Ανιση πρόοδο ως προς την υιοθέτηση του ευρώ στα νέα κράτη – μέλη καταδεικνύει η έκθεση σύγκλισης του 2006.
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ τον Ιούνιο η Σλοβενία διαπιστώθηκε ότι πληρούσε όλα τα κριτήρια, στις άλλες χώρες «με παρέκκλιση» (η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Λετονία, η Ουγγαρία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Σουηδία) παρατηρήθηκαν διαφορετικοί ρυθμοί προόδου.
Η Λιθουανία δεν περιλαμβάνεται στην εν λόγω έκθεση δεδομένου ότι η πρόοδός της προς τη σύγκλιση αξιολογήθηκε νωρίτερα κατά το τρέχον έτος. «Μολονότι η πορεία προς το ευρώ αποδεικνύεται δυσκολότερη από ό,τι είχαν φανταστεί ορισμένοι αρχικά, αξίζει τον κόπο το όφελος που προκύπτει. Πρώτον, επειδή οι απαιτούμενες πολιτικές είναι επιθυμητές ανεξάρτητα από το ευρώ• δεύτερον, επειδή η υιοθέτηση του ευρώ παγιώνει την μακροοικονομική σταθερότητα η οποία είναι αναγκαία για την ανάπτυξη και την απασχόληση και τρίτον, επειδή μία καλά προετοιμασμένη χώρα είναι πολύ πιθανότερο να ευημερήσει μέσα σε μία νομισματική ένωση, όπως φαίνεται από τα κράτη μέλη που ανήκουν επί του παρόντος στη ζώνη του ευρώ,» δήλωσε ο Joaquín Almunia, αρμόδιος Επίτροπος για τις οικονομικές και νομισματικές υποθέσεις.
Τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο χρόνια ή μετά από αίτηση κράτους μέλους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) οφείλουν να υποβάλουν έκθεση στο Συμβούλιο Υπουργών σχετικά με την πρόοδο που πραγματοποιήθηκε από χώρες της ΕΕ "με παρέκκλιση" όσον αφορά την εκπλήρωση των οικονομικών και νομικών κριτηρίων που ορίζονται στη συνθήκη της ΕΕ για την υιοθέτηση του ευρώ.
Η παρούσα έκθεση σύγκλισης είναι η δεύτερη "τακτική" έκθεση από την προσχώρηση των 10 νέων κρατών μελών στην ΕΕ τον Μάιο 2004. Η πρώτη έκθεση εγκρίθηκε τον Οκτώβριο 2004, όταν κανένα από τα 10 αυτά κράτη, ούτε και η Σουηδία που είναι κράτος μέλος της ΕΕ "με παρέκκλιση", δεν ικανοποιούσαν όλες τις προϋποθέσεις, γνωστές ως "κριτήρια του Μάαστριχτ". Η ΕΚΤ δημοσίευσε και αυτή σήμερα τη δική της έκθεση.
Σε ειδική έκθεση σύγκλισης, που συνέταξε η Επιτροπή μετά από αίτημα της Σλοβενίας στις 2 Μαρτίου 2006 και σε μία άλλη έκθεση σύγκλισης για τη Λιθουανία λίγο αργότερα, η Επιτροπή αποφάνθηκε ότι η Σλοβενία πληρούσε όλα τα κριτήρια και μπορούσε να υιοθετήσει το ευρώ από την 1η Ιανουαρίου 2007, ενώ η Λιθουανία διατηρούσε το παρόν καθεστώς της. Το Συμβούλιο ενέκρινε τις αξιολογήσεις της Επιτροπής τον Ιούλιο του 2006.
Η έκθεση σύγκλισης του 2006 δείχνει ότι οι εννέα χώρες που αξιολογήθηκαν (η Τσεχία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Λετονία, η Ουγγαρία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Σουηδία) πραγματοποιούν πρόοδο προς την κατεύθυνση της σύγκλισης, αν και με διαφορετικούς ρυθμούς η κάθε μία. Για να είναι σε θέση να υιοθετήσει το ευρώ μία χώρα πρέπει να επιτύχει υψηλό βαθμό διατηρήσιμης σύγκλισης όσον αφορά τη σταθερότητα των τιμών, τη δημοσιονομική της θέση, τη σταθερότητα της συναλλαγματική της ισοτιμίας και τα μακροπρόθεσμα επιτόκια, αλλά και να εξασφαλίσει ότι η εθνική της νομοθεσία είναι συμβατή με τους κανόνες της Συνθήκης και με τα καταστατικά του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και τις ΕΚΤ.
