Σε τουλάχιστον 10% υπολογίζεται η περικοπή στους πόρους της ΚΑΠ για την περίοδο μετά το 2020 λόγω του Brexit, αλλά και των αυξημένων αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς του Μεταναστευτικού, της Άμυνας και της Ασφάλειας, όπως επισημάνθηκε σε εκδήλωση που έγινε στο πλαίσιο της 27ης Agrotica στη Θεσσαλονίκη.
Από την έντυπη έκδοση
Σε τουλάχιστον 10% υπολογίζεται η περικοπή στους πόρους της ΚΑΠ για την περίοδο μετά το 2020 λόγω του Brexit, αλλά και των αυξημένων αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς του Μεταναστευτικού, της Άμυνας και της Ασφάλειας, όπως επισημάνθηκε σε εκδήλωση που έγινε στο πλαίσιο της 27ης Agrotica στη Θεσσαλονίκη.
Η Ελλάδα είναι αντίθετη στη μείωση των πόρων για τον αγροτικό τομέα, τόνισε ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Χαράλαμπος Κασίμης, αναγνωρίζοντας, πάντως, ότι οι πιέσεις για μειώσεις είναι μεγάλες και συνδέονται με τα δημοσιονομικά και τον επόμενο προϋπολογισμό της Ε.Ε.
Σύμφωνα με τον κ. Κασίμη, αλλαγές θα υπάρξουν και στον τρόπο λειτουργίας της ΚΑΠ, με κύριο χαρακτηριστικό τη μετατόπιση σε πιο αποκεντρωμένες και ευέλικτες πολιτικές, με βασικό γνώμονα η Κοινή Αγροτική Πολιτική, μετά το 2020, να είναι «ευφυέστερη, πιο πράσινη και πιο δίκαιη», καθώς σήμερα το 20% των αγροτών λαμβάνει περίπου το 80% των ενισχύσεων.
Πάντως, ο κ. Κασίμης εξέφρασε τον προβληματισμό του για την αρχή της επικουρικότητας που εισάγεται μεταξύ των κρατών-μελών, διότι -όπως εκτίμησε- μπορεί να καταλήξει σε πολύπλοκες διαδικασίες και αύξηση της γραφειοκρατίας.
Ο ίδιος διερωτήθηκε για το πώς θα λειτουργήσουν οι άμεσες ενισχύσεις όταν διασυνδεθούν με τις επιδόσεις, δεδομένου ότι «οι άμεσες ενισχύσεις είναι το πρώτο δίχτυ ασφαλείας για το αγροτικό εισόδημα».
Πάντως, σύμφωνα με τον ίδιο, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να αλλάξει η αναλογία των διατιθέμενων πόρων, μεταξύ του πρώτου και δεύτερου πυλώνα (ο πρώτος, που αφορά τις άμεσες ενισχύσεις, λαμβάνει το 75% των πόρων και ο δεύτερος, που αφορά αναπτυξιακά προγράμματα, μόλις το 25%). Σε κάθε περίπτωση, εν όψει των σχεδιαζόμενων αλλαγών, το ΥΠΑΑΤ έχει ήδη ξεκινήσει τις διαβουλεύσεις με εκπροσώπους φορέων των αγροτών για τη διαμόρφωση της στρατηγικής και της πρότασης της Ελλάδας.
Έρευνα
Κάποια από τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιεί η επιστημονική ομάδα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και η οποία αναμένεται να αποτελέσει πολύτιμο εργαλείο για τη διαμόρφωση της εθνικής στρατηγικής εν όψει της νέας ΚΑΠ, παρουσίασε, στην ίδια εκδήλωση ο επικεφαλής της ομάδας, καθηγητής Κωνσταντίνος Τσιμπούκας. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, οι μικρές και πολύ μικρές εκμεταλλεύσεις, που αποτελούν το 70% του συνόλου στην Ελλάδα, παράγουν μόλις το 20% της αξίας παραγωγής, λαμβάνοντας το 28% των άμεσων ενισχύσεων. Παράλληλα, οι μεγάλες επιχειρηματικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις, που έχουν μερίδιο μόλις 1% επί του συνόλου, παράγουν κάτι παραπάνω από το 11% της αξίας της ελληνικής αγροτικής παραγωγής.
Το πολύ μεγάλο μέρος της ελληνικής παραγωγής, περίπου το 70% σε αξία, παράγεται από μία πολύ μεγάλη «μεσαία» ομάδα, με εισοδήματα μεταξύ 8.000 και 100.000 ευρώ, που αντιστοιχεί στο 29% των αγροτικών εκμεταλλεύσεων.
Στο μεταξύ, καμπάνια προώθησης των ελληνικών κρεάτων και ΠΟΠ τυροκομικών προϊόντων ξεκινά ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Ζωοτροφών, κινητοποιώντας όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και στοχεύοντας να γυρίσει σε θετικό το αρνητικό σήμερα ισοζύγιο εισροών / εκροών (1,8 δισ. ευρώ έναντι 2,4 δισ. ευρώ αντίστοιχα), όπως γνωστοποίησε στο περιθώριο της Agrotica o πρόεδρος του ΣΕΒΙΖ Ηλίας Μελισσουργός, προσθέτοντας ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με κάθε τρόπο το φαινόμενο των «ελληνοποιήσεων».
Οι 30 βιομηχανίες ζωοτροφών που είναι μέλη του ΣΕΒΙΖ εκτιμάται ότι παράγουν - διακινούν περί τους 400.000 τόνους/ετησίως, παρουσιάζοντας από το 2017 ελαφρά ανοδική πορεία και ελέγχοντας περίπου το 60% της εγχώριας αγοράς ζωοτροφών.