Υστέρηση στις μελέτες βιωσιμότητας από πλευράς τραπεζών και έλλειψη συντονισμού των κοινών πιστούχων διαπιστώνεται στις επιδόσεις των τραπεζών αναφορικά με τους στόχους μείωσης των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων.
Από την έντυπη έκδοση
Της Νένας Μαλλιάρα
[email protected]
Υστέρηση στις μελέτες βιωσιμότητας από πλευράς τραπεζών και έλλειψη συντονισμού των κοινών πιστούχων διαπιστώνεται στις επιδόσεις των τραπεζών αναφορικά με τους στόχους μείωσης των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων.
Πρόκειται για δύο ποιοτικούς στόχους που έχουν τεθεί από τον SSM για τη μέτρηση των επιδόσεων στη μείωση των επιχειρηματικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, στους οποίους θα δοθεί μεγάλη έμφαση το προσεχές διάστημα. Και αυτό διότι σύντομα πρόκειται να ανοίξει το κεφάλαιο δραστικής αντιμετώπισης των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με πλειστηριασμούς και πωλήσεις δανείων.
Μέχρι στιγμής, ο SSM διαπιστώνει αρνητικές αποκλίσεις στον στόχο που εξετάζει το υπόλοιπο Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων βιώσιμων επιχειρήσεων μικρού και μεσαίου μεγέθους (προς το σύνολο των ΜΕΑ στη συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρήσεων) για τις οποίες έχει διενεργηθεί ανάλυση βιωσιμότητας από τις τράπεζες το τελευταίο δωδεκάμηνο. Παράλληλα, αρνητικές αποκλίσεις διαπιστώνει στο υπόλοιπο μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κοινών πιστούχων (ένας πιστούχος θεωρείται κοινός όταν έχει ανοίγματα σε πολλαπλές τράπεζες) για μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, για τους οποίους έχει εφαρμοστεί κοινή λύση αναδιάρθρωσης από τις εμπλεκόμενες τράπεζες.
Το εγχείρημα της διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων παρουσιάζει μεγάλες δυσκολίες και προκλήσεις, καθώς όπως αναφέρουν θεσμικές πηγές, αφορά 410.000 επιχειρήσεις, οι οποίες κατά μέσο όρο έχουν κοινές 2,7 τράπεζες.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, τα επιχειρηματικά δάνεια σε καθυστέρηση θα πρέπει να μειωθούν κατά περίπου 22,6 δισ. ευρώ την προσεχή διετία, συνεισφέροντας σχεδόν τα 2/3 της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Συνολικά, τον Ιούνιο του 2017 τα μη εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονταν σε 61,2 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 26,3 δισ. ευρώ αφορούσαν δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, 16,6 δισ. ευρώ δάνεια προς πολύ μικρές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, 15,3 δισ. ευρώ δάνεια προς μεγάλες επιχειρήσεις και 2,9 δισ. ευρώ δάνεια προς ναυτιλιακές επιχειρήσεις.
Όπως εκτιμάται, πέραν της συντονισμένης διαχείρισης των κοινών πιστούχων από την πλευρά των τραπεζών σε συνδυασμό με τη διενέργεια μελετών βιωσιμότητας, στην επίτευξη του στόχου για τη μείωση των επιχειρηματικών NPEs αναμένεται να συμβάλουν:
α) Ο μηχανισμός εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών. Σημειώνεται ότι την ερχόμενη Δευτέρα ξεκινούν οι συζητήσεις με τα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών για την οριστικοποίηση της απλοποιημένης διαδικασίας ρύθμισης των οφειλών ύψους 20.000 - 50.000 ευρώ.
β) Η απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών του πτωχευτικού δικαίου με διττό στόχο: τη ρευστοποίηση των μη βιώσιμων επιχειρήσεων και τη μείωση των στρατηγικών κακοπληρωτών, και
γ) Η βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος και των προοπτικών.
ΤτΕ: Συστάσεις
Ταχύτερη πρόοδο από τις τράπεζες στην αντιμετώπιση του προβλήματος του τοξικού χρέους ζητά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε δήλωσή του στο Reuters. «Οι τράπεζες πρέπει να είναι πιο φιλόδοξες όσον αφορά τον στόχο μείωσης των επισφαλών δανείων και να επιταχύνουν τις πωλήσεις των NPLs» δήλωσε ο κεντρικός τραπεζίτης.
«Ανάγκη μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων»
Τα τρέχοντα επίπεδα κεφαλαίου είναι επαρκή, αλλά οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με σημαντικές προκλήσεις, όπως μεταξύ άλλων η ανάγκη μείωσης του πολύ υψηλού επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα οποία ανέρχονται σε περίπου 45% των συνολικών ανοιγμάτων τους.
Την παραπάνω επισήμανση έκανε η πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, Ντανιέλ Νουί, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του ευρωβουλευτή Νίκου Χουντή.
Η κ. Νουί τόνισε ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που οδηγούν σε επίσπευση της διευθέτησης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στην Ελλάδα, όπως π.χ. η έναρξη λειτουργίας της νέας πλατφόρμας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. «Θα χρειαστεί να καταβληθούν πρόσθετες προσπάθειες προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητα του ελληνικού δικαστικού συστήματος και των πλαισίων για την αφερεγγυότητας», είπε επίσης η κα Νουί.
Όπως επισήμανε η επικεφαλής του SSM, η ΕΚΤ παρακολουθεί τις κεφαλαιακές θέσεις των ελληνικών τραπεζών σε διαρκή βάση. Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 - CET1) των τεσσάρων ελληνικών σημαντικών ιδρυμάτων διαμορφώθηκε σε 16,7% τον Μάρτιο του 20171, και η ΕΚΤ κρίνει ότι τα τρέχοντα επίπεδα κεφαλαίου των εν λόγω τραπεζών είναι επαρκή.
