Οικονομία & Αγορές
Τρίτη, 08 Αυγούστου 2017 16:24

Brexit: Τα όπλα πόλεων - μνηστήρων για τις εταιρείες του Σίτι

Βρυξέλλες και Φραγκφούρτη, οι δύο ευρωπαϊκές πόλεις που έχουν έδρα κορυφαία κοινοτικά όργανα, έχουν γίνει πόλος έλξης των μεγάλων πολυεθνικών του χρηματοπιστωτικού τομέα, που οφείλουν εν όψει του Βrexit να μεταφέρουν μέρος των δραστηριοτήτων τους σε κράτος-μέλος, προκειμένου να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε.. Ο κίνδυνος αδιεξόδου έχει κινητοποιήσει τις πολυεθνικές, οι οποίες επιταχύνουν τη διαδικασία μεταφοράς τους, φοβούμενες ότι σε ένα σκληρό Brexit θα βρεθούν από τη μια μέρα στην άλλη εκτός αγοράς.

Από την έντυπη έκδοση

Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]

Βρυξέλλες και Φραγκφούρτη, οι δύο ευρωπαϊκές πόλεις που έχουν έδρα κορυφαία κοινοτικά όργανα, έχουν γίνει πόλος έλξης των μεγάλων πολυεθνικών του χρηματοπιστωτικού τομέα, που οφείλουν εν όψει του Βrexit να μεταφέρουν μέρος των δραστηριοτήτων τους σε κράτος-μέλος, προκειμένου να συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε..

Από τη στιγμή που η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε να μείνει εκτός ενιαίας αγοράς, γιατί πολιτικά δεν μπορεί να αποδεχτεί την ελεύθερη διακίνηση των εργαζομένων (μία από τις τέσσερις ελευθερίες της Συνθήκης), οι πολυεθνικές του Σίτι του Λονδίνου, θα πρέπει είτε να μεταφέρουν την έδρα τους είτε να προχωρήσουν σε σύσταση θυγατρικής σε κράτος-μέλος.

Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit ξεκίνησαν, έχουν ήδη γίνει δύο γύροι, μέσα σε ένα κλίμα απαισιοδοξίας, δεδομένου ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών σε κορυφαία θέματα, όπως τα δικαιώματα των εργαζομένων και ο υπολογισμός του ποσού που θα πρέπει να πληρώσουν οι Βρετανοί για τις υποχρεώσεις του παρελθόντος, είναι τεράστιες και φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο να γεφυρωθούν. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που προβλέπουν αδιέξοδο και σκληρό Brexit και η μέχρι σήμερα πορεία των συζητήσεων τους δικαιώνει.

Ο κίνδυνος αδιεξόδου έχει κινητοποιήσει τις πολυεθνικές (επενδυτικές, τράπεζες, ασφαλιστικές), οι οποίες επιταχύνουν τη διαδικασία μεταφορά τους σε χώρα της Ε.Ε., φοβούμενες ότι σε ένα σκληρό Brexit θα βρεθούν από τη μια μέρα στην άλλη εκτός αγοράς. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι η βρετανική κυβέρνηση επιχείρησε με κάθε τρόπο να τις κρατήσει εντός του Ηνωμένου Βασιλείου.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, πρόκειται να μεταφερθούν μαζί με τις εταιρείες τουλάχιστον 60.000 επαγγελματίες του χρηματοπιστωτικού τομέα, που εργάζονται και διαμένουν σήμερα στο Λονδίνο.

Οι χώρες που από την αρχή επικεντρώθηκαν στην προσέλκυση των πολυεθνικών ήταν το Βέλγιο (Βρυξέλλες), η Γερμανία (Φραγκφούρτη), η Γαλλία (Παρίσι), η Ολλανδία (Άμστερνταμ), η Ιρλανδία (Δουβλίνο) και το Λουξεμβούργο.

Μάλιστα, οι κυβερνήσεις των παραπάνω χωρών έχουν εμπλακεί σε έναν σκληρό ανταγωνισμό προσφορών προς τους ενδιαφερόμενους. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Βέλγος πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ είδε προσωπικά τον πρόεδρο της Lloyd’s Τζον Νέλσον, τον οποίο έπεισε να μεταφέρει την ευρωπαϊκή έδρα των δραστηριοτήτων της εταιρείας του στις Βρυξέλλες.

