Τον νέο προϋπολογισμό της Βρετανίας θα παρουσιάσει την Τετάρτη ο υπουργός Οικονομικών της χώρας Φίλιπ Χάμοντ, με την ελπίδα ότι θα καταφέρει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη απέναντι στο κόμμα των Τόρις, το οποίο έχει αυτή τη στιγμή διασπαστεί με το θέμα του Brexit, με τα περιθώρια χειρισμών να είναι ωστόσο πολύ περιορισμένα.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Τον νέο προϋπολογισμό της Βρετανίας θα παρουσιάσει την Τετάρτη ο υπουργός Οικονομικών της χώρας Φίλιπ Χάμοντ, με την ελπίδα ότι θα καταφέρει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη απέναντι στο κόμμα των Τόρις, το οποίο έχει αυτή τη στιγμή διασπαστεί με το θέμα του Brexit, με τα περιθώρια χειρισμών να είναι ωστόσο πολύ περιορισμένα.
Ο νέος προϋπολογισμός θα δώσει έμφαση στην αγορά κατοικίας, ενώ παράλληλα αναμένεται να προτείνει και κάποιες αλλαγές στη φορολογία. Πιο συγκεκριμένα, θα ανακοινώσει σχέδιο για την αύξηση στις οικοδομές κατοικιών κατά 40%, στην προσπάθεια του Συντηρητικού Κόμματος να προσελκύσει νεότερους ψηφοφόρους με την υπόσχεση να τους προσφέρει τη δυνατότητα ιδιοκατοίκησης. Στο πλαίσιο αυτό, στόχος της βρετανικής κυβέρνησης είναι η δημιουργία 300.000 νέων κατοικιών ετησίως από τις 217.000 κατοικίες που προστέθηκαν πέρυσι, σε συνδυασμό με νέες επενδύσεις και κανονισμούς που θα μπορούσαν να δώσουν σε κατασκευαστικές εταιρείες άμεσα το πράσινο φως για έργα σε περιοχές που έχουν ήδη λάβει οικοδομική άδεια.
Επίσης, ο κ. Χάμοντ έχει δηλώσει ότι θα αρχίσει έρευνα σε κατασκευαστικές εταιρείες που έχουν συγκεντρώσει μεγάλες εκτάσεις γης, καθώς και σε τοπικές αρχές που μπλοκάρουν την κατασκευαστική δραστηριότητα, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι κατασκευαστές κατοικιών έχουν πρόσβαση στη χρηματοδότηση που χρειάζονται. Ωστόσο, απέκλεισε κάθε αλλαγή στο ρυθμιστικό πλαίσιο ώστε να επιτραπεί η κατασκευαστική δραστηριότητα σε πράσινες ζώνες, όταν ερωτήθηκε για τα σχέδιά του να χαλαρώσει τους σημερινούς πολεοδομικούς κανονισμούς. Η αγορά στέγης αποτελεί ένα από τα πιο «καυτά» πολιτικά ζητήματα στη Βρετανία, με τους Τόρις και τους Εργατικούς να έχουν διαφορετικές θέσεις για την αγορά κατοικίας και για το πώς μπορεί να αποκτήσει κάποιος πρώτη κατοικία, έπειτα από μία μεγάλη χρονική περίοδο που οι τιμές παρέμεναν στα ύψη. Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι δεσμεύτηκε να χορηγήσει 2 δισ. στερλίνες (2,6 δισ. δολάρια) για την κατασκευή επιπλέον 25.000 κατοικιών για άτομα χαμηλού εισοδήματος, μία πρωτοβουλία που έχει ωστόσο επικριθεί ως μη αποτελεσματική.
Τα νέα μέτρα εντάσσονται στις προσπάθειες της βρετανικής κυβέρνησης να σταθεροποιήσει την αγορά στέγης, καθότι οι υψηλές τιμές των τελευταίων ετών εμπόδισαν πολλούς νέους από το να αγοράσουν κατοικία. Από την άλλη πλευρά, η πρόταση των Εργατικών είναι να κατασκευάζονται τουλάχιστον 100.000 διαθέσιμες κατοικίες ετησίως και να «κλειδωθούν» οι αυξήσεις των επιτοκίων στο επίπεδο του πληθωρισμού.
Την ίδια στιγμή, ο κ. Χάμοντ έχει δεσμευτεί να μειώσει ακόμη περισσότερο την εταιρική φορολόγηση, με το επιχείρημα ότι εάν μειωθεί στο 17% θα μπορούσε να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα ότι η Βρετανία είναι ανοικτή στις επιχειρήσεις. Ωστόσο, ειδικοί σε θέματα φορολογίας καλούν τον υπουργό Οικονομικών να επανεξετάσει τα σχέδιά του για μείωση του εταιρικού φόρου και να τα καθυστερήσει έως τέλος της δεκαετίας, ούτως ώστε να απελευθερώσει 5 δισ. στερλίνες για άλλες προτεραιότητες. Και το Βρετανικό Εμπορικό Επιμελητήριο έχει ζητήσει από τον κ. Χάμοντ να «παγώσει» τη μείωση και να διατηρήσει το φόρο στο σημερινό επίπεδο του 19% έως ότου η Βρετανία αποχωρήσει από την Ε.Ε. Υπάρχουν ωστόσο και κάποιοι αναλυτές που υποστηρίζουν ότι θα ήταν λάθος η καθυστέρηση ή η αναβολή της φορολογικής μείωσης, ειδικά καθώς οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να μειώσουν τον δικό τους φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις στο 20%.
Οι σταδιακές μειώσεις του εταιρικού φόρου από το 28% στο 17% την περίοδο από το 2010 έως το 2020 εκτιμάται ότι θα μειώσουν τα κυβερνητικά έσοδα τουλάχιστον κατά 16,5 δισ. στερλίνες ετησίως σε βραχυπρόθεσμο έως μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, σύμφωνα με το think tank Ινστιτούτο για Δημοσιονομικές Σπουδές.