Χωρίς στοιχεία εναντίον Κατάρ και Κινέζων φαίνεται να κλείνει η έρευνα των γερμανικών αρχών για τη μετοχική σύνθεση της Deutsche Bank. Ωστόσο τη δική της έρευνα ενδέχεται να ανοίξει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την ώρα που παραμένουν στο προσκήνιο τα σενάρια για συγχώνευση της κορυφαίας γερμανικής τράπεζας με την ανταγωνίστριά της Commerzbank. Οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα αναμένεται να απασχολήσουν έντονα και την όποια νέα κυβέρνηση σχηματιστεί στη Γερμανία.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Χωρίς στοιχεία εναντίον Κατάρ και Κινέζων φαίνεται να κλείνει η έρευνα των γερμανικών αρχών για τη μετοχική σύνθεση της Deutsche Bank. Ωστόσο τη δική της έρευνα ενδέχεται να ανοίξει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την ώρα που παραμένουν στο προσκήνιο τα σενάρια για συγχώνευση της κορυφαίας γερμανικής τράπεζας με την ανταγωνίστριά της Commerzbank. Οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα αναμένεται να απασχολήσουν έντονα και την όποια νέα κυβέρνηση σχηματιστεί στη Γερμανία.
Η γερμανική εποπτική αρχή του χρηματοπιστωτικού τομέα BaFin διερευνούσε καταγγελίες που ήθελαν τη βασιλική οικογένεια του Κατάρ και τον κινεζικό κολοσσό HNA Group, τους δύο μεγαλύτερους μετόχους της Deutsche Bank με μερίδιο σχεδόν 10% έκαστος, να έχουν δράσει σε συνεννόηση.
Η HNA, η οποία έχει επιδοθεί σε κυνήγι εξαγορών παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια, άρχισε στα τέλη του 2016 να «χτίζει» με σταθερά βήματα το μερίδιό της στη γερμανική τράπεζα, επισημαίνοντας στα επίσημα έγγραφα, που κατέθεσε στο χρηματιστήριο, ότι «οι μετοχές της είναι αισθητά υποτιμημένες και κατά συνέπεια αποτελούν άκρως ελκυστική επένδυση». Στο 9,9% έφτασε τον περασμένο Απρίλιο, συμμετέχοντας στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Το Κατάρ είχε αποκτήσει το μεγάλο μέρος του μεριδίου του στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου του 2015, μέσω δύο επενδυτικών οχημάτων, και σκέφτεται σοβαρά να ενισχύσει τη συμμετοχή του περαιτέρω.
Και οι δύο μέτοχοι έχουν αποσπάσει θέση στο διοικητικό συμβούλιο και επομένως έχουν πλέον λόγο στις στρατηγικές αποφάσεις. Μία ομάδα μικρότερων μετόχων υποστήριζε ότι HNA και Κατάρ συντόνισαν (παρατύπως) τις επενδυτικές κινήσεις τους, ώστε να βγουν και οι δύο κερδισμένοι, αποκρούοντας τον ανταγωνισμό.
Οι μεγαλομέτοχοι απέρριψαν από την πρώτη στιγμή ως «αβάσιμες» και «ανόητες» τις καταγγελίες, τις οποίες έθεσε στο μικροσκόπιό της η Bafin. Σύμφωνα με πληροφορίες των πρακτορείων Reuters και Bloomberg, η γερμανική αρχή έχει καταλήξει πως δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία, που να επιβεβαιώνουν τις κατηγορίες και έχει αποφασίσει να δώσει τέλος στην έρευνα.
Την ίδια ώρα ο ένας εκ των δύο μεγαλομετόχων, η HNA, ενδέχεται να βρεθεί στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τη συμμετοχή της στην Deutsche Bank. Συνήθως η διαδικασία ελέγχου των ιδιοκτητών ενεργοποιείται από την ΕΚΤ για μετόχους, των οποίων το ποσοστό υπερβαίνει το 10%.
Ωστόσο μπορεί να λάβει και χώρα και σε περιπτώσεις μικρότερου ποσοστού, εάν κριθεί ότι ο μέτοχος μπορεί να ασκήσει σημαντική επιρροή. Στόχος του ελέγχου είναι να διαπιστωθεί εάν ο επενδυτής σε μία τράπεζα είναι αξιόπιστος ή θα μπορούσε να απειλήσει τη σταθερότητά της.
Πριν από λίγες ημέρες, εν τω μεταξύ, ποσοστό 3% στην Deutsche Bank απέκτησε και η αμερικανική επενδυτική εταιρεία Cerberus Capital Management, αναδεικνυόμενη έτσι στον τέταρτο μεγαλύτερο μέτοχό της μετά τους δύο προαναφερθέντες και την BlackRock. H κίνηση αναζωπύρωσε τη φημολογία περί επικείμενης συγχώνευσης με την Commerzbank, δεδομένου ότι η Cerberus αύξησε πρόσφατα στο 5% το μερίδιό της στη δεύτερη μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα.
Τις φήμες έχει τροφοδοτήσει και ο ίδιος ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank Τζον Κράιαν, ο οποίος πριν από λίγο καιρό τόνιζε σε τραπεζικό συνέδριο στο Λονδίνο πως «δεν αποκλείεται να γίνουμε μάρτυρες κινήσεων εξυγίανσης της γερμανικής τραπεζικής αγοράς την επόμενη χρονιά, όταν σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση της Γερμανίας». Εκτιμάται ότι ενδέχεται να υπάρξουν έμμεσες πολιτικές πιέσεις ή έστω παροτρύνσεις προς τις δύο τράπεζες να συνενώσουν δυνάμεις, ώστε να θωρακιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.