Κοντά στον στόχο να καταστεί η Αλουμίνιο της Ελλάδας η μεγαλύτερη παραγωγός εταιρεία αλουμινίου στην Ευρώπη βρίσκεται ο όμιλος Μυτιληναίου. Όπως επεσήμανε σε συνέντευξή του στο Reuters ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομώνυμου ομίλου, στις 22 Δεκεμβρίου η 12μελής εκτελεστική επιτροπή μαζί με τον διευθύνοντα σύμβουλο αναμένεται να οριστικοποιήσουν την απόφαση για την επένδυση ύψους 400 εκατ. δολ. στην Αλουμίνιο της Ελλάδας.
Από την έντυπη έκδοση
Κοντά στον στόχο να καταστεί η Αλουμίνιο της Ελλάδας η μεγαλύτερη παραγωγός εταιρεία αλουμινίου στην Ευρώπη βρίσκεται ο όμιλος Μυτιληναίου. Όπως επεσήμανε σε συνέντευξή του στο Reuters ο Ευάγγελος Μυτιληναίος, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομώνυμου ομίλου, στις 22 Δεκεμβρίου η 12μελής εκτελεστική επιτροπή μαζί με τον διευθύνοντα σύμβουλο αναμένεται να οριστικοποιήσουν την απόφαση για την επένδυση ύψους 400 εκατ. δολ. στην Αλουμίνιο της Ελλάδας. Πρόκειται για μία απόφαση κομβικής σημασίας για την εταιρεία, που θα ενισχύσει σημαντικά τη δυναμικότητα παραγωγής αλουμίνας σε πάνω από 1 εκατ. τόνους από 820.000 που είναι σήμερα και θα δημιουργήσει πολλές νέες θέσεις εργασίας. Σύμφωνα με τον κ. Μυτιληναίο, «ελπίζουμε να αρχίσουμε την κατασκευή του νέου εργοστασίου αλουμίνας με ετήσια παραγωγική ικανότητα 1 εκατομμύριο τόνους το 2018». Η Μυτιληναίος άντλησε 300 εκατομμύρια ευρώ από πενταετή ομόλογο τον Ιούνιο και μέρος αυτών μαζί με ταμειακά διαθέσιμα θα διατεθούν για τη χρηματοδότηση της νέας μονάδας παραγωγής.
Όπως τονίζεται, παρά την ύφεση στην Ελλάδα η Μυτιληναίος -που διαθέτει ένα εύρος δραστηριοτήτων, από την παραγωγή μετάλλων μέχρι την κατασκευή εργοστασίων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας- έχει αποκτήσει ισχυρή παρουσία στο εξωτερικό. Ο όμιλος εξάγει όλη την παραγωγή αλουμίνας. Το 2008 σύναψε 10ετή σύμβαση πώλησης περισσότερων από 5 εκατομμυρίων τόνων αλουμίνας με την ελβετική εταιρεία Glencore, συμφωνία αξίας περίπου 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η σύμβαση επρόκειτο να λήξει φέτος, αλλά η εταιρεία την έχει παρατείνει μέχρι το 2025. Το Αλουμίνιο έχει ανοδική πορεία φέτος και όπως τονίστηκε και στα οικονομικά αποτελέσματα του εννεαμήνου 2017 στις αρχές Νοεμβρίου οι τιμές της αλουμίνας σημείωσαν σημαντική άνοδο της τάξης του 50% σε σχέση με τις τιμές στα τέλη του α’ εξαμήνου 2017 ξεπερνώντας τα $450/τν., οδηγώντας σε αύξηση και τις τιμές του αλουμινίου στο LME κατά 14% στα $2,185/τν. Η αύξηση αυτή σχετίζεται με το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της παραγωγής της Κίνας, που προβλέπει την περικοπή κατά 30% της παραγωγής των χυτηρίων αλουμινίου και των διυλιστηρίων αλουμίνας κατά τη χειμερινή περίοδο και εκτιμάται ότι θα επηρεάσει θετικά τα επίπεδα τιμών και το 2018. Ο όμιλος εκμεταλλεύεται τα υψηλά περιθώρια κερδοφορίας που εξασφαλίζουν οι τρέχουσες συνθήκες στον κλάδο και παράλληλα παραμένει προσηλωμένος στον αυστηρό έλεγχο του κόστους. Έχει προβλέψει πωλήσεις άνω του 1,5 δισ. ευρώ και τα προ φόρων κέρδη περίπου στα 200 εκατ. ευρώ φέτος. «Θα πετύχουμε τις προβλέψεις μας και μετά την αφαίρεση των φόρων θα έχουμε κέρδη 160-170 εκατ. ευρώ» τόνισε ο κ. Μυτιληναίος. Πέρυσι τα κέρδη ήταν στα 34,2 εκατ. ευρώ.
Ο ενεργειακός τομέας
Στον τομέα της ενέργειας ο όμιλος επεκτείνει τη δραστηριότητά του και κατασκευάζει μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην Γκάνα και τη Λιβύη. Στην Ελλάδα κατέχει μερίδιο 12% στην αγορά χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας και 4% στην αγορά λιανικής. Στο πλαίσιο του σχεδίου διάσωσης η Ελλάδα συμφώνησε να πουλήσει το 40% των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, για να μειώσει το μερίδιο αγοράς της λιανικής σε ποσοστό κάτω του 50% μέχρι το 2020. Με βάση την προκαταρκτική συμφωνία μεταξύ Αθήνας και Ευρώπης συμφωνήθηκε η πώληση τριών μονάδων και μίας ακόμη που πρόκειται να κατασκευαστεί. Τον επόμενο μήνα αναμένεται να ανακοινωθούν οι επενδυτές. Όπως δήλωσε ο κ. Μυτιληναίος αναφορικά με το ενδεχόμενο εκδήλωσης ενδιαφέροντος, «θα ήθελα να δω τους όρους της πώλησης, τις τιμές, τις προβλέψεις για τους εργαζόμενους, το μέγεθος των απαραίτητων επενδύσεων». Και συμπλήρωσε ότι «δεν θα βιαζόμουν καθόλου». Όπως επισημαίνει το Reuters, η Ελλάδα εξαρτάται από το ρωσικό φυσικό αέριο για να καλύψει την κατανάλωση, που έφθασε τα 4 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) πέρυσι. Η χώρα, η οποία πέρυσι είχε κρίση εφοδιασμού με φυσικό αέριο, ενδέχεται να χρειαστεί να εντείνει την παραγωγή του, καθώς ορισμένοι ρυπογόνοι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής θα κλείσουν τα επόμενα χρόνια. Ο όμιλος Μυτιληναίου είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής φυσικού αερίου μεταξύ των ελληνικών βιομηχανιών και ήδη κάνει χονδρεμπόριο φυσικού αερίου κι έχει την απαραίτητη υποδομή για να αδράξει την ευκαιρία.