Σημαντικού ύψους αδήλωτα ποσά εισοδημάτων αποκαλύφθηκαν στις φορολογικές αρχές κατά την περίοδο εφαρμογής των ρυθμίσεων των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016 για την οικειοθελή δήλωση αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης που έληξε στις 25 Νοεμβρίου 2017.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Σημαντικού ύψους αδήλωτα ποσά εισοδημάτων αποκαλύφθηκαν στις φορολογικές αρχές κατά την περίοδο εφαρμογής των ρυθμίσεων των άρθρων 57 έως 61 του ν. 4446/2016 για την οικειοθελή δήλωση αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης που έληξε στις 25 Νοεμβρίου 2017. Σύμφωνα με στοιχεία που έγιναν γνωστά χθες, στις ρυθμίσεις εντάχθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι οι οποίοι δήλωσαν συνολικά περίπου 9,5 δισ. ευρώ κεφάλαια αποκρυβέντα επί πολλά έτη από την εφορία.
Για τα ποσά αυτά, οι εν λόγω φορολογούμενοι αποδέχτηκαν να πληρώσουν, είτε εφάπαξ είτε σταδιακά, έως και σε 12 μηνιαίες δόσεις, ποσά φόρων και προσαυξήσεων συνολικού ύψους άνω των 700 εκατ. ευρώ. Ήδη δε έχουν εξοφλήσει περισσότερα από 200 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα ειδικότερα με τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι αρμόδιες υπηρεσίες, κατά τη διάρκεια εφαρμογής των ρυθμίσεων για την οικειοθελή αποκάλυψη αδήλωτων κεφαλαίων:
* Υποβλήθηκαν συνολικά 460.120 αιτήσεις-δηλώσεις από 136.624 φορολογούμενους (σε πολλές περιπτώσεις ένας φορολογούμενος υπέβαλε περισσότερες της μιας δηλώσεις, για περισσότερα του ενός έτη).
* Δηλώθηκαν αποκρυβέντα εισοδήματα και λοιπά αδήλωτα κεφάλαια ύψους 9,5 δισ. ευρώ.
* Βεβαιώθηκαν φόροι και προσαυξήσεις συνολικού ύψους 711 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων ήδη τα 220 εκατ. ευρώ πληρώθηκαν από τους φορολογούμενους στα κρατικά ταμεία.
Υπενθυμίζεται ότι με τις διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016 δόθηκαν κίνητρα στους φορολογούμενους να αποκαλύψουν οικειοθελώς φορολογητέα εισοδήματα ή άλλης κατηγορίας φορολογητέα ύλη που απέκρυψαν κατά τα έτη 2000-2016. Με τις διατάξεις αυτές επετράπη σε φυσικά και νομικά πρόσωπα να υποβάλουν εκπρόθεσμα δηλώσεις για τα έτη 2000 έως και 2016, τις οποίες παρέλειψαν ή να διορθώσουν ήδη υποβληθείσες δηλώσεις των ετών 2000-2016 που συμπλήρωσαν ανακριβώς ή ελλιπώς, και να πληρώσουν, είτε εφάπαξ είτε σε 2 έως και 12 μηνιαίες δόσεις, τα βασικά ποσά επιβαρύνσεων που αναλογούσαν στην αποκαλυφθείσα φορολογητέα ύλη προσαυξημένα με σημαντικά μειωμένα ποσά προσαυξήσεων ή προστίμων εκπρόθεσμης υποβολής και με απαλλαγή:
* από τα πρόστιμα ανακριβούς δήλωσης του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών τα οποία ανέρχονταν κανονικά σε ποσοστά από 25% έως και 100% επί των διαφορών φόρου,
* από τυχόν πρόστιμα για έκδοση ή αποδοχή πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων ή για μη έκδοση ή ανακριβή έκδοση φορολογικών στοιχείων,
* από το μέτρο της αναστολής λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων,
* από τις ποινικές κυρώσεις για φοροδιαφυγή. Για παράδειγμα όσοι, με τις ρυθμίσεις αυτές, αποκάλυπταν ότι είχαν αποφύγει να πληρώσουν φόρο εισοδήματος άνω των 100.000 ευρώ γλίτωναν από τις ποινικές διώξεις και τους κινδύνους να τιμωρηθούν με ποινές κάθειρξης από 5 έως και 10 έτη!