Τα αποτελέσματα της έκθεσης σύγκλισης του 2006 έχουν ως εξής:
Πληθωρισμός
Τέσσερις χώρες εμφάνισαν μέσα ποσοστά πληθωρισμού σε 12μηνη βάση κατώτερα της τιμής αναφοράς, που ανερχόταν σε 2,8 εκατοστιαίες μονάδες τον Οκτώβριο 2006. Οι τέσσερις χώρες που πληρούν το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών είναι: η Τσεχία, η Κύπρος, η Πολωνία και η Σουηδία.
Κατάσταση των δημοσίων οικονομικών
Το κριτήριο της κατάστασης των δημοσίων οικονομικών πληρούται όταν μία χώρα δεν αποτελεί αντικείμενο απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος δυνάμει του άρθρου 104 παράγραφος 6 της Συνθήκης. Επί του παρόντος, τέσσερα από τα εξετασθέντα εννέα κράτη μέλη, δηλαδή η Εσθονία, η Κύπρος, η Λετονία και η Σουηδία, πληρούν το εν λόγω κριτήριο.
Σταθερότητα της συναλλαγματικής ισοτιμίας
Το κριτήριο σταθερότητας της συναλλαγματικής ισοτιμίας ορίζεται στη Συνθήκη ως η τήρηση των κανονικών περιθωρίων διακύμανσης του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ) του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος για δύο τουλάχιστον χρόνια χωρίς σοβαρές πιέσεις και ειδικότερα χωρίς υποτίμηση έναντι του ευρώ. Από τις εννέα εξετασθείσες χώρες, η Εσθονία είναι εκείνη η οποία συμμετέχει το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στον ΜΣΙ ΙΙ και η μόνη η οποία πληροί το κριτήριο της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Οι υπόλοιπες χώρες που συμμετέχουν στον ΜΣΙ ΙΙ είναι η Κύπρος, η Μάλτα και η Λετονία, οι οποίες συμμετέχουν στον εν λόγω μηχανισμό από τις 2 Μαΐου 2005, και η Σλοβακία, η οποία συμμετέχει στον μηχανισμό αυτό από τις 28 Νοεμβρίου 2005.
Μακροπρόθεσμα επιτόκια
Από τις εννέα χώρες που αξιολογήθηκαν μόνο η Ουγγαρία δεν ικανοποιεί το κριτήριο των επιτοκίων, το οποίο ορίζει ότι το μέσα μακροπρόθεσμα επιτόκια δεν μπορούν να υπερβαίνουν κατά περισσότερο από 2 εκατοστιαίες μονάδες τον μέσο όρο των τριών, το πολύ, κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από πλευράς σταθερότητας των τιμών κατά το έτος πριν την εξέταση. Η Τσεχία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Λετονία, η Ουγγαρία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Σλοβακία και η Σουηδία, διατήρησαν επί ένα χρόνο μέσα μακροπρόθεσμα επιτόκια κατώτερα από την τιμή αναφοράς (που ήταν 6,2 εκατοστιαίες μονάδες τον Οκτώβριο του 2006). Για την Εσθονία δεν υπάρχουν διαθέσιμα μακροπρόθεσμα κυβερνητικά ομόλογα αναφοράς ή συγκρίσιμοι τίτλοι προκειμένου να αξιολογηθεί η διάρκεια της σύγκλισής της, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στα μακροπρόθεσμα επιτόκια. Ωστόσο, δεν υπάρχουν λόγοι που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι δεν θα ικανοποιήσει το κριτήριο των μακροπρόθεσμων επιτοκίων.
Συμβατότητα της νομοθεσίας
Το κριτήριο αυτό καλύπτει την εξέταση του συμβιβάσιμου χαρακτήρα της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, συμπεριλαμβανομένων των καταστατικών της Εθνικής Κεντρικής Τράπεζάς του, με τα άρθρα 108 και 109 της Συνθήκης και με το καταστατικό της ΕΣΚΤ. Κατά τον χρόνο σύνταξης της έκθεσης οι απαιτήσεις νομικής συμβατότητας ικανοποιούνταν μόνο από την Εσθονία, μολονότι η Κύπρος και η Μάλτα είχαν υποβάλει στα εθνικά τους κοινοβούλια, τον Οκτώβριο και Νοέμβριο 2006 αντιστοίχως, νομοσχέδια για την εξάλειψη όλων των εναπομενόντων στοιχείων ασυμβατότητας.