Ένα «άλμα» στη μετοχή και την κεφαλαιοποίηση της Amazon έχει οδηγήσει τον ιδρυτή της Τζεφ Μπέζος στην κορυφή της λίστας του Bloomberg με τους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη. Το χρηματιστηριακό ράλι του αμερικανικού κολοσσού ηλεκτρονικού εμπορίου αντανακλά ουσιαστικά τη δυναμική «κούρσα» του για επέκταση των δραστηριοτήτων του τόσο σε νέους τομείς όσο και σε νέες οικονομίες, η οποία απειλεί τους παλιούς παραδοσιακούς παίχτες του λιανεμπορίου.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
Ένα «άλμα» στη μετοχή και την κεφαλαιοποίηση της Amazon έχει οδηγήσει τον ιδρυτή της Τζεφ Μπέζος στην κορυφή της λίστας του Bloomberg με τους πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη. Το χρηματιστηριακό ράλι του αμερικανικού κολοσσού ηλεκτρονικού εμπορίου αντανακλά ουσιαστικά τη δυναμική «κούρσα» του για επέκταση των δραστηριοτήτων του τόσο σε νέους τομείς όσο και σε νέες οικονομίες, η οποία απειλεί τους παλιούς παραδοσιακούς παίχτες του λιανεμπορίου.
Στη συνεδρίαση της περασμένης Παρασκευής η Amazon είδε την τιμή της να καταγράφει άνοδο 13%, στην καλύτερη επίδοσή της εδώ και δυόμισι έτη. Ο ιδρυτής της είδε έτσι την ίδια ημέρα τον προσωπικό του πλούτου να αυξάνεται κατά 10,4 δισ. δολάρια, αγγίζοντας τα 93,8 δισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg. Άφησε έτσι στη δεύτερη θέση, με περιουσία 88,7 δισ. δολαρίων, τον ιδρυτή της Microsoft, Μπιλ Γκέιτς, ο οποίος απολάμβανε τον τίτλο του πλουσιότερου ανθρώπου του πλανήτη σταθερά από το 2013.
Ο Τζεφ Μπέζος είχε αναρριχηθεί και στις 27 Ιουλίου στην κορυφή της λίστας του Bloomberg, υποσκελίζοντας τον Γκέιτς, αλλά μόνο για λίγες ώρες. Εκείνη την ημέρα η μετοχή της Amazon επιδόθηκε προς στιγμήν σε ράλι, αλλά ολοκλήρωσε τη συνεδρίαση με απώλειες, με αποτέλεσμα ο 53χρονος επιχειρηματίας να χάσει πολύ γρήγορα την πρωτιά. Αυτή τη φορά η εικόνα δεν άλλαξε έως και το κλείσιμο της αγοράς και μένει να φανεί για πόσο ακόμη θα μείνει στο «θρόνο» του ο Μπέζος.
Από τις αρχές του έτους έχουν προστεθεί 28,5 δισ. δολάρια στην προσωπική περιουσία του, ενώ την ίδια περίοδο το κέρδος για τον ιδρυτή της Microsoft είναι 6,3 δισ. δολάρια, μετά και τη δωρεά μετοχών ύψους 4,6 δισ. δολαρίων στο ίδρυμα Bill & Melinda Gates τον Αύγουστο.
Ανεξάρτητα πάντως από τη θέση του στη λίστα του Bloomberg, ο Μπέζος έχει κάθε λόγο να αισθάνεται ικανοποιημένος. Το τρίτο τρίμηνο η εταιρεία πέρασε με άνεση τον πήχη των προσδοκιών για τις οικονομικές επιδόσεις της, καθώς η εξαγορά της Whole Foods, με την οποία απέκτησε ισχυρή παρουσία στον κλάδο εμπορίας τροφίμων, έδωσαν ώθηση στα έσοδά της, ενώ οι υπηρεσίες streaming και τεχνολογίας υπολογιστικού νέφους (cloud computing) τόνωσαν την κερδοφορία της.
Η Amazon, που άρχισε τη λειτουργία της ως ηλεκτρονικό βιβλιοπωλείο, κερδίζει συνεχώς κομμάτι της πίτας από τους παραδοσιακούς παίχτες, προσφέροντας στους πελάτες της μία ευρύτατη γκάμα προϊόντων, από βιβλία, ηλεκτρονικά είδη και παιχνίδια έως λαχανικά σε χαμηλό κόστος και χωρίς να απαιτείται φυσική παρουσία σε κατάστημα.
Τα έσοδά της, συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων ύψους 1,3 δισ. δολαρίων της Whole Foods, αυξήθηκαν 34% στα 43,7 δισ. δολάρια, υπερβαίνοντας έτσι τις προβλέψεις των αναλυτών που τα τοποθετούσαν κοντά στα 42,1 δισ. δολάρια.
Η μεγαλύτερη έκπληξη, ωστόσο, ήρθε από το μέτωπο της κερδοφορίας. Εμφάνισε καθαρά κέρδη ύψους 256 εκατ. δολαρίων ή 52 σεντ ανά μετοχή, έναντι προβλέψεων των ειδικών για κέρδη μόλις 3 σεντ ανά μετοχή σε πρόσφατη δημοσκόπηση του πρακτορείου Thomson Reuters.
Η Amazon επί χρόνια επέλεγε να επενδύει μεγάλα ποσά στην επέκτασή της, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα την κερδοφορία και την επιστροφή ρευστού στους μετόχους. Αυτή η στρατηγική, που αμφισβητήθηκε από αρκετούς, φαίνεται να αποδίδει πλέον για όλους.
Ρόλο κλειδί στην επιτυχία της έχει και η απήχηση του Amazon Prime, της υπηρεσίας ταχυμεταφορών και βίντεο streaming. Τα έσοδα από τις συνδρομές υπηρεσιών (με κυριότερη το Prime) έκαναν την περίοδο Ιουλίου- Σεπτεμβρίου «άλμα» 59% στα 2,4 δισ. δολάρια. Επιπλέον η μονάδα Amazon Web Services, η οποία περιλαμβάνει τις υπηρεσίες cloud και διαχείρισης δεδομένων, είδε τις πωλήσεις της να αυξάνονται 41,9% στα 4,58 δισ. δολάρια.
Η εταιρεία φέρεται, εν τω μεταξύ, έτοιμη να εισέλθει και στην αγορά των φαρμακευτικών προϊόντων. Σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg έχει αποκτήσει άδειες για χονδρική πώληση φαρμάκων σε περισσότερες από δέκα πολιτείες των ΗΠΑ, ενώ φέρεται να βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με μεγάλες εταιρείες υπηρεσιών υγείας, όπως η Aetna και η CVS.