Apple, Alphabet και Microsoft είναι ορισμένες από τις αμερικανικές επιχειρήσεις που έχουν αναδειχτεί σε μείζονα δύναμη άσκησης επιρροής στην παγκόσμια αγορά ομολόγων, καθώς έχουν επενδύσει αρκετά δισ. δολάρια σε κρατικό και εταιρικό χρέος.
Από την έντυπη έκδοση
Της Αγγελικής Κοτσοβού
[email protected]
Apple, Alphabet και Microsoft είναι ορισμένες από τις αμερικανικές επιχειρήσεις που έχουν αναδειχτεί σε μείζονα δύναμη άσκησης επιρροής στην παγκόσμια αγορά ομολόγων, καθώς έχουν επενδύσει αρκετά δισ. δολάρια σε κρατικό και εταιρικό χρέος.
Τριάντα αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσεις σταθερού εισοδήματος, με συνολική αξία άνω των 800 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με ανάλυση των FT, βασισμένη σε στοιχεία που έχουν υποβληθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC). Οι τοποθετήσεις τους σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα, εταιρικούς τίτλους, περιφερειακό χρέος και χρέος δημοτικών αρχών, καθώς και χρεόγραφα εγγυημένα με ενεργητικό και υποθήκες σημαίνει ότι έχουν τη δυνατότητα να ασκήσουν μεγαλύτερη επιρροή στις ομολογιακές και πιστωτικές αγορές απ’ ό,τι μεγάλες εταιρείες διαχείρισης ενεργητικού, όπως οι AllianceBernstein, Invesco και Franklin Templeton.
Είναι από μόνες τους asset managers, επισημαίνει ο Ραμασουάμι Βαριανκαβάλ, επικεφαλής του συμβουλευτικού τμήματος εταιρικής χρηματοδότησης στην JPMorgan, αναφερόμενος στις επιχειρήσεις των ΗΠΑ και τις επενδύσεις τους σε χρέος. Η απροθυμία των αμερικανικών πολυεθνικών να επαναπατρίσουν τα κέρδη που απέκτησαν από δραστηριότητες στο εξωτερικό έχει εκτοξεύσει την αξία του συνολικού ρευστού που διαθέτουν οι εταιρείες των ΗΠΑ σε ποσό άνω των δύο τρισ. δολαρίων, έχοντας αυξηθεί πάνω από 50% στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve). Το γεγονός ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις αναδεικνύονται σε κορυφαίο επενδυτή εταιρικού χρέους, όπως και οι παραδοσιακοί asset managers, παρατηρείται σε μια εποχή όπου αρκετοί παράγοντες της αγοράς εκφράζουν ανησυχίες για το ενδεχόμενο φούσκας στην αγορά ομολόγων, μιας φούσκας με κίνδυνο να σκάσει στην περίπτωση που ενισχυθούν οι πληθωριστικές πιέσεις και επιταχυνθούν οι ρυθμοί οικονομικής ανάπτυξης.
Το έντονο ενδιαφέρον των αμερικανικών επιχειρήσεων για επενδύσεις σταθερού εισοδήματος φαίνεται πως συμβάλλει στην ενδυνάμωση του ράλι στις αγορές ομολόγων, μειώνοντας το κόστος δανεισμού και πείθοντας τις εταιρείες να εκδώσουν ακόμη περισσότερα χρεόγραφα, όταν τα επιτόκια παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Αυτή όμως η τάση θα μπορούσε να αντιστραφεί πολύ γρήγορα, σε περίπτωση που αυξηθεί ο πληθωρισμός, επιταχύνοντας τις ρευστοποιήσεις που είχαν οδηγήσει σε απότομη άνοδο των ομολογιακών αποδόσεων.
Η προθυμία να επενδύσουν σε ευρύτερη γκάμα εργαλείων σταθερού εισοδήματος αποτελεί εν μέρει «κληρονομιά» της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η οποία ανάγκασε τις επιχειρήσεις να επιδείξουν μεγαλύτερη προσοχή στο πώς επενδύουν το ρευστό που διαθέτουν.
«Έχουν συνειδητοποιήσει (οι επιχειρήσεις) ότι με όλες αυτές τις αλλαγές στις αγορές -μεταρρυθμίσεις στις αγορές χρήματος, χαμηλά επιτόκια και την εξέλιξη του πιστωτικού ρίσκου- ο κόσμος είναι πιο περίπλοκος απ’ ό,τι δέκα χρόνια πριν και ότι δεν μπορούν απλώς να βάζουν χρήματα σε έναν λογαριασμό διαχείρισης διαθεσίμων», σημειώνει ο Ζερόμ Σνάιντερ, επικεφαλής στο funding desk της Pimco.
Ορισμένες, όπως η Apple -το ρευστό της οποίας αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα πέμπτο της συνολικής ρευστότητας στην ανάλυση των FT- έχουν συστήσει ειδικές ομάδες διαχείρισης κεφαλαίου. Κάποιες άλλες προσλαμβάνουν asset managers, ενώ αρκετές προσλαμβάνουν στελέχη με εξειδίκευση στα χρηματοοικονoμικά για τη διαχείριση αυτών των επενδύσεων, εξηγεί ο κ. Βαριανκαβάλ της JP Morgan.
Χαρτοφυλάκιο
Συνολικά, τριάντα επιχειρήσεις των ΗΠΑ -μεταξύ των οποίων ιδιαίτερα γνωστά ονόματα, όπως οι Ford, Coca-Cola και Boeing- έχουν συνολική ρευστότητα, επενδύσεις και εμπορεύσιμους τίτλους άνω του 1,2 τρισ. δολαρίων, με βάση την ανάλυση των FT. Οι τριάντα επιχειρήσεις έχουν συγκεντρώσει χαρτοφυλάκιο με αμερικανικά εταιρικά ομόλογα αξίας άνω των 400 δισ. δολαρίων, ποσό που αντιπροσωπεύει σχεδόν το 5% της συνολικής αγοράς. Και έχουν παρουσία στη συγκεκριμένη αγορά μαζί με συνταξιοδοτικά ταμεία, κρατικά επενδυτικά ταμεία και άλλους επενδυτές, με τις τοποθετήσεις τους να έχουν συμβάλει στη μείωση του κόστους δανεισμού για τις επιχειρήσεις της Αμερικής. Οι αποδόσεις εταιρικών ομολόγων υψηλής ποιότητας υποχώρησαν σημαντικά το 2017, έχοντας πέσει κάτω από το 3,1%, στα χαμηλότερα επίπεδα από την εποχή των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ, τον Νοέμβριο του 2016.