Οι αλυσίδες καταστημάτων ετοίμων ενδυμάτων, οι οποίες ξεκίνησαν την ουσιαστική ανάπτυξή τους στην εγχώρια αγορά στις αρχές της δεκαετίας του ’90, έχουν πλέον έντονη παρουσία και συνεχίζουν να επεκτείνονται, ασκώντας ισχυρές πιέσεις στα μεμονωμένα καταστήματα.
Βασικό χαρακτηριστικό του εξεταζόμενου κλάδου είναι ο μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνται σε αυτόν και διαφοροποιούνται μεταξύ τους, όχι μόνο ως προς την έκταση του δικτύου πωλήσεων, αλλά και ως προς τον τρόπο διάθεσης των προϊόντων τους.
Τα παραπάνω επισημαίνονται στην κλαδική μελέτη της ICAP με τίτλο «Αλυσίδες καταστημάτων Ετοίμων Ενδυμάτων», που κυκλοφόρησε τον Ιούλιο του 2006.
Η ύπαρξη εκτεταμένου δικτύου πωλήσεων που εξασφαλίζει ευρεία γεωγραφική κάλυψη, θεωρείται σημαντικός παράγοντας επιτυχίας μιας αλυσίδας. Η μέθοδος ανάπτυξης κάθε αλυσίδας διαφέρει. Ορισμένες εκμεταλλεύονται οι ίδιες το δίκτυο λιανικής τους (εταιρικά καταστήματα). Σε άλλες περιπτώσεις η εκμετάλλευση των καταστημάτων γίνεται από επιχειρήσεις που ανήκουν στον ίδιο όμιλο, ενώ πολύ διαδεδομένη είναι και η ανάπτυξη μέσω της δικαιόχρησης (franchising), οπότε η δικαιοπάροχος εταιρεία συνήθως ελέγχει έναν αριθμό εταιρικών καταστημάτων και τα υπόλοιπα τα εκμεταλλεύονται ανεξάρτητες επιχειρήσεις (δικαιοδόχοι).
Στον εξεταζόμενο κλάδο υπάρχει έντονος ανταγωνισμός, τόσο μεταξύ των ίδιων των αλυσίδων, όσο και μεταξύ των αλυσίδων και των μεμονωμένων καταστημάτων ένδυσης. Η τιμολογιακή πολιτική, το επίπεδο εξυπηρέτησης των πελατών, η ποιότητα και η ποικιλία των προσφερόμενων ειδών, η αναγνωρισιμότητα του εμπορικού σήματος και η διαφημιστική προβολή, είναι μερικοί από τους παράγοντες που καθορίζουν τον ανταγωνισμό στην εξεταζόμενη αγορά.
Το συνολικό μέγεθος αγοράς το οποίο προκύπτει από τις αλυσίδες καταστημάτων ετοίμων ενδυμάτων, ακολούθησε ανοδική πορεία το διάστημα 1996-2005, σημειώνοντας μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 14% (ως αλυσίδες θεωρούνται εκείνες που διαθέτουν τουλάχιστον 3 καταστήματα υπό το ίδιο εμπορικό σήμα). Το 2005, εκτιμάται ότι το εν λόγω μέγεθος αγοράς αυξήθηκε κατά 6,3% σε σχέση με το 2004.
Οι πωλήσεις ενδυμάτων καλύπτουν το 91-93% των συνολικών ετήσιων πωλήσεων των αλυσίδων τα τελευταία οκτώ χρόνια, ενώ το υπόλοιπο αφορά συμπληρωματικά προς την ένδυση είδη, όπως αξεσουάρ, εσώρουχα, υποδήματα κλπ. Το μεγαλύτερο ποσοστό επί των συνολικών πωλήσεων ενδυμάτων μέσω των εξεταζόμενων αλυσίδων για το 2005, εκτιμάται ότι καταλαμβάνουν τα γυναικεία ενδύματα (50,7%). Ακολουθεί η κατηγορία των ανδρικών ενδυμάτων με ποσοστό 33% και τα παιδικά με 16,3%.
Το σύνολο σχεδόν των αλυσίδων συνεργάζεται με πιστωτικούς οργανισμούς, παρέχοντας τη δυνατότητα στους καταναλωτές για την αγορά προϊόντων με την χρήση πιστωτικών καρτών, αλλά και με άτοκες δόσεις. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των αλυσίδων είναι ιδιαίτερα έντονος και στον τομέα των πιστωτικών διευκολύνσεων, ορισμένες εταιρείες μάλιστα έχουν προβεί στη δημιουργία καρτών - μελών, οι οποίες προσφέρουν προνόμια στους κατόχους τους, όπως μειωμένες τιμές για τα προϊόντα τους καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Γενικότερα, οι πιστωτικές διευκολύνσεις που παρέχουν οι αλυσίδες επιτρέπουν την αύξηση των πωλήσεών τους, ακόμη και σε περιόδους έλλειψης ρευστότητας στην αγορά, γεγονός που τις τοποθετεί σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι των περισσότερων μεμονωμένων καταστημάτων.
Όσον αφορά τα οικονομικά τους στοιχεία και αποτελέσματα, από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού επιχειρήσεων του κλάδου, βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος 54 επιχειρήσεων, προκύπτουν τα εξής:
- Οι επιχειρήσεις αυτές εμφάνισαν αύξηση του συνόλου του ενεργητικού κατά 17,3%, ενώ με τον ίδιο περίπου ρυθμό (26,9%) αυξήθηκαν και τα συνολικά ίδια κεφάλαια τους, το 2005/04.
- Οι συνολικές πωλήσεις των επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν κατά 14,7% το 2005/04, ενώ ακόμη εντονότερη ήταν η βελτίωση της κερδοφορίας τους, με τα συνολικά καθαρά (προ φόρου) κέρδη να αυξάνονται κατά 19% περίπου, το ίδιο διάστημα.
Η κυρίαρχη τάση για τα επόμενα χρόνια εκτιμάται ότι θα είναι η επέκταση των μεγάλων αλυσίδων με εμπορικά σήματα ευρείας αναγνώρισης και η συγκέντρωση των πωλήσεων σε μικρότερο αριθμό αλυσίδων. Η εξέλιξη αυτή εκτιμάται ότι θα είναι σε βάρος των μεμονωμένων καταστημάτων αλλά και αλυσίδων με περιορισμένο αριθμό σημείων πώλησης και χαμηλότερη αναγνωρισιμότητα.
Παράγοντες του εξεταζόμενου κλάδου εκτιμούν ότι με βάση τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις, το μέγεθος της αγοράς των αλυσίδων ετοίμων ενδυμάτων θα εξακολουθήσει να παρουσιάζει αξιόλογους ρυθμούς ανάπτυξης και τα επόμενα έτη. Συγκεκριμένα, για τη διετία 2006-2007 η εν λόγω αγορά αναμένεται να εμφανίσει μέση ετήσια αύξηση της τάξης του 7%.