Κέρδος 7 εκατ. ευρώ από συνεχιζόμενες δραστηριότητες που αναλογεί στους μετόχους ανακοίνωσε για το β' τρίμηνο του 2017 η Τράπεζα Πειραιώς, σε σύγκριση με οριακή ζημία 7 εκατ. ευρώ το α' τρίμηνο.
Κέρδος 7 εκατ. ευρώ από συνεχιζόμενες δραστηριότητες που αναλογεί στους μετόχους ανακοίνωσε για το β' τρίμηνο του 2017 η Τράπεζα Πειραιώς, σε σύγκριση με οριακή ζημία 7 εκατ. ευρώ το α' τρίμηνο.
Στην Ελλάδα, αντιστοίχως, αναγνωρίσθηκε καθαρό αποτέλεσμα ύψους €14 εκατ. το β' τρίμηνο έναντι ζημίας €13 εκατ. το α' τρίμηνο. Οι διακοπτόμενες δραστηριότητες, που περιλαμβάνουν κυρίως την Piraeus Bank Beograd και την AVIS σημείωσαν κατά το α' εξάμηνο ζημίες €75 εκατ.
Τα κέρδη προ φόρων και προβλέψεων του ομίλου Πειραιώς αυξήθηκαν κατά 14% σε ετήσια βάση στα €549 εκατ. το α' εξάμηνο, υποβοηθούμενα από την ετήσια αύξηση των καθαρών εσόδων κατά 3% και τον περιορισμό του κόστους κατά 5%.
Όπως ανακοίνωσε η τράπεζα, στη συνεχιζόμενη προσπάθεια μείωσης των δανείων σε καθυστέρηση, οι προβλέψεις παρέμειναν στο υψηλότερο σημείο του εύρους των εκτιμήσεών μας, με συνέπεια ισοσκελισμένο αποτέλεσμα (break-even) για τον Όμιλο για την περίοδο του 1ου 6μήνου.
Ο δείκτης κόστους προς έσοδα υποχώρησε το β' 3μηνο στο 50%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στο 47% για πρώτη φορά από τη συγκέντρωση της τραπεζικής αγοράς.
Στο τέλος του β' τριμήνου, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας Common Equity Tier 1 (CET-1) του Ομίλου διαμορφώθηκε στο 16,9%, οριακά βελτιωμένος σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο (16,8%).
Τα δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών (NPLs) μειώθηκαν κατά €1,1 δισ. σε τριμηνιαία βάση, μειωμένα κατά €4,9 δισ. από το υψηλό του Σεπτεμβρίου 2015, μειώνοντας τον σχετικό δείκτη στη Ελλάδα στο 37,0%.
Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) μειώθηκαν κατά €0,7 δισ. σε τριμηνιαία βάση και €3,3 δισ. από το υψηλό τους αντίστοιχα.
Επιπλέον, το βελτιωμένο κλίμα εμπιστοσύνης λόγω της συμφωνίας για τη δεύτερη αξιολόγηση, ενίσχυσε τις καταθέσεις από τα μέσα Ιουνίου και αντέστρεψε τις εκροές, κλείνοντας το β' τρίμηνο με τριμηνιαίες εισροές ύψους €150 εκατ. Όπως επισημαίνεται, η τάση αυτή διατηρείται μέχρι τώρα και κατά το γ' τρίμηνο, με εισροές άνω των €300 εκατ.
Ταυτόχρονα, η χρηματοδότηση από τον μηχανισμό ELA μειώθηκε κατά €0,7 δισ. το β' τρίμηνο και διαμορφώθηκε στα €10,3 δισ. ενώ μειώθηκε περαιτέρω το γ' τρίμηνο, φθάνοντας τα €8,5 δισ. προς τα τέλη Αυγούστου, κυρίως λόγω της περαιτέρω εισροής καταθέσεων, της απομόχλευσης και της διεύρυνσης της διατραπεζικής αγοράς repos.
Σε ό,τι αφορά το νέο στρατηγικό σχέδιο για την περίοδο μέχρι το 2020 με τίτλο "Αgenda 2020", ο διευθύνων σύμβουλος Χρήστος Μεγάλου δήλωσε ότι «επικεντρωνόμαστε στην πειθαρχημένη εφαρμογή αυτού του σχεδίου, έχοντας προτεραιότητες τη μείωση του κινδύνου του ισολογισμού, την επανεστίαση/επαναπροσδιορισμό των δραστηριοτήτων, την εφαρμογή ενός κερδοφόρου και αειφόρου επιχειρηματικού μοντέλου, τη βελτιστοποίηση της κατανομής κεφαλαίων, την ενίσχυση των λειτουργιών παρακολούθησης κινδύνων και ελέγχων και, τέλος, την υιοθέτηση υψηλών προτύπων εταιρικής διακυβέρνησης».
Ανέφερε ακόμη πως η βασική τραπεζική δραστηριότητα («Piraeus Bank») κατέγραψε κέρδη ύψους €217 εκατ. το α' εξάμηνο, επιτυγχάνοντας απόδοση ενεργητικού 1,1%, η οποία αναδεικνύει τα πλεονεκτήματα της κύριας δραστηριότητάς μας και συνιστά ένδειξη για το τι μπορούμε να επιτύχουμε μετά την ολοκλήρωση του μετασχηματισμού της Τράπεζας.
Πρόσθεσε πως η “Piraeus Bank” απέφερε ένα αποδοτικό σύνολο χρηματοοικονομικών αποτελεσμάτων κατά το α' εξάμηνο, συμπεριλαμβανομένων καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου NIM, το οποίο διαμορφώθηκε στις 310 μ.β., εσόδων από προμήθειες επί του ενεργητικού στις 71 μ.β. και δείκτη κόστους προς έσοδα στο 52%.
Σημείωσε επίσης ότι το «Piraeus Legacy Unit» (PLU) κατέγραψε ζημίες ύψους €217 εκατ. το α' εξάμηνο, ενώ μείωσε το επίπεδο σταθμισμένων στοιχείων ενεργητικού (RWA) κατά €1,0 δισ. σε τριμηνιαία βάση. Κλείνοντας πρόσθεσε: «Η μείωση του PLU θα επιταχυνθεί περαιτέρω μέσω προγραμματισμένων αναδιαρθρώσεων, εισπράξεων, ρευστοποιήσεων, διαγραφών, αποεπενδύσεων και στοχευμένων πωλήσεων. Τους τελευταίους μήνες έχουμε επιταχύνει το ρυθμό αποεπένδυσης μη βασικών περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τη στρατηγική μας για τη μείωση των κινδύνων.