Επιβεβαιώνεται τελικά η ανησυχία των φαρμακευτικών εταιρειών και των ασθενών ότι η επιβολή των νέων μέτρων για τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης θα δημιουργήσει περισσότερες παρενέργειες απ’ ό,τι θα ευνοήσει τα δημοσιονομικά της υγείας, μετά και τη χθεσινή ανακοίνωση απόσυρσης καινοτόμου ογκολογικού σκευάσματος.
Από την έντυπη έκδοση
Επιβεβαιώνεται τελικά η ανησυχία των φαρμακευτικών εταιρειών και των ασθενών ότι η επιβολή των νέων μέτρων για τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης θα δημιουργήσει περισσότερες παρενέργειες απ’ ό,τι θα ευνοήσει τα δημοσιονομικά της υγείας, μετά και τη χθεσινή ανακοίνωση απόσυρσης καινοτόμου ογκολογικού σκευάσματος.
Από καιρό η φαρμακοβιομηχανία τόνιζε ότι ειδικά η επιβολή της έκπτωσης 25% στα νέα σκευάσματα είναι ένα μέτρο οριζόντιο και μη ορθολογικό, το οποίο δεν παρέχει κανένα δημοσιονομικό όφελος. Σύμφωνα μάλιστα με τους υπολογισμούς των φαρμακευτικών, το όφελος για τη συγκράτηση της φαρμακευτικής δαπάνης είναι μηδαμινό: το μέτρο του 25% εκτιμάται ότι θα μειώσει τη συνολική φαρμακευτική δαπάνη μόλις κατά 0,36% και την υπέρβαση (clawback) κατά 1,9% για το 2017.
Ειδικότερα εκτιμάται ότι το clawback για το 2017 διαμορφώνεται στα 690 εκατ. ευρώ (αφορά σε εξωνοσοκομειακή και νοσοκομειακή δαπάνη). Με την εφαρμογή της υποχρεωτικής έκπτωσης 25%, το ποσό αυτό θα μειωθεί περίπου σε 677 εκατ. ευρώ ή σε ποσοστό μόλις 1,9%.
Την ίδια στιγμή, με το νέο rebate αλλά και το clawback ένα νέο σκεύασμα φτάνει τελικά να πωλείται στην Ελλάδα στο 50% της τιμής που έχει λάβει στη χώρα και η οποία είναι έτσι κι αλλιώς μία από τις χαμηλότερες της Ευρώπης. Με βάση τα παραπάνω, χθες η φαρμακοβιομηχανία Roche Hellas ανακοίνωσε ότι προχωρά στην απόσυρση ογκολογικού σκευάσματός της από το σύστημα αποζημίωσης. Το εν λόγω σκεύασμα cobimetinib συμπεριλήφθηκε στη θετική λίστα τον Φεβρουάριο του 2017 και χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ενήλικων ασθενών με ανεγχείρητο ή μεταστατικό μελάνωμα.
Η περίπτωση του εν λόγω φαρμάκου, του πρώτου σκευάσματος της εταιρείας που επηρεάζεται από το μέτρο, αναδεικνύει τους ευρύτερους, σοβαρούς κινδύνους που δημιουργεί η επιβολή της επιπρόσθετης υποχρεωτικής έκπτωσης 25% στα νέα φάρμακα και στην πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες.
Ενδεικτικό των κινδύνων αυτών είναι το γεγονός ότι η Roche μολονότι έχει αναπτύξει ένα ακόμη νέο, καινοτόμο σκεύασμα, με υψηλή αποτελεσματικότητα και προφίλ ασφάλειας, για τη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα, δεν έχει υποβάλει ακόμη αίτηση ένταξης στη θετική λίστα, καθώς αυτό θα σήμαινε τη διάθεσή του στην αγορά με έκπτωση 40% επί της τιμής παραγωγού -χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν το clawback- και 50% αν περιληφθεί και το clawback. Επιπρόσθετα, δημιουργείται ζήτημα με τα ανταγωνιστικά προϊόντα, τα οποία διατίθενται ήδη στην αγορά και δεν υπόκεινται στο μέτρο της υποχρεωτικής έκπτωσης του 25%.
Σύμφωνα με τη Roche, η παρούσα κατάσταση μπορεί να προκαλέσει αναστάτωση στους ασφαλισμένους ασθενείς και στους ιατρούς. Γι’ αυτό και έχει ήδη ξεκινήσει διάλογο με τις αρμόδιες αρχές προκειμένου να βρεθεί μια αμοιβαία αποδεκτή λύση, ώστε να συνεχιστεί η απρόσκοπτη πρόσβαση των ασθενών στη θεραπεία τους.
Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι το cobimetinib τέθηκε στη διαδικασία διαπραγμάτευσης τον Μάιο του 2017 μαζί με άλλα ογκολογικά σκευάσματα για το μελάνωμα. Το μέτρο της υποχρεωτικής έκπτωσης 25% τέθηκε σε εφαρμογή, ενόσω η διαδικασία ήταν σε εξέλιξη. Δεδομένου ότι το σύνολο των υποχρεωτικών εκπτώσεων στις οποίες υπάγεται το προϊόν φτάνει το 40% επί της τιμής παραγωγού και αν περιληφθεί και το clawback φτάνει το 50%, συμπεραίνεται ότι και η έναρξη της διαπραγμάτευσης θα ξεκινούσε από μία έκπτωση της τάξης του 50%.
Α. Ξανθός: Εκβιαστική ενέργεια
Ως «απαράδεκτη και εκβιαστική» χαρακτηρίζει την κίνηση απόσυρσης του σκευάσματος ο υπουργός Υγείας, αναφέροντας ότι η Roche, μια ελβετική πολυεθνική φαρμάκου με κύκλο εργασιών περίπου 200 εκατ. ευρώ τον χρόνο στην Ελλάδα, επικαλείται τη μη βιωσιμότητα της κυκλοφορίας του εν λόγω σκευάσματος στην ελληνική αγορά. Συμπληρώνει, επίσης, ότι η «προκλητική τακτική της Roche πρέπει να αντιμετωπιστεί με αποφασιστικότητα από όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις της χώρας και από όλους τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Ήδη το υπουργείο Υγείας και η κυβέρνηση αναλαμβάνουν πολιτικές πρωτοβουλίες για να μην επιτρέψουν να υλοποιηθεί αυτός ο εκβιασμός».