Η δυνατότητα υπαγωγής στη ρύθμιση με τα παραπάνω κίνητρα δόθηκε και σε φορολογούμενους που είχαν ήδη επιλεγεί για φορολογικό έλεγχο, αλλά ο έλεγχος δεν είχε ακόμη ολοκληρωθεί. Οι φορολογούμενοι που υπέβαλλαν χρεωστικές δηλώσεις, σύμφωνα με τη ρύθμιση της οικειοθελούς αποκάλυψης, επιβαρύνονταν και με το αυτοτελές πρόστιμο εκπρόθεσμης δήλωσης, το οποίο ανέρχεται σε 100 ευρώ για κάθε δήλωση φορολογούμενου που δεν είναι επιτηδευματίας, 250 ευρώ για κάθε δήλωση επιτηδευματία που τηρεί απλογραφικά βιβλία και 500 ευρώ για κάθε δήλωση επιτηδευματία που τηρεί διπλογραφικά βιβλία.
Οι κύριοι φόροι που αναλογούσαν στην αποκαλυφθείσα φορολογητέα ύλη υπολογίστηκαν με βάση τους φορολογικούς συντελεστές που ίσχυαν για τις χρήσεις (διαχειριστικές περιόδους) για τις οποίες υπήρχε υποχρέωση υποβολής εμπρόθεσμων δηλώσεων.
Πώς πείσθηκαν και έσπευσαν στις εφορίες
Μεγάλος αριθμός φορολογουμένων που προσήλθαν στις αρμόδιες ΔΟΥ για να υποβάλουν όλες τις φορολογικές δηλώσεις παρελθόντων ετών που απαιτούνταν βάσει των διατάξεων των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016 για την υπαγωγή τους στη ρύθμιση της οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης των χρήσεων 2000-2016 και να πληρώσουν τα ποσά των κύριων και των πρόσθετων φόρων που προβλέπει η συγκεκριμένη ρύθμιση είτε εφάπαξ είτε τμηματικά σε 12 μηνιαίες δόσεις ήταν μεγαλοεπιχειρηματίες, ελεύθεροι επαγγελματίες, καθώς και άλλων κατηγοριών φορολογούμενοι με μεγάλη οικονομική επιφάνεια εμφανιζόμενοι στις γνωστές λίστες μεγαλοκαταθετών («65 CD», Λαγκάρντ, Μπόργιανς κ.λπ.).
Κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα πολλών εξ αυτών ήταν ότι είχαν ήδη επιλεγεί για φορολογικό έλεγχο από τις αρμόδιες φοροελεγκτικές υπηρεσίες αλλά τη στιγμή που τέθηκε σε ισχύ η ρύθμιση των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016 ο έλεγχος δεν είχε ολοκληρωθεί, δηλαδή δεν είχε εκδοθεί πράξη οριστικού προσδιορισμού των οφειλόμενων φόρων.
Οι φορολογούμενοι αυτοί διαπίστωσαν ότι τα κίνητρα υπαγωγής στη συγκεκριμένη ρύθμιση ήταν γι’ αυτούς πολύ ελκυστικά, καθώς οι διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016 προέβλεπαν σημαντικό «κούρεμα» στους πρόσθετους φόρους που θα πλήρωναν, αν υπόκειντο κανονικά σε φορολογικό έλεγχο.
Οι πρόσθετοι φόροι που υπό κανονικές συνθήκες (διενέργεια και ολοκλήρωση φορολογικού ελέγχου) θα έφταναν μέχρι και το 120% της οφειλής του κυρίως φόρου, λόγω καθυστέρησης καταβολής του, περιορίζονταν με τη ρύθμιση σε επίπεδα κυμαινόμενα από 8% έως και 38%! Κυρίως όμως, οι διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016, όπως ήδη αναφέραμε, προσέφεραν κι ορισμένα άλλα ισχυρά κίνητρα, όπως απαλλαγές από υπέρογκα πρόστιμα για πλαστά και εικονικά τιμολόγια, άρση των διασφαλιστικών μέτρων δέσμευσης των καταθέσεων και των περιουσιακών στοιχείων, καθώς και απαλλαγή από την άσκηση ποινικών διώξεων και την επιβολή ποινών φυλάκισης ή κάθειρξης για τα αδικήματα μεγάλης φοροδιαφυγής που είχαν διαπραχθεί και τα οποία θα αποκαλύπτονταν αν ολοκληρώνονταν κανονικά οι φορολογικοί έλεγχοι.