Η Περιφέρεια των Βρυξελλών έχει δημιουργήσει ειδική υπηρεσία (πλατφόρμα Brexit) που ανέλαβε τον συντονισμό μεταξύ των δημόσιων υπηρεσιών και των διαφόρων υπουργείων, στην προβολή της ελκυστικότητας του Βελγίου για μεταφορά έδρας και εγκατάσταση. Πέρα από τις έδρες των κοινοτικών οργάνων, οι αρχές των Βρυξελλών «πουλάνε» και την εγγύτητα της βελγικής πρωτεύουσας με το Λονδίνο και το Παρίσι, που συνδέονται μέσω των τρένων υψηλής ταχύτητας (Eurostar με Λονδίνο, Thalys με Παρίσι).

Στη Γαλλία ο πρόεδρος Μακρόν είχε επίσης συναντήσεις με τις κορυφαίες εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα, σε μια προσπάθεια να φέρει ορισμένες στο Παρίσι. Αυτό που πέτυχε ήταν οι γαλλικές τράπεζες που ήταν στο Σίτι να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στη γαλλική πρωτεύουσα.

Ωστόσο, η μάχη μεταξύ των υποψηφίων φαίνεται προς το παρόν άνιση, γιατί το Βέλγιο και η Γερμανία έχουν σαφέστατο συγκριτικό πλεονέκτημα. Σε καλή θέση είναι και το Λουξεμβούργο, έδρα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, καθώς και υπηρεσιών της Κομισιόν και της Ευρωβουλής.

Από τη στιγμή που το Σίτι λόγω του Brexit χάνει την παντοδυναμία του, είναι φυσιολογικό όλες αυτές οι εταιρείες να θέλουν να εγκατασταθούν στα κέντρα λήψης των αποφάσεων της Ε.Ε. και αυτά είναι οι έδρες όπου είναι εγκατεστημένα τα θεσμικά όργανα.

Προηγούνται Φραγκφούρτη - Βρυξέλλες
Είναι προφανές ότι για τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, η Φρανκφούρτη έχει σαφέστατο προβάδισμα, λόγω της έδρας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τις ίδιες εταιρείες ενδιαφέρουν και οι Βρυξέλλες, δεδομένου ότι στη βελγική πρωτεύουσα προετοιμάζονται (Κομισιόν) και λαμβάνονται (Συμβούλιο Υπουργών) οι αποφάσεις.

Αντίθετα, σε σχέση με τις ασφαλιστικές εταιρείες, που μέχρι τώρα βρίσκονταν στο Λονδίνο, το πάνω χέρι έχουν πλέον οι Βρυξέλλες, ήδη οι μεγαλύτερες του κλάδου έχουν ξεκινήσει διαδικασία μετεγκατάστασης.

Μέχρι στιγμής τη Φραγκφούρτη έχουν επιλέξει η βρετανική τράπεζα Standard Chartered και οι ιαπωνικές Daiwa και Nomura. Στη γερμανική πόλη ετοιμάζονται να μεταφέρουν μέρος των δραστηριοτήτων τους και οι αμερικανικοί κολοσσοί του κλάδου, δηλαδή η Goldman Sachs, η JP Morgan και η Citigroup.

Στις Βρυξέλλες θα εγκατασταθεί η ιαπωνική ασφαλιστική εταιρεία με ειδίκευση τη ναυτιλία και τις αεροπορικές μεταφορές Μιtsui Sumitomo, καθώς και η αυστραλιανή ασφαλιστική εταιρεία QBE. Η μεγαλύτερη επιτυχία των βελγικών αρχών ήταν η προσέλκυση της βρετανικής Lloyd’s (η μεγαλύτερη ασφαλιστική εταιρεία στον κόσμο), η οποία θα εγκαταστήσει την ευρωπαϊκή έδρα της στη βελγική πρωτεύουσα. Την επέλεξε όπως ανακοίνωσε για το πολύ καλό κανονιστικό πλαίσιο του Βελγίου, αλλά και τη γεωγραφική θέση.

Οι βελγικές αρχές, σύμφωνα με δημοσιεύματα στον Τύπο της χώρας, επιχειρούν επίσης να φέρουν από το Ηνωμένο Βασίλειο και μεγάλους διεθνείς παίκτες που βρίσκονται στο Λονδίνο (Εuroclear,  mastercard, Swift).

Φυσικά, σημαντικό πλεονέκτημα των Βρυξελλών πέραν των εδρών της Ε.Ε. και άλλων διεθνών οργανισμών, είναι και η μεγάλη διαθεσιμότητα γραφείων. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν ελεύθεροι διαθέσιμοι χώροι 700.000 τετραγωνικών μέτρων, που μπορούν να υποδεχτούν 35.000 υπαλλήλους.