Τη δυνατότητα να υποβάλουν ξανά δηλώσεις, στο πλαίσιο της ρύθμισης για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών, παρέχει στους φορολογούμενους η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Προϋπόθεση, ωστόσο, για την παροχή της δυνατότητας αυτής είναι, με τη νέα δήλωση, να μη μειώνονται η δηλωθείσα φορολογητέα ύλη, αλλά ούτε και το συνολικό ποσό των οφειλόμενων φόρων.
Από την έντυπη έκδοση
Τη δυνατότητα να υποβάλουν ξανά δηλώσεις, στο πλαίσιο της ρύθμισης για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών, παρέχει στους φορολογούμενους η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Προϋπόθεση, ωστόσο, για την παροχή της δυνατότητας αυτής είναι, με τη νέα δήλωση, να μη μειώνονται η δηλωθείσα φορολογητέα ύλη, αλλά ούτε και το συνολικό ποσό των οφειλόμενων φόρων.
Σύμφωνα με τα όσα διευκρινίζονται στην υπ' αριθμόν ΠΟΛ. 1115/2017 εγκύκλιο του διοικητή της ΑΑΔΕ Γιώργου Πιτσιλή που κοινοποιήθηκε πρόσφατα σε όλες τις ΔΟΥ και τις λοιπές φοροελεγκτικές υπηρεσίες, οι φορολογούμενοι που έχουν ήδη υποβάλει δηλώσεις οικειοθελούς αποκάλυψης εισοδημάτων ή άλλης φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών, στο πλαίσιο της ρύθμισης των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016, μπορούν να υποβάλουν νέες, τροποποιητικές (συμπληρωματικές) δηλώσεις, είτε για να αποκαλύψουν κι άλλη φορολογητέα ύλη είτε απλώς για να διορθώσουν λάθη, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να μειώσουν τη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη και να περιορίσουν σε χαμηλότερο επίπεδο τα ποσά που βεβαιώθηκαν με βάση τις προηγούμενες δηλώσεις. Δηλαδή, οι νέες δηλώσεις που θα υποβάλουν μπορούν να είναι χρεωστικές ή μηδενικές. Όπως επιπροσθέτως διευκρινίζεται, στη ρύθμιση για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών δεν μπορούν να υπαχθούν αρχικές ή τροποποιητικές πιστωτικές δηλώσεις, έστω κι αν με την τροποποιητική δήλωση πρόκειται να μειωθεί το πιστωτικό υπόλοιπο της αρχικώς υποβληθείσας δήλωσης και ανεξάρτητα αν είχε πραγματοποιηθεί ή όχι η επιστροφή του φόρου.
Εντούτοις, μπορούν να υπαχθούν δηλώσεις με τις οποίες το πιστωτικό υπόλοιπο μηδενίζεται ή μετατρέπεται σε χρεωστικό. Σημειώνεται ότι η προθεσμία για την υπαγωγή στη ρύθμιση για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης λήγει στις 30 Σεπτεμβρίου 2017, ενώ έχει ήδη φέρει στα ταμεία του Δημοσίου «ζεστό» χρήμα πάνω από 250 εκατ. ευρώ. Η ρύθμιση έχει πάρει τη μορφή συνολικής περαίωσης, καθώς οι φορολογούμενοι σπεύδουν να κλείσουν τις εκκρεμότητες και τους ανοιχτούς λογαριασμούς που έχουν με τις φορολογικές αρχές. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, δεν έχουν αποκαλυφθεί μεγάλες υποθέσεις «μαύρου» χρήματος, αφού οι περισσότερες δηλώσεις αφορούν εισοδήματα - κεφάλαια που κινούνται μεταξύ 100.000 και 300.000 ευρώ.
Νέες οδηγίες
Αναλυτικά, με την εγκύκλιό του, ο κ. Πιτσιλής παρέχει τις ακόλουθες νέες οδηγίες για την εφαρμογή της ρύθμισης της οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών:
1. Νέα τροποποιητική δήλωση: Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει ήδη υποβάλει δήλωση του ν. 4446/2016 για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης, δύναται να υποβάλει νέα τροποποιητική (συμπληρωματική) δήλωση, χρεωστική ή μηδενική, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, επικαλούμενος τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου αυτού. Ωστόσο, ποσά που έχουν ήδη καταβληθεί δεν επιστρέφονται, καθώς δεν δύναται να υποβληθεί εκ των υστέρων τροποποιητική (ανακλητική) δήλωση φορολογίας με σκοπό την επιστροφή καταβληθέντος φόρου. Αντίθετα, μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση με σκοπό να διορθωθούν λάθη που έχουν προκύψει κατά την υποβολή προγενέστερης δήλωσης με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύπτει επιστροφή καταβληθέντος φόρου.
2. Δεν υποβάλλονται πιστωτικές δηλώσεις: Στη ρύθμιση για την οικειοθελή αποκάλυψη φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών υπάγονται οι αρχικές ή τροποποιητικές χρεωστικές ή μηδενικές δηλώσεις. Επομένως, δεν δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση αρχικές ή τροποποιητικές πιστωτικές δηλώσεις, έστω και αν με την τροποποιητική δήλωση πρόκειται να μειωθεί το πιστωτικό υπόλοιπο που είχε προκύψει με την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση και ανεξάρτητα αν είχε πραγματοποιηθεί η επιστροφή του φόρου ή όχι. Εντούτοις, εμπίπτουν στις διατάξεις αυτές δηλώσεις με τις οποίες το πιστωτικό υπόλοιπο μηδενίζεται ή μετατρέπεται σε χρεωστικό.
