«Ανοικτά» παραμένουν όλα τα ενδεχόμενα για την αξιοποίηση των 10 Οργανισμών Λιμένων Α.Ε. που έχει στη διάθεσή του το ΤΑΙΠΕΔ, ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί εστιάζεται κυρίως στα λιμάνια της Αττικής (Ελευσίνας, Λαυρίου και Ραφήνας), στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και σε μικρότερο βαθμό στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
«Ανοικτά» παραμένουν όλα τα ενδεχόμενα για την αξιοποίηση των 10 Οργανισμών Λιμένων Α.Ε. που έχει στη διάθεσή του το ΤΑΙΠΕΔ, ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί εστιάζεται κυρίως στα λιμάνια της Αττικής (Ελευσίνας, Λαυρίου και Ραφήνας), στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και σε μικρότερο βαθμό στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας.
Σε χθεσινή σύσκεψη στο υπουργείο Ναυτιλίας μεταξύ της διοίκησης του ΤΑΙΠΕΔ και του υπουργού Ναυτιλίας Παναγιώτη Κουρουμπλή επισημάνθηκε ότι το Ταμείο το επόμενο διάστημα θα καθορίσει τη στρατηγική και τις προτεραιότητες στην αξιοποίηση των 10 Οργανισμών Λιμένων. Αντίθετα με τις επισημάνσεις της διοίκησης του ΤΑΙΠΕΔ, η ανακοίνωση του υπουργείου Ναυτιλίας προκαταβάλει τη στρατηγική που θα ακολουθηθεί το Ταμείο, επισημαίνοντας: «Επιβεβαιώθηκε πλήρως η νέα πολιτική της κυβέρνησης ότι στο εξής οι αξιοποιήσεις των λιμανιών θα γίνονται με τη διαδικασία των παραχωρήσεων δραστηριοτήτων, για να μη δημιουργούνται μονοπωλιακές καταστάσεις και για να γίνονται οι κατάλληλες επενδύσεις με τον καλύτερο τρόπο, από παραχωρησιούχους που έχουν την τεχνογνωσία και τη διάθεση για να αναπτύξουν συγκεκριμένη δραστηριότητα».
Το βασικό μοντέλο που επεξεργάζεται το Ταμείο, σύμφωνα με τις πληροφορίες της «Ν», είναι αυτό των παραχωρήσεων, αλλά στο τραπέζι έχει πέσει και το ενδεχόμενο ολικής παραχώρησης σε ορισμένες περιπτώσεις, κυρίως από πλευράς υποψήφιων επενδυτών. Τα στελέχη του ΤΑΙΠΕΔ υπογράμμισαν ότι η περαιτέρω ενδυνάμωση των λιμανιών περιορίζεται από την ανάγκη νέων κεφαλαίων για επενδύσεις και διεύρυνση των υποδομών, ενώ τόνισαν ότι επιπλέον είναι αναγκαία μια διαχείριση με κυρίαρχο άξονα τις αναπτυξιακές προοπτικές του κάθε λιμανιού και των τοπικών κοινωνιών παράλληλα. Αυτή είναι μία στρατηγική προσέγγιση που επικροτείται από όλες τις πλευρές.
Σημειώθηκε επίσης ότι λόγω της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ και της ραγδαίας αύξησης του κύκλου εργασιών του με την πλήρη ανάπτυξη που ήδη συντελείται από την Cosco, εκτιμάται ότι μπορεί να εκφραστεί ισχυρό ενδιαφέρον από επενδυτές στους Οργανισμούς Λιμένων Λαυρίου, Ελευσίνας και Ραφήνας (Αττικό Λιμενικό Σύστημα), καθότι η αύξηση των εργασιών του ΟΛΠ αναγκαστικά θα κατανεμηθεί και σε άλλους λιμένες, με προτεραιότητα τα αττικά λιμάνια. Υπενθυμίζεται δε ότι έχει ήδη εκφραστεί επενδυτικό ενδιαφέρον για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, και για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας.
Η μελέτη
Υποστηρίζοντας την περαιτέρω αναπτυξιακή πορεία των 10 Οργανισμών Λιμένων, το ΤΑΙΠΕΔ ανέθεσε σε ανεξάρτητους συμβούλους την εκπόνηση μελέτης για τις δυνατότητες αξιοποίησής τους. Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθούν και να αναδειχθούν οι δυνατότητες κάθε ενός Οργανισμού Λιμένα, ώστε το διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου, να αποφασίσει τη στρατηγική και τα επόμενα βήματα ως προς την αξιοποίησή τους. Η διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ θα επικοινωνήσει το επόμενο διάστημα τα ευρήματα της μελέτης σε καθένα από τα λιμάνια ξεχωριστά, ενώ θα συνεχιστεί ο κύκλος επαφών και επισκέψεων, με την Ηγουμενίτσα και την Κέρκυρα να είναι οι επόμενοι σταθμοί.
Τα οικονομικά στοιχεία
Στη συνάντηση, όπου εξετάστηκε η πορεία των 10 Οργανισμών Λιμένων (Βόλου, Ραφήνας, Ηγουμενίτσας, Πάτρας, Αλεξανδρούπολης, Ηρακλείου, Ελευσίνας, Λαυρίου, Κέρκυρας και Καβάλας) που βρίσκονται υπό τη διαχείριση του ΤΑΙΠΕΔ, συμμετείχαν εκτός του υπουργού, ο υφυπουργός Νεκτάριος Σαντορινιός και οι γενικοί γραμματείς Χρήστος Λαμπρίδης και Διονύσης Καλαματιανός.
Ο πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ Άρης Ξενόφος και τα στελέχη του Ταμείου παρουσίασαν την πορεία των 10 λιμανιών, στα οποία το ΤΑΙΠΕΔ είναι ο μοναδικός μέτοχος και που υπό την κοινή διαχείρισή τους από το Ταμείο έχει επιτευχθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια εξορθολογισμός των δαπανών και βελτίωση των εσόδων.
Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα της μέχρι σήμερα ενιαίας διοικητικής διαχείρισης και συντονισμού, επισημάνθηκε ότι: