Οι τρεις πιο σημαντικοί θεσμοί της Ευρώπης φαίνεται να βρίσκονται σε σύγκρουση αναμεταξύ τους στο θέμα αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αναμφισβήτητα, η ΕΚΤ έχει υιοθετήσει την πιο αυστηρή στάση, αλλά ίσως και την πιο αρμόζουσα σε ένα τέτοιο σημαντικό πρόβλημα. Και εάν οι πολιτικοί θέλουν να περιορίσουν τον κίνδυνο μιας νέας τραπεζικής κρίσης, θα πρέπει να επιτρέψουν στις ρυθμιστικές αρχές να κινηθούν με τον δικό τους τρόπο, σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Οι τρεις πιο σημαντικοί θεσμοί της Ευρώπης φαίνεται να βρίσκονται σε σύγκρουση αναμεταξύ τους στο θέμα αντιμετώπισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων: η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αναμφισβήτητα, η ΕΚΤ έχει υιοθετήσει την πιο αυστηρή στάση, αλλά ίσως και την πιο αρμόζουσα σε ένα τέτοιο σημαντικό πρόβλημα. Και εάν οι πολιτικοί θέλουν να περιορίσουν τον κίνδυνο μιας νέας τραπεζικής κρίσης, θα πρέπει να επιτρέψουν στις ρυθμιστικές αρχές να κινηθούν με τον δικό τους τρόπο, σύμφωνα με ανάλυση του Bloomberg.
Οι εποπτικές αρχές ζητούν να έχουν την αρμοδιότητα να απαιτούν από τις τράπεζες, από τη στιγμή που θα εφαρμοστούν οι νέοι κανονισμοί, να βάζουν στην άκρη το 100% της αξίας των δανείων που δεν πρόκειται να εξυπηρετηθούν στο μέλλον. Αυτό ίσως φαίνεται πολύ βαρύ, όμως οι τράπεζες θα έχουν στη διάθεσή τους για να επιτύχουν αυτή την πρόβλεψη επτά έτη για τα εγγυημένα δάνεια και δύο για τα μη εγγυημένα. Επίσης, οι νέοι κανονισμοί δεν θα εφαρμοστούν στα σημερινά μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Από τότε που ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση, οι τράπεζες της Ευρωζώνης επιβαρύνονται με επισφαλή δάνεια, τα οποία όμως τώρα έχουν μειωθεί στα 830 δισ. ευρώ από το ζενίθ του 1,06 τρισ. ευρώ. Παραμένουν ωστόσο σημαντικός αποσταθεροποιητικός παράγοντας: Οι επενδυτές εξακολουθούν να αισθάνονται αβεβαιότητα ως προς την ποιότητα των λογιστικών βιβλίων με τα δάνεια των ευρωπαϊκών τραπεζών, γεγονός που εξηγεί τους λόγους για τους οποίους οι αποτιμήσεις τους είναι πολύ χαμηλότερες από τις αντίστοιχες των αμερικανικών τραπεζών.
Υπενθυμίζεται ότι οι μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών επιδόθηκαν σε ράλι μετά την εκλογή του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, καθώς απομακρύνθηκε ένας σημαντικός πολιτικός κίνδυνος στην Ευρωζώνη. Όμως το ράλι ανακόπηκε, εν μέσω ανησυχιών ότι οι νέοι κανονισμοί που προωθούνται ξεχωριστά στη Φρανκφούρτη και στη Βασιλεία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απόσυρση κεφαλαίου αλλά και να πλήξουν τα μερίσματα. «Οι ρυθμίσεις είναι το βασικό εμπόδιο. Εάν ήταν μόνο η οικονομία, οι επενδυτές θα αγόραζαν τράπεζες» αναφέρει χαρακτηριστικά αναλυτής της ιταλικής Mediobanca Securities.
Η ΕΚΤ θέλει να διασφαλίσει ότι οι τράπεζες κινούνται σε σταθερό έδαφος όταν θα χτυπήσει η νέα κρίση. Αυτό ίσως να μην έχει τον χαρακτήρα του επείγοντος, όμως η χρονική συγκυρία δεν μπορούσε να είναι καλύτερη: η Ευρωζώνη ανακάμπτει και οι τράπεζες βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση για να αρχίσουν να προετοιμάζονται για μία μελλοντική ύφεση. Ωστόσο δεν υπάρχει τίποτε επιλήψιμο σε μια εποπτική αρχή να ζητά καλύτερες προδιαγραφές, ειδικά όταν η οικονομία είναι ανθηρή. Επίσης, ένα ασφαλέστερο σύστημα χορήγησης δανείων αποτελεί προϋπόθεση για να διασφαλιστεί ότι οι χώρες-μέλη είναι πρόθυμες να μοιραστούν τους τραπεζικούς κινδύνους, δημιουργώντας για παράδειγμα ένα κοινό σύστημα ασφάλισης καταθέσεων.
Κόντρα με Ευρωβουλή και Κομισιόν
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικρίνουν την προσέγγιση αυτή για νομικούς λόγους. Θεωρούν ότι η ΕΚΤ υπερβαίνει την εντολή της όταν διαμορφώνει μόνη της τους κανονισμούς. Ωστόσο, οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να μη χάσουν χρόνο και να πιέσουν για την άμεση εφαρμογή των νέων κανονισμών, δεδομένου ότι θα χρειαστεί αρκετός χρόνος για να συμφωνηθεί το νέο πλαίσιο. Ο κίνδυνος που εγκυμονεί είναι ότι η οικονομία μπορεί να επιβραδυνθεί προτού οι κανονισμοί τεθούν σε εφαρμογή, εξέλιξη που θα αναγκάσει την ΕΚΤ να εφαρμόσει ακόμη πιο αυστηρό πλαίσιο σε μια συγκυρία που οι τράπεζες θα είναι πολύ πιο αδύναμες.