Από την ερχόμενη εβδομάδα θα αρχίσει ο ΕΦΚΑ να εκδίδει συντάξεις με διαδοχική ή παράλληλη ασφάλιση οι αιτήσεις των οποίων υποβλήθηκαν μετά την 1/1/2017, σύμφωνα με όσα ανέφερε χθες στη Βουλή ο διοικητής του υπερταμείου Θανάσης Μπακαλέξης.
Από την έντυπη έκδοση
Από την ερχόμενη εβδομάδα θα αρχίσει ο ΕΦΚΑ να εκδίδει συντάξεις με διαδοχική ή παράλληλη ασφάλιση οι αιτήσεις των οποίων υποβλήθηκαν μετά την 1/1/2017, σύμφωνα με όσα ανέφερε χθες στη Βουλή ο διοικητής του υπερταμείου Θανάσης Μπακαλέξης.
Εκτιμάται ότι υπάρχουν περίπου 12.000 αιτήσεις οι οποίες εντάσσονται στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο και για την έκδοση των οποίων εκδόθηκε χθες νέα διευκρινιστική εγκύκλιος του ΕΦΚΑ σε εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 19 του Ν. 4387/2016. Το συγκεκριμένο άρθρο ρυθμίζει θέματα που αφορούν την αντιμετώπιση των συνταξιοδοτικών περιπτώσεων ασφαλισμένων με χρόνο διαδοχικής ασφάλισης στους ενταχθέντες φορείς στον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ).
Επιλογή διαδοχικού χρόνου ασφάλισης
Όπως επισημαίνει η εγκύκλιος, η εφαρμογή των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης δεν είναι υποχρεωτική για τα έτη ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν έως 31/12/2016. Με το νόμο Κατρούγκαλου εξακολουθεί να παρέχεται η δυνατότητα στον ασφαλισμένο να επιλέξει το συνυπολογισμό ή μη του χρόνου διαδοχικής ασφάλισης που έχει διανύσει σε κάποιον από τους ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ φορείς, υπό την προϋπόθεση ότι μετά την 1/1/2017 δεν ασφαλίζεται στον ΕΦΚΑ για τη δραστηριότητα εκείνη που υπάγεται στην ασφάλιση του αντίστοιχου πρώην φορέα του οποίου δεν επιθυμεί την προσμέτρηση χρόνου του, και δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε εντασσόμενου φορέα. Ρητά αναφέρεται ότι τα ανωτέρω ισχύουν για τους φορείς με την υφιστάμενη μορφή που έχουν κατά την ένταξή τους στον ΕΦΚΑ (π.χ. για τον τ. ΟΑΕΕ ως έχει και όχι για τους πρώην φορείς ΤΕΒΕ, ΤΑΕ, ΤΣΑ), (παρ. 6 εδάφιο α’ άρθρο 19 του Ν. 4387/2016).
Παράδειγμα: Ασφαλισμένος που έχει χρόνο ασφάλισης στο πρώην ΝΑΤ το έτος 1980 (3 μήνες) καθώς και στον τ. ΟΑΕΕ και τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δύναται να επιλέξει να μη συνυπολογίσει τον χρόνο του τ. ΝΑΤ στην αίτησή του για συνταξιοδότηση που θα υποβάλλει στον ΕΦΚΑ. Εάν, όμως, έχει διανύσει και χρόνο ως ναυτικός μετά την 1/1/2017 ασφαλιστέο στον ΕΦΚΑ (π.χ. 2 μήνες), δεν δύναται να αποποιηθεί το χρόνο αυτό (των 3 μηνών του έτους 1980), αλλά πρέπει να συνυπολογιστεί όλος ο χρόνος που διένυσε ως ναυτικός πριν και μετά την 1/1/2017. Ως εκ τούτου, δεν δύναται να γίνει αποποίηση χρόνου ασφάλισης που έχει διανυθεί μετά την 1/1/2017 στον ΕΦΚΑ.
Παράλληλος χρόνος ασφάλισης
Στις περιπτώσεις που έχει διανυθεί παράλληλος χρόνος ασφάλισης σε περισσότερους από έναν φορείς (ενταχθέντες στον ΕΦΚΑ) πριν από την ένταξή τους στον ΕΦΚΑ ο ασφαλισμένος μπορεί να επιλέξει, για το παράλληλο αυτό διάστημα, το χρόνο ασφάλισης που επιθυμεί να συνυπολογίσει σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης.
Για τον παράλληλο χρόνο ασφάλισης ο οποίος δεν συνυπολογίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 17 και 36 του Ν.4387/2016 για την εφαρμογή των οποίων θα ακολουθήσουν οδηγίες σε νεότερο έγγραφο.
Για τον διαδοχικά ασφαλισμένο που κατά τη λήξη της υποχρεωτικής ασφάλισής του μετά την 1/1/2017 προκύπτει πολλαπλή δραστηριότητα και κατά συνέπεια παράλληλη ασφάλιση δύναται να επιλέξει τις προϋποθέσεις του ενταχθέντα φορέα με τις οποίες επιθυμεί να συνταξιοδοτηθεί τηρουμένων των προϋποθέσεων της παρ.1 του άρθρου 19 του Ν.4387/2016.
Παράδειγμα: Διαδοχικά ασφαλισμένος στο τ. ΙΚΑ-ΕΤΑΜ έως 2015 και ασφαλισμένος από 2015 έως 2019 παράλληλα στο τ. ΕΤΑΑ (τ. ΤΣΜΕΔΕ) και Δημόσιο. Η λήξη της υποχρεωτικής ασφάλισής του τον βρίσκει μετά την 1/1/2017 σε καθεστώς παράλληλης ασφάλισης.
Ο εν λόγω διαδοχικά ασφαλισμένος δύναται να επιλέξει τις ευνοϊκότερες προϋποθέσεις με τις οποίες θα συνταξιοδοτηθεί τηρουμένων των προϋποθέσεων της παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 4387/2017, το δε ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης θα υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των εισφορών που έχουν καταβληθεί κατά την κρίσιμη περίοδο. (παρ. 6 εδάφιο β’ άρθρο 19 του Ν. 4387/2016).