Μόλις το 1/8 περίπου των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο είναι δυνατό να εισπραχθεί σχετικά εύκολα από τις φορολογικές αρχές, σύμφωνα με τα όσα επισήμως παραδέχεται η ίδια η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Από τα 94,786 δισ. ευρώ του συνολικού ποσού των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις ΔΟΥ και τα Ελεγκτικά Κέντρα, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί στο τέλος Απριλίου του τρέχοντος έτους, ζήτημα είναι εάν μπορούν να εισρεύσουν στα δημόσια ταμεία πάνω από 12 δισ. ευρώ. Κι αυτά όχι άμεσα, αλλά εντός των προσεχών 2-2,5 ετών.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Μόλις το 1/8 περίπου των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο είναι δυνατό να εισπραχθεί σχετικά εύκολα από τις φορολογικές αρχές, σύμφωνα με τα όσα επισήμως παραδέχεται η ίδια η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Από τα 94,786 δισ. ευρώ του συνολικού ποσού των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις ΔΟΥ και τα Ελεγκτικά Κέντρα, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί στο τέλος Απριλίου του τρέχοντος έτους, ζήτημα είναι εάν μπορούν να εισρεύσουν στα δημόσια ταμεία πάνω από 12 δισ. ευρώ. Κι αυτά όχι άμεσα, αλλά εντός των προσεχών 2-2,5 ετών.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από τον συνδυασμό και την επεξεργασία των στοιχείων για την πορεία των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, που έχει ανακοινώσει εντός του τελευταίου τριμήνου η ΑΑΔΕ. Συγκεκριμένα:
1. Τα πρόσφατα ανακοινωθέντα από την ΑΑΔΕ στοιχεία τα οποία αφορούν τις εισπρακτικές επιδόσεις των ΔΟΥ και των Ελεγκτικών Κέντρων μέχρι και τον φετινό Απρίλιο δείχνουν ότι από το ποσό των 94,786 δισ. ευρώ των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις φορολογικές αρχές, τα 44,44 δισ. ευρώ είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να εισπραχθούν.
Πιο αναλυτικά, όπως προκύπτει από τα επιμέρους ανακοινωθέντα στοιχεία, από τα 94,786 δισ. ευρώ του συνολικού ανεξόφλητου υπολοίπου των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις φορολογικές αρχές:
* 13,044 δισ. ευρώ είναι «παλαιά» ληξιπρόθεσμα χρέη (οφειλές προς τις φορολογικές αρχές που βεβαιώθηκαν και έγιναν ληξιπρόθεσμες μέχρι 31-12-2016) πτωχευμένων επιχειρήσεων και πτωχευμένων φυσικών προσώπων
* 9,65 δισ. ευρώ είναι «παλαιές» ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης, οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί οριστικά ως «ανεπίδεκτες είσπραξης»
* 9,036 δισ. ευρώ είναι «παλαιά» ληξιπρόθεσμα χρέη ΔΕΚΟ, Δημοτικών Επιχειρήσεων και άλλων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα
* 7,71 δισ. ευρώ είναι «παλαιές» ληξιπρόθεσμες οφειλές επιχειρήσεων που βρίσκονται σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης
* 5,01 δισ. ευρώ είναι «παλαιά» ληξιπρόθεσμα χρέη επιχειρήσεων ανενεργών και επιχειρήσεων που έχουν δηλώσει παύση δραστηριοτήτων στις αρμόδιες ΔΟΥ.
2. Και από τα υπόλοιπα 50,34 δισ. ευρώ των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις φορολογικές αρχές, που δεν κρίνονται ως εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να εισπραχθούν, τα ποσά που θεωρούνται ως τα πλέον εύκολα εισπράξιμα δεν ξεπερνούν τα 12 δισ. ευρώ.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα όσα επισήμως έχει αναφέρει η ΑΑΔΕ, στον δημοσιευθέντα τον περασμένο Απρίλιο απολογισμό δράσης για το 2016, το ποσό των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις φορολογικές αρχές το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ως «το πλέον εισπράξιμο», δηλαδή το λεγόμενο «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο» δεν ξεπερνούσε τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους το 12,3% (σ.σ. περίπου το 1/8) του συνολικού ποσού των ληξιπρόθεσμων αυτών οφειλών, όπως είχαν διαμορφωθεί την 1η/12/2016. Ανερχόταν δηλαδή σε 11,436 δισ. ευρώ, ενώ το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τις ΔΟΥ και τα Ελεγκτικά Κέντρα είχε διαμορφωθεί τότε σε 92,882 δισ. ευρώ. Αναγωγή του ποσοστού αυτού στο σημερινό συνολικό ύψος των ληξιπρόθεσμων χρεών -στα 94,786 δισ. ευρώ- οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο» μπορεί να προσεγγίζει σήμερα τα 11,7 δισ. ευρώ (το ακριβές ποσό που προκύπτει είναι 11,658 δισ. ευρώ).