3. Δηλώσεις φορολογία εισοδήματος: Δεν υπάγονται στη ρύθμιση αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος με τις οποίες δηλώνεται ζημία της χρήσης στην οποία αφορά η δήλωση, ανεξάρτητα αν από τη δήλωση προκύπτει παράλληλα και υποχρέωση καταβολής τέλους ή εισφοράς (π.χ. τέλος επιτηδεύματος, τέλος χαρτοσήμου), εκτός αν με αυτές μειώνεται η ζημία που είχε δηλωθεί με την αρχική δήλωση. Επίσης στις ρυθμίσεις δεν δύνανται να υπαχθούν οι σύζυγοι ή συγγενείς των προσώπων της παραγράφου αυτής (πρωθυπουργοί, υπουργοί, κ.λπ.), εξ αίματος ή και εξ αγχιστείας μέχρι και β' βαθμού, σε ευθεία γραμμή και εκ πλαγίου.
4. Ποσά από δωρεές - γονικές παροχές: Οι φορολογούμενοι μπορούν να υποβάλουν εκπρόθεσμη αρχική ή τροποποιητική δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και να δηλώσουν ποσά που προέρχονται από δωρεά ή γονική παροχή. Ωστόσο τα ποσά αυτά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς μεταξύ πραγματικού και τεκμαρτού εισοδήματος. Τα ποσά αυτά δύνανται να χρησιμοποιηθούν κατά περίπτωση, για τα επόμενα έτη (από το έτος υποβολής της δήλωσης και μετά). Επίσης, υπό την προϋπόθεση ότι αποδεικνύεται το πραγματικό γεγονός της δωρεάς ή της γονικής παροχής (π.χ. αναλήψεις και καταθέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς), μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δικαιολόγηση της πηγής προέλευσης των σχετικών κεφαλαίων.
5. Δηλώσεις πληροφοριακού χαρακτήρα: Αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις των καταστάσεων φορολογικών στοιχείων, πελατών και προμηθευτών των ετών 2014 και 2015 υποβάλλονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο μέσω Taxisnet. Εφόσον γίνει αποδεκτή η υποβολή της κατάστασης, στη συνέχεια προσέρχεται ο φορολογούμενος στην αρμόδια ΔΟΥ όπου δηλώνονται τα εξής:
α) ο αύξων αριθμός καταχώρησης (αριθμός υποβολής Taxisnet), ο οποίος είναι και ο αριθμός της δήλωσης,
β) η ημερομηνία υποβολής της δήλωσης,
γ) το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του φορολογουμένου,
δ) ο ΑΦΜ του φορολογουμένου,
ε) η περίοδος και το έτος που αφορά η υποβληθείσα δήλωση,
στ) η φράση ότι «η δήλωση υποβλήθηκε βάσει των διατάξεων των άρθρων 57 έως και 61 του ν. 4446/2016» και στις περιπτώσεις υποβολής δήλωσης ατομικών επιχειρήσεων αναγράφεται επιπλέον από τον υπόχρεο και ότι «Δεν εμπίπτω στις εξαιρέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 60 του ν.4446/2016».
Διευκρινίζεται, εξάλλου, ότι:
Σε κάθε περίπτωση, η αρμόδια ΔΟΥ δεν επιβάλλει πρόστιμα για τις παραπάνω δηλώσεις.
6. Δηλώσεις φορολογίας κεφαλαίου: Στην περίπτωση υποβολής νέας δήλωσης μετά από υποβολή δήλωσης που έχει ήδη υπαχθεί στις διατάξεις των άρθρων 57-61 του ν. 4446/2016 περί οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης, ως προς τα δηλωθέντα με τη δήλωση αυτή, δεν επιτρέπεται στο μέλλον η υποβολή τροποποιητικής δήλωσης με την οποία ανακαλείται ή μειώνεται η φορολογητέα ύλη ή η αξία των δηλωθέντων ακινήτων (ακόμη και στην περίπτωση που ο φορολογούμενος δεν είχε υποβάλει αίτηση για διαγραφή της διαφοράς του πρόσθετου φόρου για τις φορολογίες ΕΤΑΚ και ΦΑΠ). Στις περιπτώσεις που η δήλωση υποβάλλεται χειρόγραφα, ο αρμόδιος προϊστάμενος ΔΟΥ απορρίπτει την τροποποιητική δήλωση ως προς τα ακίνητα αυτά, ενημερώνοντας εγγράφως τον φορολογούμενο για την απόρριψη και εφόσον ζητείται η χορήγηση πιστοποιητικών ΕΝΦΙΑ αυτά χορηγούνται με βάση την περιγραφή και αξία του ακινήτου, όπως αυτή προκύπτει από τις δηλώσεις που είχαν υποβληθεί με τη χρήση των ευνοϊκών διατάξεων του ν. 4446/2016.
7. Δηλώσεις Ε9: Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες φορολογούμενος έχει υποβάλει δηλώσεις στοιχείων ακινήτων (Ε9) και δεν έχει υποβάλει αίτηση διαγραφής του τυχόν επιπλέον προσδιορισθέντος πρόσθετου φόρου, αυτός διαγράφεται οίκοθεν με απόφαση του αρμοδίου προϊσταμένου ΔΟΥ.