Θετική προοπτική για το 2018 εμφανίζουν σε οικονομικό επίπεδο οι κυριότερες ευρωπαϊκές αγορές για τον ελληνικό τουρισμό, γεγονός που ενισχύει τις προσδοκίες για μια ακόμα χρονιά-ρεκόρ στην Ελλάδα.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Θετική προοπτική για το 2018 εμφανίζουν σε οικονομικό επίπεδο οι κυριότερες ευρωπαϊκές αγορές για τον ελληνικό τουρισμό, γεγονός που ενισχύει τις προσδοκίες για μια ακόμα χρονιά-ρεκόρ στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με την ανάλυση του SETE Intelligence, τα στοιχεία της Ε.Ε. και του ΔΝΤ, το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί το 2018 κατά 3,7% (έναντι 3,6% το 2017), των ΗΠΑ κατά 2,5% (2,3%), της Ε.Ε. 28 κατά 2,1% (2,3%) και της Κίνας κατά 6,5% (6,8%).
Ανοδική τάση εμφανίζουν και οι κυριότερες ευρωπαϊκές αγορές μας. Οι εκτιμήσεις που γίνονται δείχνουν θετική μεταβολή του ΑΕΠ για το 2018 και ειδικότερα στη Γερμανία 2,1%, στη Γαλλία 1,7%, στην Ιταλία 1,5% και στη Βρετανία 1,3%. Σημαντική θετική μεταβολή του ΑΕΠ αναμένεται να έχουν και οι γειτονικές Βουλγαρία (+3,8%) και Τουρκία (+4%), που αποτελούν πολύ σημαντικές αγορές για τις βόρειες περιφέρειες της χώρας. Παράλληλα, οι επιχειρηματικές και καταναλωτικές προσδοκίες έχουν βελτιωθεί λόγω του διαφαινόμενου σημαντικού περιορισμού των κινδύνων κάποιας κρίσης στην επόμενη 5ετία, σημειώνεται στην ανάλυση του SETE Intelligence.
Οι ευρωπαϊκές αγορές
Ο δείκτης επιχειρηματικού κλίματος (IFO) στη Γερμανία διαμορφώνεται ήδη σε επίπεδα ρεκόρ (που σηματοδοτούν άνοδο του ΑΕΠ μεταξύ 2% και 2,5%). Επηρεάστηκε κάπως αρνητικά από τη διόρθωση στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο 2016 και από το Brexit τον Αύγουστο 2016, αλλά επανήλθε σε υψηλά επίπεδα τον Οκτώβριο 2016 και έχει ήδη ανέλθει στις 116,7 μονάδες τον Οκτώβριο 2017. Επίσης, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης (GfK) είχε ελάχιστη πτώση τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο 2016, αλλά διατηρείται συστηματικά σε σχετικά υψηλά και αυξανόμενα επίπεδα.
Για τη Μεγάλη Βρετανία η εκτίμησή του SETE Intelligence αναφέρει ότι εάν η υποτίμηση της αγγλικής λίρας διατηρηθεί έως το 2018 και το 2019, μπορεί να συμβάλει αφενός στην αύξηση των καθαρών εξαγωγών και, αφετέρου, στην αύξηση των επενδύσεων το 2018 και το 2019 κατά ποσοστό υψηλότερο απ’ αυτό που εκτιμά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Από την άλλη πλευρά ενδέχεται να οδηγήσει στη μεγαλύτερη μείωση του ρυθμού αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης από το 2018, μέσω της μείωσης των πραγματικών εισοδημάτων από την αύξηση του πληθωρισμού.
Την ίδια στιγμή ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) στη Γαλλία έχει ανέλθει τώρα, μετά τις εκλογές του Απριλίου και του Ιουνίου, στις 112 μον. τον Νοέμβριο 2017, από 109,8 μον. τον Ιούν. 2017, 106,1 μον. τον Φεβρ. 2017 και από 101,6 μον. τον Οκτώβριο 2016, δείχνοντας τη σημαντική βελτίωση του οικονομικού κλίματος στη Γαλλία. Αυτό το επίπεδο του δείκτη δικαιολογεί τις προβλέψεις για υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης, στο 1,6%-1,9% το 2017 και άνω του 1,6% το 2018 και το 2019.
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) στη Ιταλία σημείωσε μικρή βελτίωση στο 105,7 τον Φεβρουάριο 2017, λόγω της βελτίωσης των προοπτικών ανάπτυξης των ευρωπαϊκών οικονομιών και διατηρήθηκε στο 106,1 τον Ιούνιο 2017 για να ανέλθει στο υψηλό 112,1 τον Νοέμβριο 2017. Γενικά, το επίπεδο του Δείκτη ESI στην Ιταλία στο 11μηνο 2017 δικαιολογεί τις αναβαθμισμένες προβλέψεις για αύξηση του ΑΕΠ της χώρας κατά 1,5% το 2017 και κατά 1,3% το 2018.
