Στις εξελίξεις που συντελούνται σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο με στόχο την εξάλειψη της φοροδιαφυγής αναφέρθηκε η εταίρος στο Φορολογικό Τμήμα της EY Ελλάδος Μαίρη Μιχαλοπούλου στην τοποθέτησή της στο 4th Athens Law Forum On Taxation, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα.
Στις εξελίξεις που συντελούνται σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο με στόχο την εξάλειψη της φοροδιαφυγής αναφέρθηκε η εταίρος στο Φορολογικό Τμήμα της EY Ελλάδος Μαίρη Μιχαλοπούλου στην τοποθέτησή της στο 4th Athens Law Forum On Taxation, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα.
Όπως σημείωσε, καθώς η φοροδιαφυγή προϋποθέτει τη χρήση εξωχώριων τραπεζικών λογαριασμών, η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών υποστηρίζει τη φορολογική διαφάνεια και τη συμμόρφωση με τους μηχανισμούς δήλωσης των εισοδημάτων σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, ενώ, κατά γενική ομολογία, ο αποτελεσματικότερος τρόπος πάταξής της είναι η δήλωση των χρηματοοικονομικών λογαριασμών σε πολυμερή και αυτόματη βάση, μέσω των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Επισήμανε, επίσης, ότι τα μη δηλούμενα και αφορολόγητα έσοδα ιδιωτών και επιχειρήσεων μειώνουν σημαντικά τους κρατικούς πόρους. Για αυτό και η βελτίωση του φορολογικού μηχανισμού μέσω τεχνικών διαφάνειας, με σκοπό τη συλλογή φόρων, βρίσκεται υψηλά στις λίστες των κρατών, αλλά και των διεθνών οργανισμών.
Στη συνέχεια, ανέλυσε τη μελέτη του Nobert-Walter Borjans, τέως Υπουργού Οικονομικών του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, σχετικά με τη γνώση των αρχών περί φοροδιαφυγής και την απόκλιση των απόψεων φορολογουμένων και φορολογικών αρχών.
Η ανταλλαγή χρηματοοικονομικών πληροφοριών δεν αποτελεί εξέλιξη των τελευταίων χρόνων, αλλά, πρωτίστως, αποτέλεσμα της κινητοποίησης των κρατών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με σκοπό την πάταξη της φοροδιαφυγής και της μη συμμόρφωσης με τους μηχανισμούς δήλωσης των εισοδημάτων, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η κα Μιχαλοπούλου. Σήμερα, μετά τις διεθνείς εξελίξεις των τελευταίων ετών, η ανταλλαγή πληροφοριών πραγματοποιείται βάσει νόμου και καθίσταται, πλέον, αυτόματη σε ετήσια βάση.
Παρουσίασε τα νομοθετήματα FATCA1 ΚΑΙ CRS2, όπως αυτά ενσωματώθηκαν στην ελληνική νομοθεσία, αναφορικά με την ανταλλαγή χρηματοοικονομικών πληροφοριών μεταξύ κρατών. Υπογράμμισε ότι μέχρι το 2018, 101 χώρες θα έχουν συμμορφωθεί με το CRS. Με την ενεργοποίηση αυτών, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν να αντιμετωπίσουν περίπλοκες δηλωτικές υποχρεώσεις, οι οποίες προϋποθέτουν τη συλλογή στοιχείων από διαφορετικά συστήματα, και, παράλληλα, την υποβολή των δηλώσεων στις φορολογικές αρχές των εκάστοτε κυβερνήσεων. Τα παραπάνω, έχουν ως συνέπεια τη δημιουργία νέων δαπανών, που μεταφράζονται σε δεκάδες εκατομμύρια δολάρια για τα συμμορφούμενα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Διευκρίνισε ότι σημαντικές υποθέσεις φοροδιαφυγής σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν έρθει, πλέον, στην επιφάνεια, οι οποίες αφορούν, όχι μόνο παγκοσμίου φήμης εταιρείες, αλλά και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που, μέσω τεχνικών, συνέδραμαν στη διαρροή φορολογικών εσόδων σε επίπεδο χωρών.
Καταλήγοντας, τόνισε: «Για να καταφέρουμε να πατάξουμε τη φοροδιαφυγή, όχι μόνο τοπικά, αλλά και σε διεθνές επίπεδο, απαιτείται πλήρης διαφάνεια, αλλά και συνεργασία και σύγκλιση των απόψεων τόσο των φορολογούμενων, όσο και των ίδιων των φορολογικών αρχών. Η ανταλλαγή χρηματοοικονομικών πληροφοριών καθίσταται απαραίτητη διά νόμου, καθώς και η συμμόρφωση με τα νομοθετήματα. Το ζήτημα της φοροδιαφυγής απασχολεί ιδιαίτερα την ελληνική κυβέρνηση, καθώς, παρά τις ευρωπαϊκές και διεθνείς πρωτοβουλίες, συνεχίζουν να προκύπτουν περιπτώσεις φοροδιαφυγόντων. Θα χρειαστούν συντονισμένες προσπάθειες, προκειμένου να παταχθεί η φοροδιαφυγή».