Ταυτόχρονα σημείωσε ότι οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με σημαντικές προκλήσεις, όπως η ανάγκη μείωσης του πολύ υψηλού επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα οποία ανέρχονται σε περίπου 45% των συνολικών ανοιγμάτων τους. Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο σε όλες τις χώρες της τραπεζικής ένωσης. «Όπως έχει επισημάνει επανειλημμένως η ΕΚΤ, έχει καίρια σημασία για την οικονομική ανάκαμψη και τη μελλοντική κεφαλαιακή τους επάρκεια τα τέσσερα ελληνικά σημαντικά ιδρύματα να σημειώσουν ταχεία πρόοδο προς τη διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, σύμφωνα με τους στόχους που γνωστοποίησαν στην ΕΚΤ το περασμένο έτος», τόνισε.
Η ΕΚΤ, όπως ανέφερε η κα Νουί, θα συνεχίσει να παρακολουθεί πολύ στενά τις προσπάθειες των ελληνικών τραπεζών σε αυτόν τον τομέα. Επιπλέον, επιτόπιοι έλεγχοι με έμφαση στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στις ελληνικές συστημικές τράπεζες βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη ή θα ξεκινήσουν αργότερα εντός του έτους. Το 2018 η ΕΚΤ θα διενεργήσει επίσης ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Τα αποτελέσματα των ασκήσεων αυτών θα ενσωματωθούν κατά τον προσδιορισμό των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2 για τις ελληνικές τράπεζες, σύμφωνα με την κοινή μεθοδολογία για τη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP) που εφαρμόζεται σε όλα τα σημαντικά ιδρύματα εντός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού. Ο κύριος λόγος για τη διενέργεια αυτών των ασκήσεων είναι να επιτευχθεί μια επικαιροποιημένη αξιολόγηση της ανθεκτικότητας των τραπεζών στο πλαίσιο βασικού και δυσμενούς σεναρίου. «Σκοπεύουμε να κοινοποιήσουμε το αποτέλεσμα της άσκησης πριν από την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) για την Ελλάδα, ούτως ώστε να μπορούν να ληφθούν εγκαίρως τυχόν μέτρα που θα κριθούν αναγκαία», επισήμανε η επικεφαλής του SSM.
Η κα Νουί υπενθύμισε ότι οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες υποβλήθηκαν σε έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού (asset quality review - AQR) το 2014 και το 2015 και η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ δεν κρίνει σκόπιμη τη διενέργεια άλλου τέτοιου ελέγχου σε αυτή τη φάση και οι συνεχιζόμενοι έλεγχοι επικεντρώνονται στην εξέταση προβληματικών στοιχείων ενεργητικού.
Alpha Bank: Τιτλοποίηση ναυτιλιακών απαιτήσεων
Τη δεύτερη συναλλαγή χρηματοδότησης ύψους 250 εκατ. δολ., μέσω τιτλοποίησης ναυτιλιακών απαιτήσεων σε συνεργασία με τη Citi, ολοκλήρωσε επιτυχώς η Alpha Bank. Η συναλλαγή αυτή έρχεται σε συνέχεια της αρχικής εκδόσεως τιτλοποίησης ναυτιλιακών δανείων, ύψους 500 εκατ. δολ. το 2014. Η συναλλαγή, η οποία συμβάλλει στην περαιτέρω βελτίωση και διαφοροποίηση της ρευστότητας της Alpha Bank, αφορά τετραετή χρηματοδότηση σε δολάρια άνευ δικαιώματος αναγωγής, διαθέτει καινοτόμο δομή και είναι μία από τις ελάχιστες συναλλαγές στην αγορά των ναυτιλιακών δανείων σε διεθνές επίπεδο. ?ς η μοναδική συναλλαγή τιτλοποίησης ναυτιλιακών απαιτήσεων, που πραγματοποιείται από ελληνική τράπεζα, αντικατοπτρίζει την εμπιστοσύνη των αγορών στην Alpha Bank και στην πελατειακή της βάση που δραστηριοποιείται στη ναυτιλία και αποδεικνύει την ικανότητα των δύο αντισυμβαλλομένων στον σχεδιασμό και στην υλοποίηση σύνθετων συναλλαγών. Όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Alpha Bank ?. Μαντζούνης, η επιτυχής ολοκλήρωση αυτής της νέας συναλλαγής χρηματοδότησης, σε συνεργασία με έναν κορυφαίο διεθνή χρηματοοικονομικό οργανισμό, επιβεβαιώνει εκ νέου την ικανότητα της Alpha Bank να υποστηρίζει με συνέπεια ανάλογες συναλλαγές. Επιπλέον, αποτελεί σημαντική συνεισφορά στην επίτευξη του επιχειρησιακού στόχου της τράπεζας για διαφοροποίηση της χρηματοδοτικής της βάσης, αξιοποιώντας αποτελεσματικά τα περιουσιακά της στοιχεία. Από την πλευρά του, ο EMEA Head of Markets and Securities Services της Citi, κ. L. Arduini δήλωσε ότι η συναλλαγή αυτή τονίζει την ισχυρή και συνεχή δέσμευση της Citi προς την Alpha Bank και άλλους κύριους συνεργάτες του χρηματοοικονομικού τομέα, με σκοπό την ανάπτυξη και επίτευξη καινοτόμων λύσεων για τη ναυτιλιακή αγορά.