Η αγορά της τουριστικής κατοικίας καθώς και η ανακατασκευή του γερασμένου κτηριακού αποθέματος θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάκαμψη της αγοράς τσιμέντου, η οποία από άποψη κατανάλωσης βρίσκεται στο επίπεδο της δεκαετίας του 1960 (2,5 εκατ. τόνους).
Από την έντυπη έκδοση
Η αγορά της τουριστικής κατοικίας καθώς και η ανακατασκευή του γερασμένου κτηριακού αποθέματος θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάκαμψη της αγοράς τσιμέντου, η οποία από άποψη κατανάλωσης βρίσκεται στο επίπεδο της δεκαετίας του 1960 (2,5 εκατ. τόνους). Όπως επίσης εκτίμησαν χθες τα στελέχη της Τιτάν Τάκης Κανελλόπουλος (εκτελεστικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου) και Αφροδίτη Σύλλα (διευθύντρια επενδυτικών σχέσεων του ομίλου), μιλώντας στους αναλυτές, θετικά θα δρούσε και η υλοποίηση της ανάπτυξης στο Ελληνικό, αυξάνοντας ετησίως την κατανάλωση κατά 10% (ή 300.000 τόνους), αν και όπως υπογραμμίστηκε η υλοποίηση του έργου θα συνέβαλλε κυρίως στη βελτίωση της συνολικής εικόνας της χώρας.
Τα εργοστάσια της Τιτάν στην Ελλάδα λειτουργούν στο 70% της δυναμικότητάς τους, με τα τρία τέταρτα της παραγωγής τους να εξάγονται.
Τη διετία 2015-2016 οι συνολικές επενδύσεις της Τιτάν ήταν ύψους 324,1 εκατ. ευρώ. Για τα επόμενα χρόνια θα κινηθούν στο επίπεδο των 100 με 120 εκατ. ευρώ, εκτός αν υπάρξει κάποια ευκαιρία για νέα επένδυση. Πιθανή γεωγραφική περιοχή για νέα επένδυση είναι η Νότιος Αμερική και ειδικότερα η Βραζιλία, στην οποία ήδη έχει τοποθετηθεί η Τιτάν εξαγοράζοντας το 50% της εταιρείας Cimento Apodi, η οποία διαθέτει ένα σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου στο Quixere, που άρχισε να λειτουργεί το 2015, και μία μονάδα άλεσης τσιμέντου στο λιμάνι του Pecem, κοντά στην πόλη Fortaleza, η οποία λειτουργεί από το 2011. Η συγκεκριμένη αγορά δείχνει να ανακάμπτει γρηγορότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις, καθώς η Βραζιλία εξέρχεται από την ύφεση και οι μακροοικονομικοί δείκτες βελτιώνονται, ενθαρρύνοντας προσδοκίες για έναρξη κύκλου ανάπτυξης το 2018. Στις υπόλοιπες χώρες, οι ΗΠΑ συνεχίζουν να έχουν ισχυρές προοπτικές.
Σύμφωνα με τον κ. Κανελλόπουλο, πηγή αισιοδοξίας για το μέλλον αποτελεί η εξέλιξη του δανεισμού του ομίλου, έπειτα από τη σύναψη του τελευταίου ομολογιακού και τη διαμόρφωση του μέσου επιτοκίου αρκετά χαμηλότερα από ό,τι προηγουμένως (3,5%). Ο καθαρός δανεισμός στις 30/9/2017 διαμορφώθηκε σε 758 εκατ. ευρώ.