Η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών αφορούσε το 2016 και τον μη φτωχό πληθυσμό της χώρας όπως προκύπτει από μελέτη της ΕΛΣΤΑΤ για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού. Ο μέσος όρος του πληθυσμού με υλική στέρηση στην Ε.Ε. είναι 7,8%, ενώ η Ελλάδα με 22,4% βρίσκεται στην 3η χειρότερη θέση μεταξύ των κρατών - μελών, μετά από τη Βουλγαρία (31,9%) και τη Ρουμανία (23,8%).
Η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών το 2016 αφορούσε και τον μη φτωχό πληθυσμό της χώρας όπως προκύπτει από μελέτη της ΕΛΣΤΑΤ για τις συνθήκες διαβίωσης του πληθυσμού. Ως στέρηση, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, εκλαμβάνεται η δυσκολία ικανοποίησης έκτακτων οικονοµικών αναγκών, κάλυψης εξόδων για διακοπές µίας εβδοµάδας το χρόνο, διατροφής που να περιλαµβάνει κάθε δεύτερη ηµέρα κοτόπουλο, κρέας ή ψάρι, πληρωµής για ικανοποιητική θέρµανση, έλλειψη βασικών αγαθών όπως τηλέφωνο, δυσκολίες στην πληρωµή πάγιων λογαριασµών.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, και κυρίως από το 2009 και µετά, παρατηρείται αύξηση της υλικής στέρησης (δηλαδή αύξηση του πληθυσµού που, λόγω οικονοµικών δυσκολιών, στερείται τεσσάρων τουλάχιστον βασικών αγαθών και υπηρεσιών από αυτά που προαναφέρθηκαν).
Συγκεκριµένα, το ποσοστό του πληθυσµού που αντιµετωπίζει οικονοµικές δυσκολίες µε αποτέλεσµα να στερείται, τουλάχιστον, τέσσερις από τις εννέα συνολικά διαστάσεις της υλικής στέρησης ανέρχεται σε 22,4% το 2016, ενώ το ποσοστό αυτό ήταν 22,2% το 2015, 21,5% το 2014, 20,3% το 2013, 19,5% το 2012 και 11% το 2009.
Η αύξηση του ποσοστού το 2016 σε σχέση με το 2015 είναι µεγαλύτερη στην περίπτωση των παιδιών ηλικίας έως και 17 ετών (1 ποσοστιαία µονάδα) συγκριτικά µε τις υπόλοιπες ηλικιακές οµάδες. Η υλική στέρηση των παιδιών ηλικίας έως και 17 ετών ανέρχεται για το 2016 σε 26,7%, ενώ το 2009 ήταν 11,9%.
Για τα άτοµα ηλικίας 65 ετών και άνω, το ποσοστό στέρησης το 2016 ανήλθε σε 15,2% και παρέµεινε αµετάβλητο σε σχέση µε το 2015, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό το 2009 ήταν 12,1%.
Στα άτοµα ηλικίας 18 έως 64 ετών το ποσοστό όσων στερούνται βασικών αγαθών και υπηρεσιών το 2016 ανέρχεται σε 23,7%.
Τα νοικοκυριά που αντιµετωπίζουν ελλείψεις βασικών ανέσεων στην κύρια κατοικία κατατάσσονται, κατά καθεστώς ιδιοκτησίας, ως εξής:
Το ποσοστό του πληθυσµού που διαβιεί σε κατοικία µε στενότητα χώρου ανέρχεται σε 28,7% για το σύνολο του πληθυσµού, σε 25,1% για τον µη φτωχό πληθυσµό και σε 42,2% για τον φτωχό πληθυσµό.
Το 53,2% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαµβάνει κάθε δεύτερη ηµέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των µη φτωχών νοικοκυριών εκτιµάται σε 1,8%.
Το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν οικονοµική αδυναµία να έχουν ικανοποιητική θέρµανση τον χειµώνα ανέρχεται σε 29,2%, ενώ είναι 51,6% για τα φτωχά νοικοκυριά και 23,6% για τα µη φτωχά νοικοκυριά.
Το 80,7% των φτωχών νοικοκυριών και το 47,6% των µη φτωχών δηλώνει οικονοµική δυσκολία να αντιµετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους, περίπου, 384 ευρώ.
Περιβαλλοντικά προβλήµατα από παρακείµενη βιοµηχανία ή προβλήµατα από την κυκλοφορία αυτοκινήτων δηλώνει ότι αντιµετωπίζει το 20% των νοικοκυριών, ενώ ποσοστό 12,2% των νοικοκυριών αναφέρει ως πρόβληµα τους βανδαλισµούς και την εγκληµατικότητα στην περιοχή του.
Το 54,1% των νοικοκυριών που έχουν λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωµή αυτού ή των δόσεων.
Το 62,3% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωµή πάγιων λογαριασµών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύµατος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ.
Το 67,4% των φτωχών νοικοκυριών αναφέρει µεγάλη δυσκολία στην αντιµετώπιση των συνήθων αναγκών του µε το συνολικό µηνιαίο ή εβδοµαδιαίο εισόδηµά του.
Το ελάχιστο µέσο καθαρό µηνιαίο εισόδηµα για την αντιµετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται, κατά δήλωσή τους, σε 1.716 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.467 ευρώ, ενώ τα µη φτωχά νοικοκυριά 1.780 ευρώ.
Το 25,5% των φτωχών νοικοκυριών, το 7,9% των µη φτωχών νοικοκυριών και το 11,4% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν ένα τουλάχιστον ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 13,4% των φτωχών νοικοκυριών, το 4,4% των µη φτωχών και το 6,2% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τον χρειάζονται, λόγω οικονοµικής αδυναµίας
Ως προς την υλική στέρηση που σχετίζεται µε την οικονοµική δυνατότητα κάλυψης βασικών αναγκών σχετικών µε κοινωνικές δραστηριότητες - για άτοµα ηλικίας 16 ετών και άνω - προέκυψαν τα ακόλουθα ευρήµατα:
Τρίτη στην Ε.Ε. σε υλική στέρηση η Ελλάδα
Ο μέσος όρος του πληθυσμού με υλική στέρηση είναι 7,8% στην Ευρωπαϊκή Ένωση και 6,8% στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα (22,4%) βρίσκεται στην 3η θέση μεταξύ των κρατών- μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από τη Βουλγαρία (31,9%) και τη Ρουμανία (23,8%), ενώ η Κύπρος είναι στην 5η χειρότερη θέση (15,4%).
Στις τρεις καλύτερες θέσεις βρίσκονται η Σουηδία (0,7%), η Νορβηγία (2%) και το Λουξεμβούργο (2%).