Οι χώρες της βαλκανικής
Στη Βουλγαρία φαίνεται ότι τόσο το οικονομικό κλίμα όσο και η καταναλωτική εμπιστοσύνη στη Βουλγαρία βρίσκονταν σε ανοδική πορεία έως τις αρχές του 2017, υποχώρησαν ελαφρά το α’ 6μηνο 2017, για να επανέλθουν σε ανοδική πορεία την περίοδο Ιουλίου-Νοεμβρίου 2017.
Τον Νοέμβριο 2017 βρέθηκαν στα ανώτατα επίπεδά τους και είναι πια σε συμφωνία με τις εξελίξεις όσον αφορά τη σημαντική αύξηση του ΑΕΠ και τις ιδιωτικής κατανάλωσης το 9μηνο 2017, καθώς και με την εκτιμώμενη (από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή) σταθερά υψηλή ανάπτυξη της οικονομίας της Βουλγαρίας στην 3ετία 2017-2019.
Στην ΠΓΜΔ εκτιμάται ότι η επίλυση των πολιτικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα το β’ 6μηνο 2017, θα επαναφέρει το ΑΕΠ σε θετική πορεία, αλλά η αύξησή του κατά 1,7% το 2017 κρίνεται ως πολύ δύσκολη.
Εάν οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη στη χώρα αυτή από το 2018 επαληθευτούν και εάν η σταθερή αναπτυξιακή πορεία συνεχιστεί και στα επόμενα μετά το 2019 έτη (πράγμα που προϋποθέτει και πολιτική σταθερότητα και καλές σχέσεις με την Ελλάδα), τα εισοδήματα των κατοίκων της μικρής αυτής χώρας θα αυξάνονται επίσης με ικανοποιητικό ρυθμό.
Στο 30% έφτασε η αύξηση εσόδων από τη Γερμανία το 2017
«H Αίγυπτος και η Ελλάδα είναι οι σαφείς νικητές των ταξιδίων του έτους 2017» δήλωσε ο Norbert Fiebig, πρόεδρος της Γερμανικής Ένωσης Ταξιδιωτικών Πρακτόρων (DRV), στην ετήσια συνέλευση της ένωσης στο εμιράτο Ras Al Khaimah.
Σύμφωνα με την ανάλυση της εταιρείας έρευνας gfk, οι δύο χώρες αύξησαν σημαντικά τον ταξιδιωτικό κύκλο εργασιών τους.
Η Ελλάδα είχε ήδη καταφέρει από πέρυσι να σημειώσει διψήφιο ρυθμό αύξησης του κύκλου εργασιών των ταξιδιωτικών γραφείων. Αυτή η τάση συνεχίστηκε και κατά το τουριστικό έτος 2016/17 με μια ακόμη αύξηση του κύκλου εργασιών κατά 30%.
Μια ακόμα μεγαλύτερη αύξηση του κύκλου εργασιών καταγράφηκε στην Αίγυπτο. Η χώρα σημειώνει μικρότερους αριθμούς επισκεπτών σε σχέση με αυτούς της Ελλάδας, όμως καταγράφει σημαντική αύξηση του τζίρου κατά 55% μετά την πτώση των κρατήσεων που είχε σημειωθεί κατά το προηγούμενο έτος. Αξιοσημείωτη ανάπτυξη, σύμφωνα με την ανάλυση της gfk, σημειώθηκε επίσης στο Μαρόκο, την Τυνησία, τη Βουλγαρία, την Κροατία και την Κύπρο.
Ο πιο δημοφιλής προορισμός, πάντως, για τους Γερμανούς τουρίστες παραμένει η Ισπανία, μετρώντας τα ταξίδια που κλείνονται σε ταξιδιωτικούς πράκτορες και εξετάζοντας τον τζίρο και τον όγκο επισκεπτών.
Όσον αφορά τα ταξίδια μακρινών αποστάσεων, οι ΗΠΑ είχαν σημαντικές απώλειες από τους Γερμανούς παραθεριστές, με μείωση του τζίρου να φτάνει διψήφιο αριθμό (17%) τόσο για τη θερινή περίοδο του 2017 όσο και για την συνολική τουριστική χρονιά.
Η μεγαλύτερη πτώση, πάντως, σημειώθηκε πέρσι από την Τουρκία.
Ο αριθμός των επισκεπτών σχεδόν μειώθηκε κατά το ήμισυ, σύμφωνα με τους εισερχόμενους αριθμούς της χώρας σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε πριν από δύο χρόνια.