Μόνιμη η οικειοθελής δήλωση, αλλά με επαχθέστερους όρους
Η δυνατότητα υποβολής εκπρόθεσμων αρχικών ή τροποποιητικών φορολογικών δηλώσεων για οικειοθελή αποκάλυψη αποκρυβείσας φορολογητέας ύλης μετά την έναρξη διενέργειας φορολογικού ελέγχου παρέχεται πλέον σε μόνιμη βάση, αλλά με επαχθέστερους όρους απ’ αυτούς των διατάξεων των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016. Συγκεκριμένα, με τα άρθρα 397 και 398 του πρόσφατα ψηφισθέντος ν. 4512/2018 προβλέπονται τα εξής:
1) Εφόσον υποβληθούν χρεωστικές εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, θα επιβάλλεται, για κάθε δήλωση, αντί του διαδικαστικού προστίμου των 100-500 ευρώ του άρθρου 54, πρόστιμο ίσο με το 10%-50% του προκύπτοντος φόρου, σε περίπτωση αρχικής δήλωσης, ή της προκύπτουσας διαφοράς φόρου, σε περίπτωση τροποποιητικής δήλωσης.
2) Εφόσον η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός 30 ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το πρόστιμο θα περιορίζεται στο 60% του αρχικώς προσδιορισθέντος, δηλαδή στο 6%-30% του φόρου ή της διαφοράς φόρου, ώστε να υπάρχει ένα σοβαρό κίνητρο για την άμεση πληρωμή των βάσει δήλωσης φορολογικών οφειλών. Η έκπτωση αυτή δεν θα παρέχεται για τις δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών. Ειδικά, εφόσον πρόκειται για τροποποιητικές δηλώσεις, για τον υπολογισμό του ανωτέρω προστίμου, θα λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού το ποσό της διαφοράς μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση την υποβαλλόμενη τροποποιητική φορολογική δήλωση και εκείνου που προκύπτει με βάση την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση, και τις τυχόν τροποποιητικές δηλώσεις που έχουν εν τω μεταξύ υποβληθεί.
3) Κάθε φορολογούμενος σε βάρος του οποίου:
α) έχει εκδοθεί και δεν έχει κοινοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4512/2018 (17-1-2018) οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου ή
β) θα εκδοθεί οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου κατόπιν προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού που έχει κοινοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου (17-1-2018), δύναται να αποδεχτεί την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού, με ανέκκλητη και ανεπιφύλακτη δήλωσή του, η οποία υποβάλλεται εντός της προθεσμίας για άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, στον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την πράξη προσδιορισμού του φόρου. Εφόσον ο φορολογούμενος εξοφλήσει την προκύπτουσα οφειλή εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των 30 ημερών, τα επιβληθέντα πρόστιμα για μη υποβολή δηλώσεων ή υποβολή ανακριβών δηλώσεων τα οποία ανέρχονται σε 10%-50% επί των διαφορών φόρου που προέκυψαν, βάσει των άρθρων 58, 58Α και 59 του ΚΦΔ ή οι πρόσθετοι φόροι από 1%-3,5% ανά μήνα εκπρόθεσμης καταβολής, που έχουν επιβληθεί αν ο έλεγχος αφορούσε σε χρήσεις προ του 2014, θα μειώνονται στο 60% αυτών. Δηλαδή και στις περιπτώσεις αυτές θα ισχύουν εκπτώσεις 40% στα πρόστιμα.
Τα ανωτέρω θα εφαρμόζονται και για εκκρεμείς υποθέσεις κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου (17-1-1-2018). Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης.
Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση αλλά δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.