεί να εξεταστεί στη συνεδρίαση του δ.σ. στις 12 Δεκεμβρίου, ωστόσο το διοικητικό συμβούλιο μετέθεσε τη συζήτηση του θέματος για σήμερα, 6 Φεβρουαρίου. Όπως είχε διαρρεύσει τότε από κύκλους της τράπεζας, η απόφαση οφειλόταν καθαρά σε έλλειψη χρόνου, χωρίς σε καμία περίπτωση να υποδηλώνει πως έχουν ανακύψει στην πορεία λόγοι που έχουν κάνει την ΕΙΒ να αλλάξει στάση ως προς τη χρηματοδότηση του εν λόγω project.
Την ίδια στιγμή, σε εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία λήψης δανείου 500 εκατ. ευρώ από η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD). Μάλιστα, στις 19 Δεκεμβρίου, η EBRD ενέκρινε τη Διερευνητική Επισκόπηση (Structure Review) της δανειοδότησης, ώστε να προχωρήσει στην τελική επισκόπηση.
Αν και δεν μπορεί να προδικαστεί η εξέλιξη της σημερινής συνεδρίασης, αφού για παράδειγμα το δ.σ. μπορεί να αναβάλει την απόφασή του ζητώντας επιπλέον στοιχεία από την κοινοπραξία, όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν πως η ΕΤΕπ τελικά θα εγκρίνει τη χορήγηση του δανείου. Ένας σημαντικός λόγος είναι πως η χρηματοδότηση θεωρείται χαμηλού ρίσκου, καθώς έχει ήδη ολοκληρωθεί το 60% του έργου, ενώ έχει ήδη αγοραστεί όλος ο εξοπλισμός του.
Παράλληλα, το έργο έχει αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ως «Έργο Κοινού Ενδιαφέροντος» (PCI), λόγω του ρόλου που θα διαδραματίσει στο άνοιγμα του Νότιου Διαδρόμου Φυσικού Αερίου. Έτσι, θα διευρύνει τις εναλλακτικές επιλογές παροχής φυσικού αερίου και θα προσφέρει νέα δίκτυα μεταφοράς ενέργειας, παρέχοντας στην Ευρώπη πρόσβαση στο καύσιμο από διαφορετικές πηγές.
Επίσης, παρότι το φυσικό αέριο αποτελεί ορυκτό καύσιμο, θεωρείται πως μπορεί να αποτελέσει «γέφυρα» για τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Ο λόγος είναι ότι αποτελεί μία ευέλικτη πηγή παραγωγής ενέργειας και μπορεί να χρησιμοποιηθεί συμπληρωματικά ως προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με συνέπεια να μπορεί να λειτουργήσει ως αξιόπιστη συμπληρωματική λύση των ΑΠΕ, οι οποίες αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της στοχαστικότητας, δηλαδή μπορούν να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια μόνο όταν επικρατούν ευνοϊκές συνθήκες (π.χ. ηλιοφάνεια ή αέρας).
Θετική ένδειξη αποτελεί επίσης η έγκριση της δανειοδότησης με 500 εκατ. του TANAP από την EBRD, τον περασμένο Οκτώβριο.
Ως λόγους της έγκρισης η τράπεζα ανέφερε πως, αποτελώντας βασικό τμήμα του Νότιου Διαδρόμου, ο αγωγός θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, ενώ θα συμβάλει επίσης στη δημιουργία ενός καλύτερου ενεργειακού μίγματος για την προμήθεια των καταναλωτών στα Βαλκάνια και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, καθώς και στην επίτευξη σημαντικής μείωσης του CO2 μέσω της αντικατάστασης παρωχημένων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Χαρακτηριστικά που, όπως είναι φυσικό, ισχύουν και στην περίπτωση του ΤΑΡ.
Η όδευση
Ο αγωγός TAP αποτελεί τμήμα του Νότιου Διάδρομου Φυσικού Αερίου, δηλαδή της όδευσης για τη μεταφορά φυσικού αερίου από το κοίτασμα Σαχ Ντενίζ ΙΙ του Αζερμπαϊτζάν προς την Ευρώπη. Θα έχει μήκος περίπου 878 χλμ. και θα συνδεθεί με τον αγωγό Trans Anatolian Pipeline (TANAP) στους Κήπους, στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Θα διατρέχει την Ελλάδα, την Αλβανία και την Αδριατική θάλασσα, προτού εξέλθει στην ξηρά στη νότια Ιταλία. Το κόστος κατασκευής του ανέρχεται στα 4,5 δισ. ευρώ.