Δυο βασικά θέματα εγείρει η βιομηχανία τροφίμων αναφορικά με τις περαιτέρω επιπτώσεις που επέφερε το «κούρεμα» των οφειλών της Μαρινόπουλος στους προμηθευτές, τα οποία αφορούν στον κατεβληθέντα ΦΠΑ, αλλά και στη λογιστική απεικόνισης της «χασούρας» στους ισολογισμούς των επιχειρήσεων.
Της Δανάης Αλεξάκη
Δυο βασικά θέματα εγείρει η βιομηχανία τροφίμων αναφορικά με τις περαιτέρω επιπτώσεις που επέφερε το «κούρεμα» των οφειλών της Μαρινόπουλος στους προμηθευτές, τα οποία αφορούν στον κατεβληθέντα ΦΠΑ, αλλά και στη λογιστική απεικόνισης της «χασούρας» στους ισολογισμούς των επιχειρήσεων.
Ειδικότερα, όπως ανέφερε χθες μιλώντας σε εκπροσώπους του Τύπου ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ) κ. Ευάγγελος Καλούσης «πρέπει να επιλυθεί το ζήτημα του ΦΠΑ που έχουν αποδώσει οι επιχειρήσεις στο κράτος το οποίο αντιστοιχεί στο σύνολο της αξίας των εμπορευμάτων που διέθεσαν στην Μαρινόπουλος, απαίτηση η οποία εκ των υστέρων υπέστη κούρεμα. Η κυβέρνηση έχει δώσει υπόσχεση ότι θα προχωρήσει στην επίλυση του ζητήματος. Αυτό μπορεί να γίνει δίνοντας τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις συμψηφισμού του ΦΠΑ».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΣΕΒΤ το ποσό που αντιστοιχεί στο ΦΠΑ, για τα περίπου 360 εκατ. ευρώ της απομείωσης των χρεών της Μαρινόπουλος έναντι των προμηθευτών, ανέρχεται το ανώτερο σε 70 εκατ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι όταν οι προμηθευτές πούλησαν προϊόντα στην αλυσίδα εξέδωσαν τιμολόγια με όλο το ποσό και με όλο τον αναλογούντα ΦΠΑ. Οι προμηθευτές έχουν φορολογηθεί για το σύνολο του ποσού και έχουν καταβάλει ΦΠΑ επίσης για το σύνολο του ποσού.
Ωστόσο, με βάση τα προβλεπόμενα του σχεδιασμού εξυγίανσης έλαβαν μόνο το 50% των απαιτήσεών τους. Σε αυτό το πλαίσιο πέρα από το ζήτημα της απόδοσης του ΦΠΑ, πολλές επιχειρήσεις, όπως σημείωσε ο κ. Καλούσης, δεν ξέρουν πώς πρέπει να παρουσιάσουν λογιστικά στους ισολογισμούς τους αυτή την ζημιά.
Σχολιάζοντας, γενικά την εξέλιξη της εξυγίανσης του δικτύου της Μαρινόπουλος και το «στοίχημα» της Σκλαβενίτης ο πρόεδρος του ΣΕΒΤ ανέφερε ότι «το πρόγραμμα φαίνεται να κινείται βάσει του σχεδίου και σε γενικές γραμμές να επιβεβαιώνονται οι στόχοι» προσθέτοντας ότι «από την αναδιάρθρωση που συντελείται στο κλάδο του οργανωμένου λιανεμπορίου δεν δημιουργείται πρόβλημα. Η βιομηχανία θέλει το σύστημα να δουλεύει».