Ως «αποτελεσματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο» ορίζεται, συγκεκριμένα, το πλέον εισπράξιμο μέρος του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου των χρεών προς τις φορολογικές αρχές το οποίο:
* περιλαμβάνει οφειλές μόνο εντός προϋπολογισμού
* περιλαμβάνει υπόλοιπα ποσού βασικής οφειλής έως 1,5 εκατ. ευρώ
* δεν περιλαμβάνει οφειλές που βεβαιώθηκαν και έγιναν ληξιπρόθεσμες προ της 30ής/11/2011
* δεν περιλαμβάνει τις ακόλουθες κατηγορίες εσόδων: λοιπές εισφορές, έμμεσους φόρους υπέρ τρίτων, εκχωρηθέντα μισθώματα, υπηρεσίες, πρόστιμα ΚΒΣ, δάνεια εγγυημένα των οποίων οι εγγυήσεις κατέπεσαν, έσοδα υπέρ διαφόρων τρίτων, λοιπά πρόστιμα μη φορολογικά, παράβολα, καταλογισμούς και λοιπά μη φορολογικά έσοδα
* δεν περιλαμβάνει τους οφειλέτες που είναι πτωχοί, τις οφειλές των δημοσίων και δημοτικών επιχειρήσεων και τους οφειλέτες με μηδενικά-προσωρινά ΑΦΜ
3. Σε ετήσια βάση, οι ΔΟΥ και τα Ελεγκτικά Κέντρα έχουν πλέον τη δυνατότητα να εισπράττουν περίπου 5 δισ. ευρώ από «παλαιά» (βεβαιωμένα μέχρι το τέλος του εκάστοτε προηγούμενου έτους) και «νέα» (βεβαιωθέντα εντός του εκάστοτε τρέχοντος έτους) ληξιπρόθεσμα χρέη. Η ικανότητα αυτή μπορεί να αυξηθεί φέτος και να φθάσει τα 6 δισ. ευρώ. Συνεπώς, τα πλέον εισπράξιμα ληξιπρόθεσμα χρέη, τα οποία σήμερα εκτιμάται ότι ανέρχονται σε περίπου 11,7 δισ. ευρώ, είναι δυνατό να εισπραχθούν εντός της προσεχούς διετίας.
Δικαιώνεται η μία στις τρεις φοροπροσφυγές
Σχεδόν μία στις τρεις ενδικοφανείς προσφυγές φορολογουμένων κατά αποφάσεων των φορολογικών οργάνων, οι οποίες υποβάλλονται προς τη Διεύθυνση Επίλυσης (Φορολογικών) Διαφορών της ΑΑΔΕ και εξετάζονται από την υπηρεσία αυτή, γίνεται πλέον δεκτή εν όλω ή εν μέρει.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε πρόσφατα η ΑΑΔΕ, από τις προσφυγές που εξέτασε η ΔΕΔ στο πρώτο τετράμηνο του 2017, το 30,5% έγιναν δεκτές εν όλω ή εν μέρει. Το ποσοστό αυτό ανερχόταν σε 22,7% το 2016 και σε 9,1% το 2015.
Βάσει των όσων έχει διευκρινίσει η ΑΑΔΕ, η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) είναι ειδική αποκεντρωμένη υπηρεσία, υπαγόμενη απευθείας στον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Αρχικά προβλέφθηκε με τον τίτλο «Υπηρεσία Εσωτερικής Επανεξέτασης της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων» στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 70Β’ του ν. 2238/1994, όπως προστέθηκε με την περίπτωση 1 της υποπαραγράφου Α5 της παραγράφου Α’ του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 και στη συνέχεια στις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4174/2013, όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει.
Με τη σύσταση της Υπηρεσίας αυτής επιδιώχθηκε αρχικά η κατά το δυνατόν αποσυμφόρηση των Διοικητικών Δικαστηρίων από υποθέσεις που μπορούν να επιλυθούν σε επίπεδο φορολογικής διοίκησης και μάλιστα στη σύντομη προθεσμία των 120 ημερών από την κατάθεση της ενδικοφανούς προσφυγής. Δηλαδή, σκοπός είναι με την υποχρεωτική υποβολή της ενδικοφανούς προσφυγής πριν από τη δικαστική: α) αφενός να επιλύονται όσες υποθέσεις επιδέχονται άμεση επίλυση με αποτέλεσμα και την ταχύτερη είσπραξη των δημοσίων εσόδων και β) αφετέρου να λειτουργεί η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ως στάδιο προελέγχου για τις υποθέσεις εκείνες που πρόκειται να εισαχθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης, έτσι ώστε να έχουν ήδη αναδειχθεί τα βασικά νομικά ζητήματα και να έχουν τεθεί υπό επεξεργασία τα πραγματικά περιστατικά που χρήζουν τεχνικών αναλύσεων και παρατηρήσεων, με αποτέλεσμα και την επιτάχυνση της διοικητικής δίκης.